κεφάλαιο 32

3.1K 267 5
                                    

"Μμμ πεντανόστιμο το φαγητό σου κυρία Πολυξένη! Να μου δώσεις τη συνταγή..." Είπε η Έλενα όσο εγλυφε
το πηρούνι της.

"Θα στη δώσω κορίτσι μου, τίποτα δεν είναι! Άσε το φαγητό τώρα και πιάσε το τηλέφωνο,ώρα να πάρεις το παλληκάρι σου!" Της είπε για εκατοστή φορά η γριούλα.

"Κυρία Πολυξένη..." Πήγε να δικαιολογηθεί η Έλενα μα εκείνη τη πρόλαβε.

"Θες πάλι να σου κάνω διάλεξη; Κόρη μου η ζωή είναι μια ταινία,εσύ διαλέγεις τους ηθοποιούς και τους κομπάρσους,όπως και τι θέμα θα της δώσεις,αν θες τη κάνεις δράμα και αν θες κωμωδία...
Κοίταξε εμένα! Μπορούσα να κάνω παιδιά και; Έχασα τον άντρα μου πριν προλάβω...
Καλά καλά δεν τον χόρτασα ποτέ μου,τώρα κοιτάζω τις φωτογραφίες του και μου φαίνεται σαν όνειρο,η μέρα που τον γνώρισα,που τον παντρεύτηκα... Η μαύρη μέρα που τον αποχαιρέτησα."
Η κυρά Πολυξένη της αφηγούνταν τη ζωή της και εκείνη άρχισε να κλαίει αφήνοντας μικρούς λυγμούς να βγαίνουν από το στόμα της.

Το τζάκι έκαιγε δίπλα τους και εκείνη έπιασε το χέρι της γριούλας...

"Ζήσε κόρη μου, ζήσε,ακουσε τα λόγια μιας γυναίκας που εφτασε ογδόντα χρονών και είδε πολλά,πριν προλάβεις να πάρεις μια γερή αναπνοή θα έχουν περάσει τα χρόνια και θα είναι πια αργά."
Συνέχισε η κυρά Πολυξένη και της έσπρωξε μπροστά της το κινητό της.

Η Έλενα σκούπισε τα δάκρυα από τα μάτια της και με τρεμάμενο χέρι σήκωσε το τηλέφωνο στη παλάμη της.
Είχε δίκιο η κυρά Πολυξένη,πόσο ηλίθια φέρθηκε στον Δημήτρη...
Η επιλογή έπρεπε να είναι δική του,όχι δική της...
Μα ίσως και όχι,αν έβλεπε στα μάτια του την απογοήτευση δεν θα το άντεχε...

"Έλα κάλεσε τον,μη δειλιάσεις πάλι..."
Της είπε η γυναίκα δίπλα της και εκείνη το ξεκλείδωσε και κάλεσε τον αριθμό του.

Τα λίγα εφιαλτικά λεπτά που χρειάστηκαν για να μείνει αναπάντητη η κλίση,της φάνηκαν αιώνας.

"Δεν μου απαντά..."
Είπε θλιμμένα η Έλενα και άφησε το κινητό στο τραπέζι.

"Δεν πειράζει κόρη μου,μπορεί να μην το έχει κοντά του,θα το δει και θα σε πάρει εκείνος..." Της απάντησε η γυναίκα και ακούστηκε ένα χτύπημα στη πόρτα,ενώ έκανε να σηκωθεί.

Η Έλενα τη σταμάτησε αμέσως "θα ανοίξω εγώ κυρά Πολυξένη..." Της είπε και αφού σκούπισε τα μάτια της άνοιξε τη πόρτα.
Η ανάσα της άρχισε να πηγαίνει γρηγορότερα,η καρδιά της χτυπούσε ακανόνιστα.

Μη με ξεχάσεις Where stories live. Discover now