Μόλις ξημέρωσε η Τζέσικα και ο Μίκυ αποχαιρέτησαν τον Κισσό και την Ερασμία ευχαριστώντας τους για την φιλοξενία που τους πρόσφεραν.
Και έτσι έφυγαν από το σπίτι τους.
Καθώς περπατούσαν πρόσεξαν και άλλα ζευγάρια τα οποία ήταν μεικτά. Είδαν έναν νεράιδο και μια ξωτικιά μαζί με τα δύο παιδάκια τους τα οποία ήταν κοριτσάκια και το ένα ήταν ξωτικό και το άλλο νεράιδα και χαμογέλασαν.
«Τελικά μόνο εμείς το έχουμε το πρόβλημα στην περιοχή μας. Κοίτα πόσο ωραία είναι εδώ» είπε η Τζέσικα.
«Πράγματι» συμφώνησε ο Μίκυ.
****
Επέστρεψαν στην περιοχή τους και πλησίασαν το παλάτι. Πρόσεξαν την κατασκήνωση των ξωτικών.
«Γιατί έχουν έρθει εδώ οι δικοί σου;» ρώτησε η Τζέσικα.
«Δεν έχω ιδέα. Αλλά αφού είναι εδώ αυτό σημαίνει ότι στο σπίτι μου δεν βρίσκονται οι γονείς μου. Πιθανότατα είναι στην κατασκήνωση με τους υπόλοιπους»
«Επομένως το βράδυ ας πάμε εκεί να κοιμηθούμε»
«Εντάξει, αλλά πρέπει να σου πω ότι στο σπίτι μας μένει ένας άνθρωπος»
«Άνθρωπος;» ρώτησε η Τζέσικα ξαφνιασμένη «Περίμενε. Όταν είχα πάει να μιλήσω στους γονείς σου να μην γίνει ο πόλεμος είδα έναν άνθρωπο»
«Ναι. Ο Τζακ θα ήταν»
«Και.... είναι καλός;»
«Έσωσε τον πατέρα μου από πνιγμό στο ποτάμι. Από τότε τον φιλοξενούμε και πράγματι φαίνεται να διαφέρει από τους άλλους ανθρώπους»
«Ωραία. Τότε ας πάμε σε αυτόν»
****
Το βράδυ πήγαν στο σπίτι του Μίκυ.
Εκείνη την ώρα ο Τζακ κοιμόταν και δεν τους πήρε είδηση.
Το ξωτικό και η νεράιδα ξάπλωσαν σε μια καρέκλα και κοιμήθηκαν.
****
Το επόμενο πρωί που ξύπνησαν όλοι τα δύο μαγικά πλάσματα χαιρέτησαν τον Τζακ και εκείνος τους έφτιαξε πρωινό. Κάθισαν γύρω από το τραπέζι.
YOU ARE READING
Ο μαγικός θρύλος των νεράιδων και των ξωτικών
FantasyΈνας επιχειρηματίας ο Τζακ Γουντς φτάνει στην όμορφη Ιρλανδία προκειμένου να βρει λίγες στιγμές ηρεμίας και χαλάρωσης. Αντί όμως για αυτό θα βρεθεί μάρτυρας μιας συναρπαστικής περιπέτειας, διότι την προστασία της Φύσης του νησιού την έχουν αναλάβει...