Κεφάλαιο 19

76 7 54
                                    

Προσοχή: αναφορά σε σωματική, λεκτική και σεξουαλική βία.

Είχε σχεδόν νυχτώσει και ο Θησέας καθόταν στο δωμάτιό του χωρίς να έχει τίποτα βασικά να κάνει όταν άκουσε τα κλειδιά του Άρη στην πόρτα και βιαστικά σηκώθηκε. Έβαλε το πουκάμισο που φορούσε μέσα στο παντελόνι του για να μην προεξέχει από το σκουρόχρωμό του πουλόβερ και, ανοίγοντας την πόρτα, έτρεξε προς τις σκάλες για το κάτω πάτωμα του σπιτιού και τις κατέβηκε επίσης τρέχοντας. Δεν συνήθιζε να δείχνει τόσο ενθουσιασμό όταν ερχόταν ο πατριός του στο σπίτι, αλλά σήμερα ήταν ειδική περίπτωση. Η πρωινή συνάντησή του με την Ίριδα στον αστυνομικό σταθμό του είχε βάλει στο μυαλό διάφορες υποψίες. Ήθελε για κάποιο λόγο να μάθει τι μπορεί να είχαν συζητήσει εκείνη κι ο Άρης. Ίσως, τόλμησε να σκεφτεί, να είχε να κάνει ακόμα και με τη Μαργαρίτα.

Φτάνοντας κάτω, τον είδε να κρεμάει δίπλα στην πόρτα το καπέλο της στολής του κι έπειτα να βγάζει το σακάκι του. Όταν στράφηκε, φάνηκε σαστισμένος που τον βρήκε να στέκεται εκεί και να τον κοιτάζει.
«Τι έγινε εσύ; Δεν έχεις διάβασμα;» τον ρώτησε αντί χαιρετισμού.
«Είναι Σάββατο βράδυ και είναι σχεδόν Χριστούγεννα, φτάνει διάβασα για σήμερα» απάντησε ο Θησέας στον ίδιο απότομο τόνο.
«Καλά. Εσύ τα ξέρεις καλύτερα αυτά, αρχηγέ» έκανε ο Άρης σηκώνοντας τα μανίκια του άσπρου πουκάμισου που φορούσε κάτω από το σακάκι του και χαμογέλασε δήθεν φιλικά.

Ο Θησέας δεν αντέδρασε καθόλου. Δεν είχε κρύψει ούτε στιγμή από τότε που έγινε ο δεύτερος γάμος της μητέρας του την αντιπάθειά του για τον πατριό του. Παλιά κατηγορούσε τον εαυτό του, έλεγε πως έφταιγε που ο χαμός του πατέρα του τον είχε τσακίσει και πως μόλις ελάφρυνε λίγο το πένθος θα έβλεπε και τον Άρη με πιο θετική ματιά. Τελικά, είχε άδικο. Παρ’όλα αυτά, δεν μπορούσε να αρνηθεί ότι τους φρόντιζε. Ως ο νέος διοικητής της αστυνομίας της πόλης, πληρωνόταν πολύ καλά. Κατάφεραν να μετακομίσουν σε ένα μεγαλύτερο και πιο όμορφο σπίτι στον λόφο, κι όσο για τον Θησέα, είχε κυριολεκτικά ό,τι ζητούσε από παιχνίδια, βιβλία και ρούχα. Μέχρι κι ένα καινούργιο σπορ ποδήλατο. Πλέον δεν πήγαινε με τα πόδια σχεδόν πουθενά, αν και ώρες ώρες σκεφτόταν ότι κάποιοι απ’ τους συμμαθητές του, που είχαν αρχίσει να τον ζηλεύουν για τα χρήματα του πατριού του, μπορεί να επιχειρούσαν να το κλέψουν όταν πήγαινε μ’ αυτό στο σχολείο και το άφηνε απ’ έξω.

Από την άλλη, οι συμμαθήτριές του τον αντιμετώπιζαν διαφορετικά. Στην μικρή τους πόλη, ο γάμος θεωρούνταν ο μοναδικός προορισμός για μια γυναίκα. Αν κάποια διαφωνούσε με αυτό, δεν είχε πάρα να φύγει για την πρωτεύουσα ή για κάποια μεγαλύτερη πόλη όπου τα πράγματα ήταν αλλιώς. Για όσες συμφωνούσαν - και στο σχολείο της Μαργαρίτας και του Θησέα ήταν φαινομενικά πολλές - , η ιδέα ενός αγοριού με αρκετά χρήματα ήταν ιδιαίτερα δελεαστική. Δεν τον έτρεχαν δα και από πίσω, αλλά είχε πέραση, δεν μπορούσε να πει ψέματα. Και του άρεσε αυτό, για όσο κρατούσε τουλάχιστον. Γιατί όλες μετά από λίγο καιρό τις βαριόταν και όλες τις άφηνε. Είχε έξι ολόκληρα χρόνια να τη δει, κι όμως κάτι μέσα του του έλεγε πως μόνο με τη Μαργαρίτα θα μπορούσε ποτέ να ζήσει τον αληθινό έρωτα. Πως μόνο εκείνη θα μπορούσε να φιλήσει και να το απολαύσει πραγματικά, νιώθοντας την καρδιά του κι όχι μόνο το σώμα του να σκιρτάει.

Μαργαρίτα #TDASG2024 #SSBC24Donde viven las historias. Descúbrelo ahora