Κεφάλαιο 18

1.3K 151 22
                                    

Ησυχία επικρατούσε σε ολόκληρη την οικεία των Ντέιβις όταν μπήκαμε μέσα στο σπίτι. Τα πάντα ήταν ακριβώς όπως και την προηγούμενη φορά που είχα έρθει, η ατμόσφαιρα ήταν ήρεμη και οι λιγοστές ακτίνες του ήλιου που εισχωρούσαν μέσα από τα τζάμια έκαναν τα πάντα πιο φωτεινά. Η προσεγμένη και λυτή διακόσμηση με έκανε να θαυμάσω για άλλη μια φορά το σαλόνι και να αναρωτηθώ πως ζούσε η Άστερ εδώ μέσα εφόσον τα πάντα ήταν εναντίον της άγριας και ατίθασης φύσης της. Αναλογίστηκα πως και δεν είχε ξεσπάσει καμία νύχτα από εκείνες που έπινε και δεν είχε αρχίσει να καταστρέφει τα πάντα, να χρωματίζει με αυτοκτονικές αποχρώσεις ενός μαύρου σπρέι τους τοίχους μέχρι το σπίτι της να της ταιριάζει έστω και λίγο.

''Ωραίο σπίτι'' ξεροκατάπια και προσπάθησα να σπάσω την σιωπή που είχε απλωθεί ανάμεσα μας από την στιγμή που βρεθήκαμε μέσα.

''Ψεύτρα'' μουρμούρησε και κατευθύνθηκε προς το δωμάτιο της. 

''Ό-όχι, την αλήθεια λέω'' προσπάθησα να την πείσω ενώ την ακολούθησα αλλά εκείνη απλά κούνησε το κεφάλι της και εξαφανίστηκε μέσα στο δωμάτιο της. Αφού περίμενα για λίγες στιγμές πίσω από την πόρτα μπήκα και εγώ στο απολύτως ακατάστατο δωμάτιο.

''Το σπίτι είναι ωραίο'' συμφώνησε και κάθισε πάνω στο κρεβάτι ''Για Walmart ή κάτι τέτοιο''.

''Ναι αλλά είναι το δικό σου σπίτι'' προσπάθησα να αντιλέξω και κάθισα δίπλα της όμως δεν πήρα απάντηση. 

Μην έχοντας κάτι να πω κοίταξα το δωμάτιο και άφησα το βλέμμα μου να χτενίσει κάθε του γωνία, προσπαθώντας να σκεφτώ την Άστερ να μεγαλώνει σε αυτό το δωμάτιο. Την φαντάστηκα να ακούει πολύ δυνατά τις ροκ κασέτες που είχε πάνω στην βιβλιοθήκη της, να προσπαθεί να κολλήσει μόνη της τις αφίσες στον τοίχο και να βρει τα ρούχα της μέσα στο χάος που αποκαλούσε ντουλάπα.

''Μερικές φορές Αμαρυλλίς,'' άρχισε να λέει και μου τράβηξε την προσοχή ''το σπίτι δεν είναι μέρος, δεν είναι το δωμάτιο που κοιμάσαι και ξυπνάς. Το σπίτι είναι εκεί που έχεις αφήσει την καρδιά σου, ακόμα και αν δεν το επισκέπτεσαι συχνά''.

''Και που είναι εσένα η καρδιά σου;'' ρώτησα χαμηλόφωνα και κράτησα την ανάσα μου. Φοβόμουν πως κάθε παραπάνω λέξη και κάθε απότομη κίνηση θα μου κόστιζε την έλλειψη της απάντηση της.

''Νόμιζα πως το είχε καταλάβεις μέχρι τώρα, δεν έχω καρδιά'' γέλασε σαρκαστικά λες και ήμουν ανόητη που δεν το είχα σκεφτεί ήδη, ύστερα γύρισε και με κοίταξε σοβαρά στα μάτια ''Όμως έχω σπίτι''.

Ένα μπουκέτο Αμαρυλλίς και ΆστερOù les histoires vivent. Découvrez maintenant