Ξέρω ότι η περιέργεια σκότωσε την γάτα, αλλά εγώ είμαι άνθρωπος οπότε,
Όσο ο Harold είναι σε κάποιο άλλο δωμάτιο του σπιτιού και εγώ είμαι μόνη, και πλέον περισσότερο ζεστή από πριν, τριγυρίζω για να βρω κάτι ενδιαφέρον να ασχοληθώ μέχρι να επιστρέψει. Σταματάω μπροστά από το μικρό ράφι όταν τα μάτια μου πιάνουν μία φωτογραφία. Ο, ως πριν λίγο, εντελώς άγνωστος άνδρας για εμένα έχει περασμένο το χέρι του γύρω από τον ώμο μίας κοπέλας και χαμογελάνε πλατιά στον φακό. Αυτός έχει δύο λακκάκια και εκείνη δύο φωτεινά μπλε μάτια.
«Τι κάνεις εκεί;» με ρωτάει.
Κάνω ένα βήμα πίσω και σηκώνω τους ώμους μου.
Τελικά απομακρύνω τα μάτια μου από την κορνίζα και βλέπω τον Harold με καθαρά ρούχα, όχι εκείνα τα βρεγμένα εξαιτίας της βροχής, που φορούσε πριν κάμποσα λεπτά. Τώρα φοράει ένα φαρδύ φούτερ και μία γκρι φόρμα και βασικά του πηγαίνουν πάρα πολύ.
Παραδόξως δεν σχολιάζει την περιέργειά μου και απλώς προχωράει προς το μέρος μου για να μου δώσει κάτι· ένα βαμβακερό κόκκινο φούτερ που μοιάζει πολύ ζεστό μόνο και μόνο από την όψη του.
«Ευχαριστώ, αν και δεν ήταν ανάγκη» λέω απλά.
Αφήνω το μπουφάν μου στην άκρη και ο Harold το παίρνει και το ακουμπάει πάνω στο καλοριφέρ για να ζεσταθεί. Όταν ακουμπάω τα χέρια μου στο τελείωμα της μπλούζας μου για να την βγάλω και να φορέσω το στεγνό ρούχο εκείνος βιάζεται να με σταματήσει.
«Τι κάνεις;» ρωτάει σχεδόν με αυστηρή φωνή.
Τον κοιτάζω τάχα αθώα, «Πολύ καλά. Ευχαριστώ».
«Δεν εννοώ αυτό, Noora!» απαντάει. «Απλώς θα πάω μέσα για να αλλάξεις και θα γυρίσω όταν είσαι έτοιμη, εντάξει;»
Δεν περιμένει καν απάντηση από εμένα. Κάνει μεταβολή και χάνεται σε δευτερόλεπτα από το οπτικό μου πεδίο αφήνοντάς με να χαχανίζω πνιχτά.
Προτού φορέσω το φούτερ δεν μπορώ από το να μην το φέρω κοντά στην μύτη μου. Η μυρωδιά που βγάζει είναι τόσο τέλεια, σχεδόν εθιστική μπορώ να πω. Δε χάνω περισσότερο χρόνο. Αφήνω την μπλούζα μου δίπλα και ντύνομαι γρήγορα με το ζεστό ρούχο του Harold. Δεν θέλω να του το επιστρέψω πίσω και κάνω σκέψεις για το πόσο ωραίο θα ήταν αν κοιμόμουν αγκαλιά με αυτό. Γιατί είμαι τόσο υπερβολική;
Καθώς βγάζω τα μαλλιά μου έξω από το φούτερ φωνάζω, «Έτοιμη». Και εκείνος έρχεται χωρίς να χάσει χρόνο.
«Πώς είμαι;» κάνω μία στροφή.
Το συγκεκριμένο είναι υπερβολικά μεγάλο για εμένα.
«Μικροσκοπική» σχεδόν χαχανίζει και με συνεπαίρνει κι εμένα. «Θα φτιάξω λίγο τσάι, σου αρέσει;» κατευθύνεται στην κουζίνα.
«Ew» κάνω μία γκριμάτσα. «Γιατί εσείς οι Βρετανοί έχετε τέτοιο κόλλημα με το τσάι;»
Δεν μου έχει πει ότι είναι Άγγλος, αλλά δεν θέλει και πολύ να το καταλάβεις με τέτοια έντονη προφορά που έχει κάθε που μιλάει.
«Επειδή είμαστε γαμάτοι» απαντάει αμέσως.
Στροβιλίζω τα μάτια μου, «Και καθόλου ψωνισμένοι».
Πρέπει να περάσει μία ώρα για να με πείσει ότι το τσάι είναι ωραίο και χαλαρωτικό. Πράγματι έχει δίκιο! Νομίζω ότι πρέπει να γίνω λιγότερο ξεροκέφαλη.
«Noora...» αρχίζει. «Κοντεύει απόγευμα. Δεν θα ήθελες να πάρεις κάποιον τηλέφωνο για να ενημερώσεις ότι είσαι ασφαλής;»
Προσπαθώ να το παίξω άνετη, «Έχω πάρει».
«Αλήθεια;» σηκώνει το φρύδι του.
«Ναι» ψεύδομαι.
Θέλω να αλλάξουμε θέμα και νομίζω πως το καταλαβαίνει από τις κινήσεις μου. Ακουμπάω την πλάτη μου στο πίσω μέρος του καναπέ και γλείφω τα χείλη μου καθώς κοιτάζω τον Harold. Άραγε πως να νιώθει που μία άγνωστη φοράει το φούτερ του, πίνει το τσάι του και κάθεται φαρδιά-πλατιά στον καναπέ του;
«Πεινάω».
Σηκώνει το φρύδι του και χαχανίζει, «Πεινάς;»
«Που είναι το περίεργο;» συνοφρυώνω.
«Πέραν του ότι έχεις φάει ένα κουτί κουλουράκια;» ρωτάει κοροϊδευτικά και γελάω μαζί του.
«Τα κουλουράκια δεν είναι φαΐ».
«Έχεις δίκιο. Είχα ξεχάσει ότι μου τα πούλησαν για σκόνη πλυντηρίου».
Πώς σας φαίνεται;
YOU ARE READING
𝐎𝐡, 𝐭𝐞𝐚𝐜𝐡𝐞𝐫
Fanfiction[A teacher/student story] Warning: Υπάρχει αναφορά απόπειρας αυτοκτονίας στο 1ο κεφάλαιο του βιβλίου.