Ήταν τρία βράδια τώρα που η Ίριδα δεν κοιμόταν καλά. Για την ακρίβεια, έμενε σχεδόν ξάγρυπνη, χαμένη σε αναμνήσεις που της έρχονταν στο μυαλό ξαφνικά, αναμνήσεις από τότε που ήταν μικρή στο νησί, από τα χρόνια που είχε περάσει με την κόρη της και πάντα στο τέλος από τη σκηνή του δικαστηρίου. Τη σκηνή που την έχανε μέσα από τα χέρια της χωρίς να μπορεί να κάνει τίποτα γι’αυτό. Έτσι και το ξημέρωμα της σημερινής μέρας την βρήκε να κάθεται στο κρεβάτι της με μαύρους κύκλους κάτω απ’ τα μάτια και να κοιτάζει τον άσπρο τοίχο απέναντί της. Το βλέμμα της όμως ήταν άδειο. Στο κεφάλι της σφύριζε η παιδική φωνούλα της Μαργαρίτας: μαμά, θα ζωγραφίσουμε ίριδες στον τοίχο. Ωραία, άλλο ένα πρωί που ξυπνούσε άσχημα. Άλλο ένα πρωί που θα τρωγόταν με τις ενοχές της. Άλλο ένα πρωί που θα έβγαινε χαμένη.
Άργησε να σηκωθεί από το κρεβάτι, δεν είχε άλλωστε και τίποτα να κάνει. Μικρότερη, στο νησί, σηκωνόταν από νωρίς για να χαρεί την ησυχία του πρωινού. Καμιά φορά κατέβαινε και στην παραλία τα καλοκαίρια, και δίπλα στη θάλασσα έκανε όνειρα σαν αυτά που έκαναν όλες της οι φίλες κι οι συμμαθήτριές: να παντρευτεί έναν όμορφο πρίγκιπα και να χτίσει το δικό της απόλυτα τέλειο σπιτικό μαζί του. Ο πατέρας της, ο Ιωνάς, ένας από τους πιο χαρισματικούς Θεραπευτές εκείνον τον καιρό, δεν συμφωνούσε μαζί της, αλλά κάθε φορά που η Ίριδα τον προκαλούσε να της δώσει μια άλλη εναλλακτική, δεν έπαιρνε απάντηση. Τον έφερνε σε αμηχανία, και δικαίως. Οι αδερφές της, ακόμα κι αν δεν παντρεύονταν, μπορούσαν να ζήσουν ασκώντας το μαγικό τους χάρισμα. Είχαν διδαχτεί και τη μαγεία της Λουλουδένιας, που την είχαν κληρονομήσει, και τα γιατροσόφια του πατέρα τους, όσα δηλαδή τους επιτρεπόταν να ξέρουν ως Μάγισσες της Φύσης. Η Ίριδα δεν μπορούσε να διδαχτεί τίποτε απ’ τα δύο, έτσι ο γάμος έμοιαζε ο μοναδικός δρόμος που μπορούσε να πάρει. Δεν έμελλε όμως να σταθεί ούτε κι εκεί τυχερή.
Όχι ότι δεν ήταν όμορφη. Ήταν. Στα δεκαοκτώ της, πριν γίνει το κακό με την Χλόη, ήταν ένα λιγνό κορίτσι με πλούσια καστανά μαλλιά που έπεφταν γύρω απ’ τους ώμους της και απ’ το πρόσωπό της, που το στόλιζαν ένα ντροπαλό χαμόγελο, δύο εκφραστικά μάτια και οι παιχνιδιάρικες φακίδες της. Οι υποψήφιοι «μνηστήρες», όπως τους έλεγαν κοροϊδευτικά η καλύτερή της φίλη και η Υακίνθη, έκαναν ουρά από πίσω της. Όταν απ’ την άλλη είχε πρωτοαναλάβει να μεγαλώσει την Μαργαρίτα κοιτούσε τον εαυτό της στον καθρέφτη και αναλογιζόταν μ’ όλο της το πρόσωπο να λάμπει πως η μητρότητα την έκανε ακόμα ομορφότερη. Ίσως επειδή αυτό ήθελε πάντα και το είχε επιτέλους πάρει. Πλέον όμως, στον καθρέφτη έβλεπε ένα φάντασμα και τίποτα άλλο.
ESTÁS LEYENDO
Μαργαρίτα #TDASG2024 #SSBC24
FantasíaΜια όμορφη άνοιξη, η Ίριδα μετακομίζει με την κόρη της τη Μαργαρίτα σε μια μικρή ήσυχη πόλη στα νότια της χώρας τους. Μια πόλη όπου τα λιβάδια είναι ξερά, χωρίς λουλούδια, κι ένα κοιμισμένο ποτάμι κυλά μέσα από τους δρόμους και τα σπίτια. Όπου οι κά...