Chapter 32

354 44 0
                                    

Μπήκα στο σπίτι μου σκεπτική. Τι είχε γίνει μόλις πριν λίγο; Μέσα σε λίγα λεπτά ο χρόνος είχε γυρίσει πίσω και ο Alex, το αγόρι που κάποτε θα έδινα τα πάντα, στεκόταν μπροστά μου θυμίζοντάς μου μια από τις πιο ευτυχισμένες μέρες του παρελθόντος μου.
Τώρα καθόμουν στο δωμάτιο μου, κουλουριασμένη στο κρεβάτι μου και αναπολούσα παλιές αναμνήσεις μαζί του. Χωρίς να το θέλω τα μάτια μου άρχισαν να θολώνουν, σημάδι ότι έκλαιγα και λίγα λεπτά αργότερα τα δάκρια ξεκίνησαν να χύνονται σαν χείμαρρος πάνω στο σεντόνι του κρεβατιού.
***
Πέρασα όλη τη μέρα μου έτσι, δεν βγήκα καθόλου από το δωμάτιο μου. Στους γονείς μου είπα ότι είχα διάβασμα και δεν με ξανά ενόχλησαν. Όχι ότι περίμενα κάτι διαφορετικό βέβαια…
Αργά το απόγευμα άκουσα κάποιον να χτυπάει την πόρτα μου. Σκούπισα τα δάκρια μου και έβαλα το βραχιόλι που δεν είχα αφήσει ούτε στιγμή από τα χέρια μου μέχρι τώρα κάτω από το μαξιλάρι μου.
«Περάστε» είπα προσπαθώντας να σταθεροποιήσω τη φωνή μου.
«Anna τι κάνεις»; Δεν έχεις βγει λεπτό από το δωμάτιο σου…» άκουσα τη μαμά μου.
«Μην ανησυχείς μαμά, απλά είχα διάβασμα και μετά επειδή ήμουν κουρασμένη κοιμήθηκα λίγο» είπα ψέματα
Μου έριξε ένα δύσπιστο βλέμμα κι έπειτα μου είπε «Καλά, δεν θα σε πιέσω… Εγώ κι ο μπαμπάς σου θα βγούμε για κάτι δουλειές. Στο ψυγείο έχει φαγητό αν πεινάσεις».
«Εντάξει μαμά»
«Τα λέμε μωρό μου» και με φίλησε στο μέτωπο πριν βγει από το δωμάτιο.

Περίπου μισή ώρα αργότερα, αφού έφυγαν οι γονείς μου βγήκα επιτέλους από το δωμάτιο μου κατευθυνόμενη προς την κουζίνα. Μέσα σε όλα αυτά είχα ξεχάσει να φάω και το στομάχι μου έκανε την επανάστασή του. Καθώς λοιπόν πήρα μια δαγκωνιά από το σάντουίτς μου, άκουσα το κουδούνι. Άφησα κάτω το σάντουιτς και καταπίνοντας την μπουκιά μου προχώρησα προς την κλειστή πόρτα.
Αμέσως ένα επιφώνημα μου ξέφυγε. «Είσαι τρελός παιδί μου; Οι γονείς μου μπορεί να έρθουν από στιγμή σε στιγμή»! φώναξα στον σγουρομάλλη μου που με κοιτούσε εξεταστικά. 
Γρήγορα μπήκε μέσα και έκλεισε την πόρτα. «Δεν θα έρθουν, έχουν φύγει από ώρα. Ήμουν έξω αρκετή ώρα και τους περίμενα να φύγουν για να μπω» είπε καθώς προχωρούσε προς το εσωτερικό του σπιτιού.
Μου έριξε ακόμα μια ματιά κι έπειτα είπε «Που είσαι χαμένη όλη μέρα και γιατί δεν σηκώνεις το κινητό σου»; ρώτησε πλησιάζοντάς με.
Έβαλα το χέρι μου μέσα στα μαλλιά μου ξύνοντας το κεφάλι μου αμήχανα. «Εμ το είχα στο αθόρυβο το και… δεν έκανα τίποτα απλά ξεχάστηκα εδώ…»
Έκανε ακόμα ένα βήμα φτάνοντας υπερβολικά κοντά μου.
«Anastasia τι τρέχει»; τα χέρια του ακούμπησαν τα μάγουλά μου πλησιάζοντας τα μάτια μου «Έκλαιγες; Γιατί έκλαιγες»; με ρώτησε ανήσυχα.
Χωρίς να πω λέξη τον άρπαξα και τον ανάγκασα να με αγκαλιάσει. Δεν αντιστάθηκε. Πέρασε τα χέρια μου γύρω από τη μέση μου και με έσφιξε πάνω του. Χωρίς να το θέλω δάκρια άρχισαν να κυλάνε ξανά από τα μάτια μου. Όταν το κατάλαβε με απομάκρυνε λίγο, έτσι ώστε να μπορεί να με κοιτάει στα μάτια και μου είπε «Πες μου τι έγινε» εγώ συνέχισα να κλαίω «Anna» είπε ρίχνοντας μου ένα αυστηρό βλέμμα.
Σκούπισα τα δάκρια μου και έφερα τα μαλλιά μου από την μια πλευρά πριν μιλήσω.
«Θα με βοηθήσεις να το ξεφορτωθώ αυτό»; ρώτησα και έβγαλα από την τσέπη μου το βραχιόλι που μου είχε χαρίσει ο Alex.
Το βραχιόλι βρέθηκε στα χέρια του κοιτάζοντάς το αργά. «forever» ψέλλισε χαϊδεύοντας το ελαφρά. «Γιατί απλά δεν το πετάς στα σκουπίδια»; ρώτησε δείχνοντας τον κάδο της κουζίνας λίγο πιο πέρα. 
«Όχι!» είπα «Κάπου που να χαθεί… για πάντα! Κάπου αλλού!» σχεδόν φώναξα, απελπισμένα κοιτώντας δεξιά και αριστερά.
«Έλα μαζί μου» είπε και με τράβηξε απαλά από το χέρι. Κατευθυνθήκαμε προς το μπάνιο. Άναψε το φως και μπήκαμε μέσα. Χωρίς προειδοποίηση το πέταξε μέσα στη λεκάνη της τουαλέτας και πάτησε το καζανάκι. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα το βραχιόλι μου είχε χαθεί για πάντα.
Αναστέναξα ανακουφισμένη, μα νέα δάκρια ήρθαν χωρίς να ξέρω το γιατί. Βγήκα από το μπάνιο και πήγα στο δωμάτιο μου. Εκείνος με ακολούθησε. Φαινόταν ελαφρά θυμωμένος αλλά και ανήσυχος. Μου ξανά έπιασε το χέρι και με έβαλε να καθίσω στο κρεβάτι μου. Έπειτα έκανε κι εκείνος το ίδιο.
«Μωρό μου, πες μου τι έγινε» απαίτησε να μάθει
«Εντάξει… αλλά υποσχέσου μου ότι δεν θα κάνεις μετά κανένα σκηνικό!»
«Σκηνικό; Τι σκηνικό»;
«Δεν ξέρω! Απλά υποσχέσου το μου σε παρακαλώ»
«Εντάξει, το υπόσχομαι» είπε περιμένοντας με να μιλήσω επιτέλους.
Ξεκίνησα να του μιλάω χωρίς να του κρύψω τίποτα. Του είπα όλα είχαν γίνει λίγες ώρες νωρίτερα με κάθε λεπτομέρεια. Το ένιωσα να θυμώνει μα με περίμενε να τελειώσω.
Όταν πια ήξερε σηκώθηκε από το κρεβάτι και ξεκίνησε να πάει πέρα δώθε «Ξέρεις κάτι…» ξεκίνησε «Καρφάκι δεν μου καίγεται για αυτόν τον μαλάκα. Πιθανόν προσπαθεί να το χαλάσει όλο αυτό, μεταξύ μας…» εγώ τον κοιτούσα αμίλητη περιμένοντας να δω που το πήγαινε. «Αυτό που με απασχολεί ότι το γιατί εσύ ασχολείσαι! Γιατί κλείστηκες όλη μέρα στο σπίτι κλαίγοντας και αποφεύγοντάς με! Γιατί; Πες μου». Είπε καθώς έκατσε ξανά απέναντι μου
«Τι θέλεις να μάθεις»; είπα σκάζοντας τη φωνή μου από το πόνο. Τον πόνο της ψυχής μου…
«Τον θέλεις πίσω έτσι; Το μετάνιωσες»; ήταν σχεδόν σίγουρος. Βασικά δεν είμαι σίγουρη αν με ρώτησε ή απλά μου το ανακοίνωσε.
«Όχι, όχι! Πόσες φορές πρέπει να στο πω για να το καταλάβεις; Είμαι ερωτευμένη μαζί στο ανάθεμα με!... Απλά σήμερα θυμήθηκα πόσο πολύ με πόνεσε αυτός ο άνθρωπος ενώ στην αρχή ήταν τόσο διαφορετικός! Το ξέρεις ότι προσπάθησα να αυτοκτονήσω ότι χωρίσαμε»;
«Τι; »γούρλωσε τα μάτια 
«Νομίζω ότι ήρθε επιτέλους η ώρα να σου πω τι ακριβώς έγινε…» ανακάθισα ελαφρώς και ξεκίνησα την αφήγηση μου «Το Alex τον γνώρισα μέσω ενός κοινού γνωστού σε ένα πάρτι. Υποθέτω τότε δεν είχε μπλέξει ακόμα. Το ίδιο κιόλας βράδυ μου ζήτησε να βγούμε. Έπειτα τα πράγματα ήρθαν από μόνα τους… Τον ερωτεύτηκα και με ερωτεύτηκε, όπως τουλάχιστον μου είχε πει. Πέρασα 7 από του καλύτερους μήνες της ζωής μου. Πίστευα ότι ήμουν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος πάνω στον πλανήτη!... Φυσικά που να γνώριζα τότε; …Μετά απότομα άλλαξε! Δεν ήταν ο ίδιος. Ήταν συχνά στην τσίτα, δεν τον έβρισκα στο τηλέφωνο, ξεκίνησε να καπνίζει, μεθούσε συχνά… Μια μέρα ήταν τόσο μεθυσμένος που πήγε να με βιάσει. Ευτυχώς κατάλαβε την πήγε να κάνει και σταμάτησε μα εγώ είχα ήδη τρομοκρατηθεί. Πίστευα ότι θα άντεχα μα όταν κατάλαβα ότι μέσα σε όλα με απατούσε έκανα το μεγάλο μπαμ! Ένα απόγευμα τον πήρα τηλέφωνο να έρθει στο σπίτι μου να μιλήσουμε. Είχαν περάσει περίπου 3 μήνες και αυτή του η συμπεριφορά δεν άλλαζε… Ξεκίνησα να του μιλάω. Ήθελα να του μιλήσω και να ξεκαθαρίσουμε.. Ήθελα να τα ξανά βρούμε, ήθελα πίσω το αγόρι μου ερωτεύτηκα… μα εκείνος…» έσπασα καθώς θυμόμουν αυτό που είχε ακολουθήσει «Εκείνος θύμωσε, θύμωσε πολύ. Δεν θυμάμαι πως καταλήξαμε να βριζόμαστε μα δεν περίμενα ποτέ ότι… ότι θα με χτυπούσε. Δεν μου έριξε ένα απλό χαστούκι, με χτύπησε άσχημα. Φυσικά μετά έφυγε αδιαφορώντας για το τι είχε κάνει. Με βρήκαν στο πάτωμα αναίσθητη σχεδόν τα κορίτσια και με πήγαν στο νοσοκομείο… Ο γιατρός μου είπε ότι παραλίγο να είναι ένα σπασμένο πλευρό. Είχα σοβαρές κακώσεις σχεδόν σε όλο μου το σώμα». Πήγε να μιλήσει και τον σταμάτησα «Άφησε με να τελειώσω… Στους γονείς μου είπα ότι έπεσα από τη σκάλα. Φθηνή δικαιολογία μα ήταν η μόνη μου είχα. Την αλήθεια την ήξεραν μόνο οι φίλες μου!... Όταν έγινα καλά και βγήκα από το νοσοκομείο πήγα και του πέταξα στα μούτρα ότι τελειώσαμε μαζί με το κωλό-βραχιόλι του. Ήταν η τελευταία φορά που τον είδα, μέχρι τώρα φυσικά… Έπειτα ξεκίνησα να πηγαίνω σε πάρτι, να πίνω, να πίνω πολύ, να κάνω one night stand… ποτέ τίποτα σταθερό ή κάτι τέτοιο… μέχρι που σε γνώρισα» τα δάκρια πλέον ήταν τόσα πολλά που δεν μπορούσα να μιλήσω άλλο. Ο Harry με άρπαξε και με έβαλε μέσα στην αγκαλιά του φιλώντας με στην κορυφή του κεφαλιού μου.
«Σσσς» είπε σιγανά «Είμαι εδώ εγώ τώρα και θα είμαι μέχρι να με βαρεθείς και να με διώξεις, γιατί σ’αγαπάω!»
«Το υπόσχεσαι»; 
«Το υπόσχομαι» μου απάντησε κι έπειτα κόλλησε τα χείλη του στα δικά μου παίρνοντάς μου μακριά τον πόνο…
Ήταν ο παράδεισός μου.

These green eyes and curly hair (Harry Styles fanfiction)Where stories live. Discover now