Κεφάλαιο 39

49 6 39
                                    

Η Ίριδα βρισκόταν εδώ και ώρα έξω από την κατάκλειστη πόρτα του δωματίου της κόρης της. Όσες φορές κι αν είχε χτυπήσει, δεν είχε πάρει απάντηση, και κόντευε να τρελαθεί. Μπορούσε να ακούσει ξεκάθαρα πριν λίγη ώρα πως η Μαργαρίτα έκλαιγε, κι ας πάλευε να πνίξει τους λυγμούς της, ίσως πιέζοντας το πρόσωπο στο μαξιλάρι της. Άλλωστε κλαίγοντας είχε μπει και στο σπίτι κι είχε τρέξει κατευθείαν επάνω, πριν προλάβει η Ίριδα να την ρωτήσει ανήσυχη τι είχε συμβεί. Πρόλαβε να δει πως η κόρη της είχε τα χάλια της, είχε έρθει με το φουστάνι πρόχειρα φορεμένο, τα μαλλιά ανακατεμένα, χωρίς το χτενάκι που της είχε δώσει, το παλτό πεταμένο όπως όπως πάνω της και το πρόσωπό της ξεβαμμένο και κατακόκκινο από τα δάκρυα.

Χτύπησε ξανά την πόρτα τρεις φορές όσο πιο δυνατά μπορούσε.
«Μαργαρίτα μου; Λουλούδι μου, άνοιξέ μου σε παρακαλώ!» είπε, κι ούτε εκείνη δεν ήξερε πόσες φορές το είχε επαναλάβει. «Αγάπη μου, η μαμά είμαι! Άνοιξε να μιλήσουμε, μην με ανησυχείς, σε παρακαλώ!»
Από την άλλη πλευρά της πόρτας όμως, η Μαργαρίτα, καθισμένη τώρα στα πόδια του κρεβατιού της με τα χέρια να αγκαλιάζουν τα γόνατά της, τρέμοντας και συγκρατώντας τα αναφιλητά της, δεν έκανε καμία κίνηση για να ξεκλειδώσει την πόρτα.
«Κοριτσάκι μου, εγώ είμαι. Άνοιξέ μου!»
«Φύγε!» φώναξε εκείνη, κι ένιωθε πως σε λίγο δεν θα είχε πια φωνή. «Άσε με μόνη μου!»
«Τι έγινε, αγάπη μου; Δεν θα μου πεις;» προσπάθησε να την πείσει η Ίριδα άλλη μια φορά.
«Δεν θέλω να σου πω τίποτα, δεν θέλω να μιλήσω σε κανέναν! Φύγε!» επέμεινε η κοκκινομάλλα και κουλουριάστηκε ακόμα πιο σφιχτά στο πάτωμα.

Η Ίριδα τράβηξε πίσω το χέρι της απρόθυμα. Δεν άντεχε στην σκέψη να την αφήσει μόνη, μα και η επιμονή δεν έμοιαζε να βγάζει πουθενά. Πήρε μια βαθιά ανάσα.
«Όταν θέλεις να μιλήσεις, είμαι εδώ» είπε και κατέβηκε αργά τις σκάλες, μα το μυαλό της έμεινε εκεί, στην κόρη της που ήταν μέσα από την πόρτα.

Η Μαργαρίτα δεν θυμόταν ποτέ στη ζωή της να έχει βρεθεί σε τόσο άθλια κατάσταση. Είχε ξυπνήσει μέσα σε κελί φυλακής, είχε δικαστεί, είχε ταξιδέψει δεμένη ανάμεσα σε αγνώστους ως το νησί, είχε μόνη της περιπλανηθεί στην πρωτεύουσά του, είχε δει να σκοτώνουν μια γυναίκα σαν εκείνη μπροστά της, κι όμως δεν είχε κλάψει ποτέ έτσι, ποτέ δεν είχε νιώσει τόσο αδύναμη, τόσο ανίκανη να προστατέψει τον εαυτό της, τόσο προδομένη. Τουλάχιστον, όταν της συνέβησαν όλες εκείνες οι αναποδιές τόσα χρόνια πριν, ο Θησέας ήταν φίλος της και η σκέψη του και μόνο μπορούσε να την κάνει να νιώσει δυνατή και να κρατήσει ψηλά το κεφάλι. Τώρα όμως εκείνος της είχε αποκαλύψει το πιο σκληρό πρόσωπό του, είχε φερθεί ακριβώς σαν τον πατριό του ή ίσως και χειρότερα, όπως είχε φερθεί ενδεχομένως και στη Δανάη σύμφωνα με τα λεγόμενα της Θάλειας. Ποτέ δεν το περίμενε πως θα της έκανε κάτι τέτοιο και πως θα της μιλούσε κι από πάνω σαν να ήταν καμιά φτηνή και ψεύτρα, κι αυτό την πλήγωνε περισσότερο.

Μαργαρίτα #TDASG2024 #SSBC24Where stories live. Discover now