Μυρσίνης POV
Κάθομαι στο σπίτι στο ατελιέ μου μπροστά από έναν καμβά και ζωγραφίζω...
Ζωγραφίζω εκείνον...
Τον αγαπημένο μου Χάρη...
Μου αρέσει πολύ...
Είναι τόσο όμορφος...
Ο ποιο όμορφος άντρας που έχω γνωρίσει...
Έχει τόσο όμορφα μάτια...
Τόσο γλυκό χαμόγελο...
Και ας χαμογελάει σπάνια...
Είναι τόσο υπέροχος...
"Δεσποινίς Μυρσίνη..." Ακούω την φωνή του Σταύρου και αμέσως γυρνάω και τον κοιτάζω.
"Τι είναι Σταύρο?" Τον ρωτάω ήρεμα.
"Ο πατέρας σας είναι κάτω σε έξαλλη κατάσταση. Θέλει να σας μιλήσει." Μου λέει και τότε αφήνω μια ανάσα όπως και το πινέλο. Βγάζω και την ποδιά μου και πλησιάζω τον Σταύρο.
"Είναι και η Βίβιαν κάτω?" Τον ρωτάω.
"Φυσικά." Μου απαντάει και χαμογελάω.
"Τέλεια. Πάμε." Του λέω και κατεβαίνουμε στο σαλόνι.
Εκεί βλέπω τον πατέρα να πηγαίνει πάνω κάτω εκνευρισμένος και την Βίβιαν να κάθεται ψύχραιμη στον καναπέ και να πίνει το τσάι της.
"Καλημέρα μπαμπά." Του λέω χαμογελαστή.
"Καλημέρα μικρή μου Μυρσίνη." Μου ενώ από το βλέμμα του καταλαβαίνω την ταραχή του.
"Καλημέρα Βίβιαν." Της λέω πλησιάζοντας την και μου χαμογελάει.
"Καλημέρα γλυκούλα μου. Πώς είσαι?" Με ρωτάει και τότε βήχω λιγάκι και όλοι με κοιτάζουν φοβισμένοι.
"Καλά είμαι. Μην ανησυχείτε." Απαντάω και βήχω ξανά.
"Βήχεις και είσαι καλά? Φυσικά και δε είσαι! Πάμε αμέσως γρήγορα στο νοσοκομείο!" Φωνάζει ο πατέρας μου κάνοντας κίνηση να με τραβήξει για να πάμε στο νοσοκομείο όμως τον σταματάω.
"Δεν χρειάζεται μπαμπά μου... Όλα καλά. Μην ανησυχείς. Όλα καλά. Απλά ίσως να κρυώσα εχθές λιγάκι." Του λέω όμως δεν φαίνεται να ηρεμεί.
"Να κρύωσες? Θυμάσαι ότι την τελευταία φορά που κρύωσες ανέβασες σαραντάρια και κατέληξες να έχει πνευμονία?" Μου φωνάζει και ρολαρω τα μάτια μου.
"Εντάξει μπαμπά... Αλλά τώρα έχω... Όλα μου τα ζωτικά όργανα... Άρα δεν είναι και τόσο... Επικίνδυνο." Απαντάω εγώ.
ВЫ ЧИТАЕТЕ
Ταξικά
ЮморΚαι ταξικά... Το πράγμα δεν τσουλάει... Το ξέρω δεν σου παει... Να τα έχεις με φτωχό...