«Ο μοβ θάνατος.»

133 21 3
                                    


« Πολύ... εμμμ... θλιβερή ιστορία... αλλά τι σχέση έχει με αυτήν την κατάσταση που ζω; Εσύ είσαι... και είμαστε στο...» δεν πρόλαβα να τελειώσω γιατί άκουσα την μητέρα μου να ανεβαίνει τις σκάλες...

« Γαμώτο!...Και τώρα ;»

Και η πόρτα άνοιξε και εμφανίστηκε η λεπτή μορφή της.

- « Μαμά!!!...» της φώναξα... « Δεν έχουμε πει να χτυπάς την πόρτα ;»

- « Σταμάτα τις βλακείες Βαλεντίνα. Σε ποιον μιλούσες ;»

- « Σε κανέναν...» είπα και προσπάθησα να το παίξω θιγμένη. Ο Άντριαν είχε κρυφτεί μέσα στην ντουλάπα. Εμφανές! Αλλά η μαμά μου δεν έψαχνε κάποιον... σωστά;

- « Βαλεντίνα ποιον έφερες στο σπίτι ;»

- « Κανέναν... Μα τι σε έπιασε ; Και πώς και ήρθες τόσο νωρίς ;»

Έμοιαζε σκεφτική. Μετά από λίγο αποφάσισε να μου απαντήσει , καθώς κοίταζε επίμονα την ντουλάπα.

- « Να... εεε... σχόλασα νωρίτερα και είπα να πάμε μια βόλτα... θέλω μια από τις μπλούζες σου παρεμπίπτοντος ...δεν πειράζει εεε; ...» είπε και πήγε σχεδόν τρέχοντας στην ντουλάπα.

Την άνοιξε και από μέσα πετάχτηκε ο Άντριαν και έτρεξε κοντά μου. Τα μάτια του έγιναν χρυσά και τα δόντια με τα νύχια του εμφανίστηκαν απειλητικά. Στάθηκε μπροστά μου και... γρύλισε;....

Δεν το πιστεύω γρύλισε στην μαμά μου

Κοίταξα προς το μέρος της και έμεινα άφωνη για ακόμα μια φορά.

Η μητέρα μου τον κοιτούσε ατάραχη... και τότε έγινε το αναπάντεχο. Τα μάτια της έγιναν πορτοκαλί με... χρυσές αντάβιες.

- « Μαμά ;» δεν ήξερα τι να πω... ξανά...

Εκείνη μου έριξε μια γρήγορη ματιά και στράφηκε στον Άντριαν...

- «Φύγε μακριά από την κόρη μου.»

- « Δεν είμαι απειλή για εκείνη...»

Κοιτάζονταν επίμονα για πολύ ώρα. Τους παρατηρούσα αμίλητη. Δεν ήξερα τι μπορούσα να κάνω και τότε έχασα την επαφή.

.............................

    Όλα έγιναν πολύ γρήγορα. Την μία στιγμή ήμουν στο σπίτι μου και την άλλη σε ένα μικρό δωμάτιο. Οι τοίχοι ήταν βαμμένοι μοβ, οι πόρτες και τα παράθυρα καλυβόταν από μπλε κουρτίνες με κρόσσια. Μια μικρή λάμπα σε ένα πολυκαιρισμένο τραπεζάκι ήταν η μόνη πηγή φωτός στο δωμάτιο. Σε ένα μεγάλο τραπέζι υπήρχαν μερικά παλιά βιβλία και πολλά μικρά φιαλίδια με πολύχρωμα υγρά.

Κινήθηκα προς το τραπέζι με τα βιβλία και ξεφύλλισα μερικές σελίδες. Σε μία σελίδα υπήρχε σχεδιασμένο ένα περίτεχνα στολισμένο μπουκάλι και μια επιγραφή δίπλα σε αυτό : "Aκόνιτο"

Δίπλα μου πάνω στο τραπέζι παρατήρησα ένα μπουκαλάκι που έμοιαζε με εκείνο του βιβλίου. Το έπιασα και διάβασα την μικρή ετικέτα του. Ακόνιτο!

Πήγα να ανοίξω το μπουκάλι γεμάτη περιέργεια.

- « Δεν θα το έκανα αυτό στην θέση σου..» είπε μια άγνωστη φωνή.

Γύρισα τρομαγμένη και αντίκρισα μια γυναίκα να στέκει μπροστά στην πόρτα. Ήταν γύρω στα τριάντα με όμορφα μαύρα μαλλιά και λεπτό πρόσωπο. Φορούσε ένα λευκό φόρεμα, που φώτιζε τα μοβ μάτια της.

- « Ποια ...» προσπάθησα να μιλήσω τραυλίζοντας.

- « Ποια είμαι; Πολύ κλασικό. Δεν έχω χρόνο όμως για εξηγήσεις. Άκου με προσεκτικά. Αυτό που κρατάς είναι θάνατος. Είναι δηλητήριο για σένα και τους αγαπημένους σου. Πρόσεχε! Κλείσε το παράθυρο και άκου όλη την ιστορία.»

- « Ποιο παράθυρο; Τι είναι αυτό πάλι; Όνειρο;»

- « Όχι γλυκιά μου δεν είναι... Θυμήσου αυτά που σου είπα. Ελπίζω να μην χρειαστείς ξανά την βοήθειά μου. Θα σε δω σύντομα.» είπε και γύρισε να φύγει καθώς όλα γύρω μου θόλωναν.

- «Α! Και πες στον Άντριαν όταν πονάς ότι είναι ο μοβ θάνατος. Ξέρει τι να κάνει»

Και τότε όλα μαύρισαν.

.............................

Άνοιξα τα μάτια μου και βρέθηκα πάλι στο δωμάτιό μου. Είδα την μαμά μου και τον Άντριαν. Στέκονταν ακόμη ο ένας απέναντι από τον άλλο. Η μαμά μου του φώναζε...

- « Φύγε από εδώ. Δεν είναι ευπρόσδεκτοι στο σπίτι μου οι άρχοντες του φεγγαριού.»

- « Μα δεν είμαι από την αγέλη του φεγγαριού.»

- « Τι;» ρώτησε εκείνη

Αλλά αν είπε κάτι άλλο εγώ δεν το άκουσα. Το μόνο που άκουσα ήταν ο ήχος του αέρα που σκίζεται . Και τότε το βέλος με πέτυχε στον ώμο, μπαίνοντας από το ανοιχτό παράθυρο, που έπρεπε να είχα κλείσει...

Blood's MagicWhere stories live. Discover now