<<Μία απρόσμενη συνάντηση, με την μοίρα>>

481 26 6
                                    

1

- «Τι ήταν αυτό;»

Οι ίδιοι θόρυβοι κάθε βράδυ. Δεν μπορώ να το καταλάβω. Σαν να με ακολουθούν στο σκοτάδι.

Η φαντασία μου οργιάζει πάλι. Η όλη υπόθεση μοιάζει σαν να βγήκε από θρίλερ. Κι όμως το δικό μου θρίλερ γίνεται πραγματικότητα.

Ένα φαινομενικά συνηθισμένο Σάββατο βράδυ. Πάλι είμαι έξω, κάτω από τον έναστρο ουρανό , δίπλα στο δάσος με τα πεύκα. Η αρχή του δάσους κοντά στο σπίτι μου. Μοναχικό σπίτι, στην εξοχή. Αλλά αυτό το σπίτι το αγαπώ. Είναι το καταφύγιό μου. Εδώ μένω με την μαμά μου και είμαι ιδιαίτερα χαρούμενη για την απομόνωση που μας προσφέρει.

- «Κι άλλος θόρυβος... ε Λούση;»

Η Λούση, το αγαπημένο μου σκυλάκι! Είναι ένας μικρός λύκος, λευκός με μπλε μάτια. Την είχα βρει με την μαμά μου πριν ένα χρόνο στο βουνό, όταν είχαμε πάει για πεζοπορία. Μόλις την είδαμε, την αγαπήσαμε, και αφού βεβαιωθήκαμε ότι ήταν εγκαταλελειμμένη αποφασίσαμε να την υιοθετήσουμε.

Κάθε βράδυ λοιπόν, από εκείνη την μέρα , απολαμβάνουμε μαζί τον καθαρό αέρα, καθώς την πηγαίνω την βραδινή της βόλτα.

- «Τι συμβαίνει κορίτσι μου;»

Η Λούση από ώρα γρυλίζει στους θάμνους... δεν είναι η πρώτη φορά, αλλά τώρα μοιάζει πραγματικά σαν να φοβάται κάτι. Την εμπιστεύομαι... έχει ένστικτο. Φτάνει η βόλτα για σήμερα και...

- «Αχχχ!»

Κάποιος με χτύπησε στο κεφάλι. Περίεργο αλλά δεν τον άκουσα καν να πλησιάζει.

Ζαλίστηκα! Προσπάθησα να ξεφύγω, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Όποιος και αν με χτύπησε έσφιγγε τώρα τον λαιμό μου, κρατώντας με ακίνητη. Πάλεψα, αλλά το σφίξιμο στον λαιμό μου ήταν πολύ δυνατό. Μέσα στον πανικό μου έψαξα την Λούση. Η Λούση χάθηκε, δεν είναι πουθενά και το χειρότερο όλα γύρω μου θολώνουν... δεν μπορώ να ανασάνω. Αυτό ήταν, θα πέθαινα, ήμουν σίγουρη...

Φωνές ακούστηκαν δίπλα μου...

Ξαφνικά το σφίξιμο στον λαιμό μου χαλάρωσε, εξαφανίστηκε και εγώ, πεσμένη πλέον στο χορτάρι προσπαθώ να πάρω ανάσα.

Γυρίζω και κοιτάω πίσω μου, και αυτό που βλέπω με καθηλώνει στην θέση μου.

Δύο άντρες παλεύουν άγρια κάτω από το φεγγάρι. Προσπαθώ να διακρίνω τα χαρακτηριστικά τους, όμως ο ένας φοράει κουκούλα καλύπτοντάς τα. Όταν το βλέμμα μου όμως πέφτει στον άλλο , μένω με το στόμα ανοικτό.

Ήταν ένα αγόρι γύρω στα δεκαεννιά, με καστανόξανθα μαλλιά. Ήταν γυμνός από την μέση και πάνω, αφήνοντας ακάλυπτα τα σημεία που μια νεαρή γυναίκα, σαν εμένα, υπό άλλες συνθήκες ,θα θαύμαζε.

Η μάχη τους έκλεινε προς την νίκη του αγοριού όταν ένας δεύτερος άντρας , ο οποίος φορούσε μάσκα, εμφανίστηκε πίσω από τα δέντρα. Εκείνος άρχισε να με πλησιάζει. Τότε το αγόρι, για πρώτη φορά πήρε τα μάτια του από τον αντίπαλό του και με κοίταξε. Τα μάτια του χρυσαφένια, με κοίταζαν με τρόμο, και το στόμα του σχημάτισε μία μόνο λέξη...

- «ΤΡΈΧΑ!!!»

䳠qp�V��

Blood's MagicWhere stories live. Discover now