4

242 46 4
                                    

Η Έμιλι κοίταξε τον εαυτό της στον καθρέφτη.

Άρχιζε. Η τελευταία χρονιά στο Λύκειο άρχιζε.

«Έμς. Ξύπνησες;» φώναξε η μητέρα της από την κουζίνα.

«Ναι μαμά.» απάντησε η Έμιλι βγαίνοντας από το δωμάτιο και κατέβηκε τις σκάλες.

«Καλή αρχή γλυκεία μου.» είπε η μητέρα της αγκαλιάζοντας την.

«Καλή αρχή πριγκίπισσα.» είπε ο πατέρας της φιλώντας την στο μέτωπο.

Οι γονείς της έφυγαν και η Έμιλι ανέβηκε στο δωμάτιο της για να τελειώσει το ντύσιμο της. Κατέβηκε στην κουζίνα για να φάει πρωινό.

Με το που τελείωσε το κινητό της άρχισε να χτυπά. Ήταν η Ντέμυ.

«Καλημέρα.» φώναξε υστερικά η Ντέμυ.

«Καλημέρα.» είπε η Έμιλι φορώντας το δερμάτινο τζάκετ της. Σήμερα η ημέρα ξημέρωσε ψυχρή και συννεφιασμένη.

«Που είσαι;» ρώτησε η Ντέμυ.

«Σπίτι. Δεν ξεκίνησα ακόμα.»

«Τέλεια.» είπε η Ντέμυ.

Η Έμιλι άνοιξε την πόρτα και αντίκρισε τις κολλητές της.

«Έκπληξη!!!» είπαν όλες μαζί.

«Τι κάνετε εδώ;» ρώτησε η Έμιλι έκπληκτη.

«Αποφάσισα να πάμε όλες μαζί. Είναι η τελευταία χρονιά.» είπε η Ντέμυ.

Η Έμιλι κλείδωσε το σπίτι και έφυγαν.





Το πάρκινγκ του σχολείου ήταν γεμάτο κι έτσι η Ντέμυ έκανε τον κύκλο για να παρκάρει στο πίσω πάρκινγκ.

Εκεί βρήκαν τον Μάικλ, τον Άλεξ και τον Σάιμον.

«Καλημέρα.» είπε η Ντέμυ τρέχοντας προς τον Άλεξ, ο οποίος την τύλιξε στην αγκαλιά του.

«Σας ευχαριστούμε που μας υπενθυμίζετε ότι είμαστε μπακούρια.» είπε η Σέϊτζ.

«Η κλασσική Σέϊτζ.» είπε ο Άλεξ ξενερωμένος.

Ο Μάικλ πλησίασε την Έμιλι. «Γεια.» της είπε.

«Έι!» είπε η Έμιλι διστακτικά. Γαμώτο! Δεν έπρεπε να το έκανα αυτό, σκέφτηκε.


Όταν είχαν γυρίσει από το εξοχικό της Πένι η Έμιλι είχε κοκαλώσει στην θέση του συνοδηγού στο αυτοκίνητο του Μάικλ.

STORM (POWER) Βιβλίο 3Donde viven las historias. Descúbrelo ahora