46. We need a plan

46 11 0
                                    

Lilith's POV

Ώρες ατελείωτες ήμουν ξαπλωμένη στο κρεβάτι μου. Η θλίψη μου ήταν τεράστια σήμερα πράμα που με καθιστούσε ανίκανη να κάνω το οτιδήποτε. Ούτε να σηκωθώ από το κρεβάτι δεν είχα κουράγιο. Μου έλειπε τόσο πολύ ο Ντέιμιεν. Κουκουλώθηκα με τη κουβέρτα μου μέχρι πάνω. Ας με ξεχνούσαν όλοι για σήμερα. Αναστέναξα ενώ βυθιζόμουν πιο βαθιά στο στρώμα και τον πόνο μου. Δεν είχα κοιμηθεί καθόλου το προηγούμενο βράδυ. Μου ήταν αδύνατο να μπορέσω να κλείσω τα μάτια μου χωρίς να βλέπω την τελευταία μας σκηνή μαζί. Τις ζούσα ξανά και ξανά εκείνες τις τελευταίες στιγμές μας. Προσπαθούσα να αναλύσω τα γεγονότα, να δω τι θα μπορούσα να έχω κάνει διαφορετικά, να είχα αλλάξει την τροπή των γεγονότων. Όσο όμως και αν έσπαγα το κεφάλι μου, κάθε διαφορετικό σενάριο που έφτιαχνα κατέληγε στο ίδιο αποτέλεσμα. Με εμένα να σπαράζω στο κλάμα. Δεν άντεχα την απουσία του. Ήθελα κάπου να ξεσπάσω αλλά δεν είχα δύναμη ούτε να πείσω το κορμί μου να ανταποκριθεί στις εντολές μου. Ακόμα ένιωθα τα χείλη του πάνω στα δικά μου και με πονούσε κάθε φορά που ανέπνεα, να ξέρω ότι ίσως δεν ερχόντουσαν ποτέ ξανά αυτές οι μέρες. Άκουσα ένα απαλό χτύπημα στην πόρτα αλλά δεν απάντησα. Πάει η ευχή μου να με ξεχνούσαν όλοι! Ο επισκέπτης μου όμως δεν χρειάστηκε πρόσκληση για να εισέλθει.

«Λίλιθ?» ο 'κολλητός' του Ντέιμιεν μου είχε γίνει στενός κορσές τις τελευταίες μέρες. Δεν με άφηνε σε ησυχία. Και κατά έναν περίεργο λόγο παρόλο που τον μισούσα για ότι είχε κάνει και εν μέρει τον θεωρούσα υπαίτιο για την απαγωγή του Ντέιμιεν, η παρουσία του γαλήνευε την ταραγμένη μου ψυχή. Ως αιτιολογία έθετα το εξής: Ήταν ο πιο κοντινός άνθρωπος στο πλάι του Ντέιμιεν. Με εμένα και εκείνον στον ίδιο χώρο ήταν σαν να τον έχουμε μαζί μας. «Ούτε εσύ έχεις όρεξη να κάνεις τίποτα σήμερα?» Πλησίασε και κάθισε στην άκρη του κρεβατιού μου. Γύρισα να τον κοιτάξω και αναστέναξε. «Έκλαιγες?» ρώτησε αντικρίζοντας τα πρησμένα μάτια μου και τα υγρά μάγουλα μου.

«Λίγο.» ψιθύρισα ενώ σκούπιζα τα δάκρυα μου. Άπλωσε το χέρι του διστακτικά και έπιασε το δικό μου. Τραβήχτηκα ευγενικά. Δεν ήθελα κανείς να με αγγίζει, μόνο εκείνος. Το κατάλαβε και απομακρύνθηκε διακριτικά.

«Σου λείπει τόσο πολύ ε?» Δεν του απάντησα. Γύρισα από την άλλη και σώπασα. «Και εμένα μου λείπει. Δεν πρόλαβα να του πω πόσο λυπάμαι για όλα και να του ζητήσω συγνώμη.» Από εμένα είχε ζητήσει συγνώμη το απόγευμα που είχα μάθει ότι τα υβρίδια του Κλάους υπάκουαν στις εντολές μου. Είχε έρθει έξω, να με μαζέψει από τον χιονιά που όλο και δυνάμωνε και εγώ αγνοούσα. Με είχε σχεδόν κουβαλήσει μέσα αφού μου είχε ζητήσει συγνώμη για τν συμπεριφορά του. Κατηγορούσε και εκείνος τον εαυτό του για ότι είχε γίνει. Αν δεν είχε ανοίξει το στόμα του όλα θα ήταν μια χαρά πίστευε. Η θεία Κάθριν όμως του είχε πει πως ότι είναι να γίνει, θα γίνει. Είχε δίκιο και εκείνος είχε κάτσει να συζητήσει μαζί της για τις τύψεις που τον έτρωγαν ζωντανό. Η θεία μου ήταν ο ιδανικότερος ψυχολόγος για θέματα ενοχών. Σηκώθηκε απότομα, τραβώντας το βλέμμα μου από το κενό πάνω του και χαμογέλασε προσπαθώντας να μην κλάψει. «Αλλά θα έχω όλο τον χρόνο του κόσμου όταν τον φέρουμε πίσω σωστά?» Η πίστη του με συγκίνησε. Η δική μου πίστη είχε χαθεί κάπου ανάμεσα στην αναμονή που με σκότωνε και στην θλίψη που με κατέβαλλε. Βλέποντας τον όμως τόσο αποφασισμένο, τόσο σίγουρο ότι ο Ντέιμιεν θα επέστρεφε κοντά μας σύντομα, ήταν τέτοια πηγή έμπνευσης! Κούνησα το κεφάλι μου ανήμπορη να αρθρώσω λέξη καθώς ένας κόμπος έκλεινε τον λαιμό μου. Μου χαμογέλασε διστακτικά και έσκυψα το κεφάλι μου.

Lilith:Η σκοτεινή πλευρά του φεγγαριούOnde histórias criam vida. Descubra agora