Κεφάλαιο 28

69 6 60
                                    

Η καημένη η Μαργαρίτα δεν είχε ιδέα το μέγεθος του σοκ που θα προκαλούσε στη μητέρα της όταν θα έφτανε επιτέλους σπίτι τους. Η Ίριδα είχε συνέλθει ήδη εδώ και αρκετές ώρες από την πρωινή της λιποθυμία κι ήταν προετοιμασμένη να συνοδεύσει αργά αργά προς το τέλος της άλλη μια μουντή μέρα χωρίς νόημα, όταν άκουσε την πόρτα της να χτυπάει για δεύτερη φορά σήμερα. Στη σκέψη πως μπορεί να ήταν ξανά ο Άρης δεν ήθελε να ανοίξει, αμέσως μετά όμως της πέρασε από το μυαλό μια υποψία, την λες και ελπίδα, ακόμα κι αν φαινόταν παράλογη.
Λες να...

Πλησίασε με αγωνία, γύρισε αργά το χερούλι, κι ώσπου να δει το πρόσωπο της κόρης της να την κοιτάζει με μάτια χαρούμενα κι ένα χαμόγελο στα χείλη, το σκοτάδι την είχε καταπιεί για άλλη μια φορά. Έπεσε στο πάτωμα μπροστά στην Μαργαρίτα, που έσπευσε να την σηκώσει τρομαγμένη, ξεχνώντας μέσα στη βιασύνη της την βαλίτσα της έξω και την πόρτα ανοιχτή. Δεν στάθηκε καν να κοιτάξει το σπίτι, να το δει μετά από τόσο καιρό, μόνο έσυρε όσο πιο προσεκτικά μπορούσε την αναίσθητη μητέρα της μέχρι τον καναπέ του σαλονιού και με τα πολλά κατάφερε να την βάλει να ξαπλώσει και να την σκεπάσει με μια κουβέρτα.

Επέστρεψε αργότερα, αφού είχε αδειάσει τη βαλίτσα της στο παλιό της δωμάτιο με τις μαργαρίτες στον τοίχο. Βλέποντας την Ίριδα να κοιμάται, της ήρθαν στο μυαλό τα λόγια του Θησέα κι ένιωσε να μετανιώνει κάθε λεπτό που πέρασε κατηγορώντας την μέσα στις σκέψεις της. Εκείνη, τη μητέρα της, τη γυναίκα που δεν έκανε τίποτε άλλο για όλη τους τη ζωή μαζί πέρα απ’ το να την προστατεύει. Εκείνη που είχε θυσιάσει τα πάντα για την μικρή της μάγισσα, που την δίδασκε, που άλλαζε πόλεις κάθε χρόνο, που δούλεψε σε τόσα διαφορετικά πόστα και δουλειές και πάλι νοιαζόταν μόνο για το αν η Μαργαρίτα ήταν καλά και χαρούμενη. Της χρωστούσε τα πάντα. Τώρα που ήταν αδύναμη, τώρα που την είχε ανάγκη, έπρεπε να της το ανταποδώσει. Να την φροντίσει όπως την φρόντιζε εκείνη όλα αυτά τα χρόνια. Να σταθεί δίπλα της όπως δεν δίστασε εκείνη ποτέ να κάνει• ούτε καν μπροστά στους δικαστές και στην πόλη ολόκληρη.

Έπειτα, ήταν ακόμα μια σκέψη που τριγύριζε ασταμάτητα στο μυαλό της, εκτός απ’ αυτήν της μητέρας της. Ο Θησέας, το πρώτο της φιλί...Είχε συμβεί τόσο απροειδοποίητα που δεν έκατσε καν να το συλλογιστεί όσο πίστευε πως έπρεπε για ένα κορίτσι δεκαεφτά χρονών που δεν το έχουν ξαναφιλήσει ποτέ. Έπιασε τον εαυτό της να χαμογελάει ονειροπόλα. Ήταν τόσο απρόσμενη εκείνη η αίσθηση και τόσο όμορφη ταυτόχρονα. Θα ’θελε άραγε να την ξανανιώσει; Και σήμαινε αυτό πως ήταν ερωτευμένη; Ίσως δεν έπρεπε να κάθεται να το αναλύει με τη λογική της, ίσως ήταν καλύτερα να προσπαθήσει να ακούσει την καρδιά της όπως την είχε συμβουλεύσει η Έρση πριν φύγει. Και η καρδιά της της έλεγε πως ακόμα θυμόταν τον τρόπο που χτυπούσε κόντρα σ’ εκείνη του Θησέα όταν τα χείλη τους ενώθηκαν κι άρχισαν να χαϊδεύουν το ένα ζευγάρι το άλλο στην αρχή διστακτικά, τρυφερά, κι ύστερα πιο παθιασμένα, πιο άπληστα, και υπήρχε ακόμα παραπέρα και από αυτό και η Μαργαρίτα ήθελε να το ανακαλύψει.

Μαργαρίτα #TDASG2024 #SSBC24Donde viven las historias. Descúbrelo ahora