Δωδέκατο Κεφάλαιο

10 1 0
                                    

Το επόμενο ξημέρωμα, η Μαρινέλλα ξύπνησε απότομα από έναν ήχο που άκουσε. Κοίταξε την ώρα. 5.30 το πρωί. Φόρεσε το μπλουζάκι του και βγήκε έξω. Η ησυχία της αρέσει. Την κάνει να σκέφτεται πολλά. Ξαφνικά ένιωσε από πίσω της ένα άγγισμα στην πλάτη. 

Π: Ξύπνησες; 

Μ: Ναι. Κάτι άκουσα από έξω και είπα να βγω λίγο. 

Π: Καλά έκανες. 

Μ: Κοίτα τι ωραία θέα...

Π: Αν σου αρέσει τόσο, θα σε φέρνω κάθε μέρα. 

Μ: Άντε μωρέ. Πονηρούλη. 

Π: Άντε έλα. Πάμε μέσα να ντυθούμε και να φύγουμε. 

Μ: Ωχ ναι! Πρέπει να πάω να ελέγξω μια ενημέρωση που μου έστειλε ο Καλλέργης. 

Π: Α ναι! Έχουμε και τις εργασίες σου. 

Μ: Σταμάτα βρε! 

Π: Πάντως σου πάει η μπλούζα μου. Έχω πολλές να σου δώσω. 

Μ: Άντε από εδώ! 

Π: Τι έκανα πάλι; 

Μ: Προχώρα. 

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Σ: Καλημέρα μωρή βλάχα. 

Α: Έλα! Καλημέρα. Να σου φτιάξω πρωινό; 

Σ: Τι τρως;

Α: Ομελέτα φτιάχνω και καφέ. 

Σ: Βάλε και για μένα. 

Α: Η Μαρινέλλα δεν πήρε τηλέφωνο; 

Σ: Όχι. Λογικά θα το κάψανε με τον Παναγιώτη. 

Ακούνε κλειδιά στην πόρτα. 

Α: Μπα. Μας θυμήθηκες κοπελιά;

Μ: Ωχ! Ξύπνιες είστε; 

Σ: Τι κάνατε τόσες ώρες; 

Μ: Να...ήρθαμε πιο κοντά. Μου είπε για τον εαυτό του, τα συναισθήματά του για εμένα. Μου είπε ότι με αγαπάει και είναι ερωτευμένος μαζί μου...

Α: Να τα μας! Μας βγήκε συναισθηματικό το παιδί. 

Μ: Άντε μωρέ. 

Σ: Και; 

Μ: Τι και; 

Σ: Τι άλλο έγινε; Γιατί αποκλείεται να σου έλεγε τόσες ώρες αυτά. 

Μ: Εμ ναι...

Α: Άστα αυτά! Το κάνατε; 

Μ: Ρε Αναστασία... Τι λες; 

Α: Τι τι λέω; Το κάνατε ναι ή όχι; 

Μ: Ίσως...

Α: Δεν έχει ίσως αγάπη μου σε αυτά. Ή ναι ή όχι. 

Σ: Άντε μαρή πες μας. 

Μ: Καλά καλά. Ναι! 

Σ: Ωωωω!!!

Α: Να τη! 

Μ: Σκάστε τώρα. Πάω να κάνω ένα μπάνιο. Θέλω και εγώ πρωινό. Μέχρι να διαβάσω μια ενημέρωση θα μου έχετε φτιάξει; 

Σ: Καλά καλά. Θα σου φτιάξουμε. Άντε. 

Τα κορίτσια έφαγαν, ετοιμάστηκαν και πήγαν στην σχολή. Στον δρόμο τους η Στέλλα λιγουρεύτηκε ένα κρουασάν. 

Σ: Βρε κορίτσια...Να...Μήπως να σταματούσαμε στον φούρνο; 

Μ: Γιατί; Τι έγινε Στελλίτσα; 

Σ:  Θέλω ένα κρουασάν. Έχω λιγούρες. 

Α: Βρε μήπως είσαι έγκυος; 

Σ: Άντε μωρέ σταμάτα. Θέλετε τίποτα;

Μ: Όχι όχι. Εμείς παίρνουμε από την καντίνα. 

Σ: Πω πω πω...

Η Στέλλα μπαίνει με ένα φρέσκο αέρα μέσα στον φούρνο αλλά αντικρίζει...

Σ: Καλή σας μέρα. Ένα κρουασάν σοκο... Εμ το παιδί που δούλευε εδώ; Που είναι;

Υπάλληλος: Το παιδί παραιτήθηκε. Έφυγε άρον άρον. Λογικά του έτυχε κάτι σημαντικό. 

Σ: Αα μάλιστα. Ένα κρουασάν. 

Υπάλληλος: Ναι, μισό λεπτό... Ορίστε. 

Σ: Πόσο είναι; 

Υπάλληλος: 2 ευρώ. 

Σ: Ορίστε. Ευχαριστώ πολύ. Καλή σας μέρα. 

Υπάλληλος: Στο καλό. Γεια σας! 

Α: Τι έγινε και έχεις τέτοια μούρη; 

Σ: Ο Γιάννης. 

Μ: Τι έπαθε ο Γιάννης; 

Σ: Η υπάλληλος μου είπε ότι παραιτήθηκε και έφυγε. 

Μ: Τι; Αποκλείεται. 

Α: Μα πως; Μετά από αυτό που έγινε μεταξύ σας; 

Μ: Τι έγινε μεταξύ σας; 

Α: Αα εσύ είσαι πίσω. Το έκαναν. 

Μ: Τι; Με τον ξάδερφο μου μωρή; 

Α: Δεν είναι αυτό το θέμα μας τώρα. 

Σ: Μαρινέλλα, πάρε τον τηλέφωνο. Να δούμε που είναι. 

Α: Μπα. Νοιάζεται η Στέλλα για αγόρι; Κάτι γίνεται εδώ. 

Σ: Έλα βρε Αναστασία. Σταμάτα επιτέλους. Μπορεί να έπαθε κάτι. 

Μ: Σουτ. Παίρνω τηλ. 

Το τηλέφωνο που καλέσατε δεν υπάρχει. Παρακαλούμε επι...

Σ: Τι έγινε;

Μ: Λέει ότι δεν υπάρχει το τηλέφωνο αυτό. 

Α: Λες να έπαθε κάτι;

Σ: Παναγία μου. Αναστασία. Πάρε τον Κώστα. Εχθές έφυγαν μαζί. 

Α: Ναι ρε. Μισό.

Βιάστηκα να σε αγαπήσωWhere stories live. Discover now