Το πρωινό φως βρήκε την Νίκη στο πάτωμα να κλαίει και να ξανά κοιτάει τις γυμνές φωτογραφίες του Μάνου και της Στεφανίας και να έχει μόνο ένα ερώτημα 'Γιατί;'
Πόσο γελοίο ακούγεται αυτό το γιατι.
Γιατί πάντα οι άνθρωποι πρέπει να μας πληγώνουν;
Γιατί εκεί που είμαστε χαρούμενη γίνεται κάτι και μας κάνει δυστυχισμένους;
Γιατί η ζωη είναι τόσο άδικη;
Έτσι ήταν η ζωή
Άδικη και για τους δύο
Από την άλλη ο Μάνος βρισκόταν στην αγκαλιά της Στεφανίας.
Όταν ξύπνησε κατάλαβε πως βρισκόταν σε μια αγκαλιά και τότε ένα χαμόγελο χαράχτηκε στα χείλη του.
"Μωρό μου, Νίκη μου επέστρεψες" είπε στον εαυτό του.
Αμέσως πετάχτηκε όρθιος και γύρισε να δει την γυναίκα που ποθουσε
Αλλά μια δυσάρεστη εικόνα βρισκόταν μπροστά του.
"ΟΧΙ ΔΕΝ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ" έλεγε και ξανα έλεγε στον ευατό του.
"Όχι δεν μπορεί να απάτησα την Νίκη μου. Όχι αυτό αποκλείεται" είπε στον ευατό του.
"Στεφανία ξύπνα" την διέταξε.
Ξύπνησε και όταν είδε τον Μάνο να την κοιτά του χαμογέλασε.
"Τι κάνεις εσύ εδώ;" την ρώτησε άγρια.
"Σου έκανα παρέα" του απάντησε ναζιάρικα.
Τράβηξε τα μαλλιά του, ενώ η Στεφανία είδε από το παράθυρο του δωματίου να διασχίζει η Νικη την αυλή και τότε γέλασε σατανικά.
Σηκώθηκε όρθια και άρπαξε τον Μανο και ανέβηκε πάνω του και έπιασε το πέος του και το έχωσε μέσα της και άρχισε να ανεβοκατεβαίνει.
"Αχχ Μάνο, ναι μωρό μου, ναι και άλλο σε θέλω έτσι έτσι" έλεγε δήθεν φωνάζοντας από ηδονή και εκείνος την κοίταξε παράξενα.
Η Νίκη που παρατήρησε όλο αυτό το θέαμα κατάλαβε οτι ο Μάνος τελικά έπαιζε μαζί της οτι ποτέ δεν την ήθελε.
"Γουρούνια της κολάσεως" τους είπε και έφυγε τρέχοντας από το σπίτι του.
Ο Μάνος μόλις κατάλαβε τι έγινε την έσπρωξε από πάνω του και πήγε να κυνηγήσει την Νίκη άλλα αυτή είχε φύγει.
"Καριόλα τώρα θα δεις τι θα πάθεις" της είπε και την άρπαξε και την τοποθέτησε στα τέσσερα και αρχίζει να την σκίζει.
Την πονούσε και αυτή έκλαιγε.
"Να μάθεις καριόλα να μην παίζεις μαζί μου" της έριξε ένα χαστούκι και έπειτα σηκώθηκε όρθιος και την διέταξε να φύγει.
Εκείνη πάρα τον πόνο που ένιωθε σηκώθηκε και του είπε το έξης
"Μαζί μου δεν θα ξεμπλέξεις εύκολα" του είπε και έφυγε.
Από την άλλη η Νίκη βρισκόταν στους δρόμους και έκλαιγε.
"Φτανει πια Νίκη δεν αξίζει αυτός ο άνθρωπος. Σταμάτα να κλαις" έλεγε στον εαυτό της.
Έτσι αποφάσισε να πάει στην δουλειά μιας και αυτό την έκανε να ξεχάσει.
Όταν έφτασε στο γραφείο εκείνη την ώρα έφτασε και ο Εφραίμ.
Έξω βρισκόταν ένας τύπος που θα τον ξεναγουσε και θα του έδειχνε τον χώρο.
Καθώς ο τύπος του έδειχνε το χώρο, το μάτι του έπεσε σε μια φιγούρα που την είχε δει και στο instagram.
Ήταν η κοπέλα που είχε ερωτευτεί από το instagram.
Αμέσως προχώρησε προς το γραφείο της λέγοντας στον ευατό του ή τωρα ή ποτέ θα την γνωρίσεις.
"Χαίρω πολύ Εφραιμ της" είπε και από τον τρόμο της έπεσαν τα χαρτιά από το χέρι. "Χίλια συγγνώμη" της είπε απολογητικά.
"Είναι εντάξει" είπε χαρίζοντας ένα χαμόγελο. "Είμαι η Νίκη" συνέχισε καθώς έσκυψε να μαζέψει τα χαρτιά κάτω.
Ο Εφραίμ σαν τζέντλεμαν την βοήθησε
"Πάμε για κανένα καφέ για να ξεπληρώσω που σε τρόμαξα" προτείνει και εκείνη έγνεψε θετικά.
Story by ~ ntani_ela
BẠN ĐANG ĐỌC
Ο άγριος διευθυντής [Book 1] ✔
Lãng mạn"Μπα, μας άφησε ο ανιψιός μου να φύγουμε από το κρεβατάκι του" άκουσε την ειρωνική φωνή του να της λέει και εκείνη γύρισε εκνευρισμένη και τον κοίταξε. "Κύριε Παπαδόπουλε, αυτό δεν σας αφορά" του είπε όσο πιο επαγγελματικά και αυστηρά μπορούσε. Την...