Κεφάλαιο 9

238 32 3
                                    

Η πριγκίπισσα και οι πιστοί φίλοι της,μετά από τρεις εβδομάδες,έφτασαν στο βασίλειο της Λωραίνης.
Από εκεί καταγόταν η κολλητή της Ελινέν,η Ινάρι.Η Ινάρι αναγκάστηκε με την οικογένειά της να εγκαταλείψουν τη Λωραίνη,λόγω της δεινής οικονομικής τους κατάστασης.Και μετακόμισαν στην Παλλάδα.Η Ινάρι δεν ήταν ούτε γαλαζοαίματη,ούτε νεροδαμάστρια.
Όμως αυτό δεν την εμπόδισε να γίνει φίλη με την πριγκίπισσα και να μπαινοβγαίνει στο Βασιλικό Μέγαρο.Η Ινάρι ήθελε πάντα να επισκεφτεί την Αλτίδα,ένα τεράστιο νησί,όπου κατοικούνταν μόνο από νεροδαμαστές και τα τοπία ήταν μαγευτικά.
Δεν επιτρεπόντουσαν οι νεροδαμαστές ή οι ημίαιμοι.Οι Αλτίδιοι νεροδαμαστές ήταν οι μόνοι που δεν εκμεταλλεύτηκαν τη δύναμη του νερού.
Η Ελινέν,ωστόσο,τόλμησε να παραβιάσει τον κανόνα και μάλιστα δίχως να τους καταλάβει κανείς.

Μπήκαν σε ένα πανδοχείο.Στην υποδοχή,υπήρχε μια ηλικιωμένη γυναίκα με λίγο μαυριδερό δέρμα,παχουλή με μαύρα μαλλιά πιασμένα με πλεξούδες.Φαινόταν αφιλόξενη και άνοστη.
"Γιατί ήρθαμε εδώ;"ρώτησε η Λάκσμι,ενώ στεκόντουσαν στην πόρτα.
"Για να δω μια παλιά φίλη"απάντησε η Ελινέν.
Τη Λάκσμι την ξανάπιασε το εκνευριστικό της γέλιο.Ο Νίνκαν δεν άντεχε άλλο και της πάτησε το πόδι.Εν τω μεταξύ,η Λουσίν παρατήρησε ότι η ιδιοκτήτρια τους αγριοκοίταζε,έχοντας ανασηκωμένα τα φρύδια της.
"Παιδιά,ας πάμε να πούμε τι θέλουμε,ειδάλλως θα μας διώξει"ψιθύρισε.
"Έχει δίκιο.Ας μη γινόμαστε αδιάκριτοι"συμφώνησε ο Στέφανος.
Προχώρησαν προς την υποδοχή.Η γυναίκα καθόταν σε ένα ξύλινο τραπέζι.
"Τι θέλετε;"ρώτησε με αυστηρό ύφος.Η Ελινέν για μια στιγμή,νόμιζε πως είδε τη δασκάλα της στο σχολείο,όταν ήταν δώδεκα χρονών.Όποιον από τους μαθητές τον έπιανε αδιάβαστο ή ότι μιλάει,τον έδερνε με τον βούρδουλα.Σε ορισμένα σχολεία,επιτρεπόταν ο βούρδουλας.Ειδάλλως,υπήρχαν μόνο οι τιμωρίες.Η δασκάλα την είχε βάλει στο μάτι και την έδερνε τόσο πολύ,ώστε δε μπορούσε να γράψει πάνω στον πάπυρο με τη γραφίδα.
Η Ελινέν πήγαινε σε ένα σχολείο,για τους νεόπλουτους και τους μεσοαστούς.Όσα παιδιά δεν μπορούσαν να πάνε σχολείο είτε δούλευαν για τους γονείς τους,είτε για ξένους.Τα κορίτσια τα πάντρευαν σε μικρή ηλικία.Σχεδόν σε κάθε κοινωνική τάξη,τα πάντρευαν.Ανάλογα με το τι ήθελε ο πατέρας.
"Θα θέλαμε ένα δωμάτιο"απάντησε ο Νίνκαν και άφησε ένα πουγκί με χρυσά νομίσματα.
"Δεν έχουμε άλλα δωμάτια!Φύγετε!"είπε η ιδιοκτήτρια.
Η Ελινέν κατάλαβε πως η ιδιοκτήτρια ήθελε παζάρια.Και ήξερε πώς να το διαχειριστεί το θέμα.
"Ίσως αυτά σας αλλάξουν γνώμη"είπε και στο ξύλινο τραπέζι άφησε δυο σάκους με χρυσά.
Η ιδιοκτήτρια άλλαξε έκφραση.Όταν τα κοίταζε,τα κοίταζε λες και κανείς δεν της είχε ξαναδώσει τόσα πολλά.Ύστερα όμως,πάλι κατσούφιασε.
"Μάλλον ίσως βρω κάτι για σας".
Τους πήγε σε μια αποθήκη.Άνοιξε την πόρτα.Σε ένα κρεβάτι,βρισκόταν ξαπλωμένος ένας νεαρός.Είχε κιτρινωπό δέρμα,σχιστά μάτια και μαύρα μαλλιά.
"Ερμόλαε!Σήκω ρε παλιοτεμπέλη!"φώναξε.Φαίνεται ότι ανήκε στο "προσωπικό".Εκείνος τρομαγμένος ξύπνησε και τινάχτηκε από το κρεβάτι.
"Θα κοιμηθείς στο δρόμο απόψε.Θα μείνει η παρέα εδώ.Τώρα,πήγαινε να δουλέψεις ,ρε ζώον,αλλιώς δε θα φας τίποτα και τα κουρέλια που φοράς θα στα βάλω να τα φας!"
Ο νεαρός καθώς έφευγε,γλυκοκοίταξε την Ελινέν.Η Ελινέν τον λυπήθηκε και του χαμογέλασε.Η ιδιοκτήτρια,από την άλλη,του έδωσε φάπα στο σβέρκο.
Η Λάκσμι,η Λουσίν και ο Στέφανος μπήκαν πρώτοι μέσα.Η Λάκσμι ξάπλωσε αμέσως στο κρεβάτι.Όταν έβαλε τα χέρια της πίσω από το μαξιλάρι,φάνηκαν οι μασχάλες της και ήταν λίγο αξύριστες.
Από την άλλη μεριά,το βλέμμα της Ελινέν διασταυρώθηκε με του Νίνκαν.Εκείνος απέφευγε να την πολυκοιτάζει.
Ωχ,Ανώτερη Δύναμη!Νομίζω ότι αρχίζω να τον ερωτεύομαι...
Η Ελινέν,προκειμένου να βγάλει όλες αυτές τις "παρανοϊκές σκέψεις από το κεφάλι της,άρχιζε να τακτοποιεί τα πράγματα.
"Λοιπόν,εγώ πρέπει να φύγω.Μην φύγετε από εδώ,εως ότου γυρίσω"είπε,αφού τέλειωσε το συμμάζεμα και έφυγε,κλείνοντας την πόρτα πίσω της.
Η Ελινέν φορούσε πάνω από τα φτωχικά ρούχα της μια μπέρτα με κουκούλα.
Όταν βγήκε έξω,είδε εκείνον το νεαρό να σκουπίζει έξω από το κατώφλι του πανδοχείου,υπό την επίβλεψη της ιδιοκτήτριας.
Ο νεαρός την κοίταξε και αναστέναξε.
"Τι χασομεράς;Δούλευε!"διέταξε η ιδιοκτήτρια.
Και η Ελινέν προχωρούσε,ακούγοντας τον κόσμο να τριγυρνά και να συζητά,το γάβγισμα ενός σκύλου και την καμπάνα ενός ναού των Ελ να χτυπά,ώσπου χάθηκε στο πλήθος.

Η Λουσίν αισθάνθηκε ότι κάτι βρώμαγε και έκλεισε τη μύτη της.
"Τι στο καλό μυρίζει τόσο άσχημα;"ρώτησε αηδιασμένη.
Τα αγόρια κοίταξαν τη Λάκσμι.
"Τι!;Θέλω να σπάσω το ρεκόρ μου!"
Ο Νίνκαν συγκέντρωσε όλη τη δύναμή του και από τις ίδιες του τις παλάμες,δημιούργησε νερό και το έριξε πάνω στη Λάκσμι,λούζοντάς τη ολόκληρη.
Στην αρχή,η Λάκσμι,δεν αντέδρασε καθόλου.
Μετά,δάμασε νερό και πήγε να το ρίξει στον Νίνκαν.Ο Στέφανος μπήκε στη μέση,φτιάχνοντας τείχος πάγου.
"Μου κατέστρεψε το ρεκόρ μου"παραπονέθηκε η Λάκσμι.
"Ας μείνουμε ζωντανοί,μέχρι να γυρίσει η Ελινέν.Έγινε;"είπε ο Στέφανος.
Η Λάκσμι ξανάπεσε στο κρεβάτι.
Ο Στέφανος ηρέμησε τα ανήσυχα πνεύματα.

Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ:Η Πτώση της ΑριστοκρατίαςHikayelerin yaşadığı yer. Şimdi keşfedin