04: αυθάδης και αναιδής

5.9K 638 181
                                    

Κάποιος είπε: να σκέφτεσαι όπως ένα πρωτόνιο· πάντα θετικά,

Γι' αυτό κι εγώ, στην προσπάθειά μου να ακολουθήσω τη συγκεκριμένη συμβουλή, παρακολουθώ με προσοχή την παράδοση του μαθήματος κρατώντας μακριά την μικρή μου επιθυμία να σκοτώσω τον Harold που τόση ώρα με κοιτάζει με μισό μάτι.

Ένα χαρτάκι προσγειώνεται στο θρανίο μου στα ξαφνικά. Γυρίζω το κεφάλι μου πίσω, επειδή κατά βάθος ξέρω ποιος ή μάλλον ποια το έριξε, και όντως βρίσκω την Ruth να μου χαμογελάει πλατιά. Φυσικά! σκέφτομαι καθώς γυρίζω μπροστά και ξετυλίγω το χαρτάκι προσπαθώντας να μην κάνω πολλή φασαρία.

'Δεν είναι πολύ μάναρος ο καινούριος; -r'

Στροβιλίζω τα μάτια μου και γράφω, 'Πολύ σοβαρός το παίζει -n' το πετάω πίσω στην φίλη μου.

'Christian Grey, huh? Γουστάρω -r' γράφει το επόμενο χαρτάκι και εγώ δεν κρατιέμαι όσο το διαβάζω και ξεσπάω σε μικρά γέλια.

«Δεσποινίς, θέλετε να μας πείτε κι εμάς τι βρίσκετε τόσο αστείο;» με ρωτάει.

Έχω αρχίσει να πιστεύω ότι οι καθηγητές έχουν κάποιες συγκεκριμένες ατάκες που τις πετάνε με την πρώτη ευκαιρία που βρουν και από μέσα τους γελάνε σατανικά που φέρνουν τους μαθητές σε δύσκολη θέση. Κάτι παρόμοιο πρέπει να συμβαίνει και τώρα.

«Συγγνώμη κύριε καθηγητά, αλλά αν ήθελα να μάθετε το αστείο μου τότε θα το έλεγα μπροστά σε όλη την τάξη» απαντάω άνετα.

Σοβαρεύει περισσότερο από πριν και ανοίγει τα χείλη του για να απαντήσει. Ευτυχώς όμως το κουδούνι χτυπάει εμποδίζοντας αυτόν και σώζοντας εμένα. Όλοι οι μαθητές τρέχουν έξω, με τα κορίτσια να ψιθυρίζουν διάφορα για τον νέο καθηγητή. Κάνω νόημα στην Ruth πως θα την βρω σε λίγο και αφού βεβαιώνομαι πως δεν είναι κανείς πλέον στην αίθουσα τότε πλησιάζω τον Harold που είναι σκυμμένος και σημειώνει κάτι στο βιβλίο του.

«Γεια σου Harry» με ένα σάλτο κάθομαι στην επιφάνεια της έδρας. «Ώστε βιολόγος λοιπόν...» συμπεραίνω.

«Lane!» με αποκαλεί με το επώνυμό μου. «Στάσου στα πόδια σου προτού νευριάσω παραπάνω και μίλα μου στον πληθυντικό».

Στροβιλίζω τα μάτια μου και τελικά κάνω ό,τι μου λέει. Κατεβαίνω από την έδρα, γεμάτη νεύρο με αυτό που είπε, και σταυρώνω τα χέρια στο στήθος μου.

«Χθες δεν φαινόταν να σε ενοχλεί ο ενικός» μουρμουρίζω.

«Χθες; Χθες δεν ήξερα ότι από σήμερα θα είσαι μαθήτριά μου».

«Okay».

Δεν απαντάει πίσω. Μαζεύει τα πράγματά του και τελικά απομακρύνει τα γυαλιά μυωπίας από τα πράσινα μάτια του. Γιατί; σκέφομαι. Αφού αυτά τα γυαλιά του πήγαιναν υπερβολικά πολύ.

Αντί να φύγω και να τον αφήσω στην ησυχία του στέκομαι όρθια στην θέση μου και αυτός εξακολουθεί να είναι αμίλητος και να με αγνοεί πλήρως. Κάτι που σιχαίνομαι είναι όταν οι άνθρωποι που θέλω να μου δώσουν σημασία δεν μου δίνουν. Γενικότερα στην ζωή μου τα πράγματα πηγαίνουν στραβά και όχι όπως τα θέλω. Αναζητώ λίγη προσοχή, λοιπόν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο.

Προχωράει μακριά χωρίς να πει τίποτα και είναι έτοιμος να ανοίξει την πόρτα και να φύγει.

Πετάγομαι όμως και λέω, «Πάντως είμαι σίγουρη ότι το βυσσινί ήταν καλύτερη επιλογή».

Γυρίζει και με κοιτάει, «Για ποιο πράγμα μιλάς;»

«Το βυσσινί πουκάμισο θα έκανε ωραία αντίθεση με τα μάτια σου» σηκώνω τους ώμους μου.

«Noora...» ξεκινάει εμφανώς αγανακτησμένος μαζί μου. «Ή θα σταματήσεις να είσαι αναιδής ή θα σε αναφέρω στο γραφείο των καθηγητών».

«Μάλλον το σχολείο σου κάνει κακό γιατί χθες ήσουν λιγότερο κόπανος» αντιγυρίζω αμέσως.

«Πάρε κανένα ηρεμιστικό, Noora» λέει και κλείνει την πόρτα πίσω του χωρίς κάτι παραπάνω.

Μένω να κοιτάζω το κενό άναυδη στα λόγια του. Συγγνώμη, για μισό λεπτό! Τι μου είπε μόλις;

Ευχαριστώ που διαβάζετε την ιστορία, ψηφίζετε και σχολιάζετε.

𝐎𝐡, 𝐭𝐞𝐚𝐜𝐡𝐞𝐫Where stories live. Discover now