Ε Ι Κ Ο Σ Ι Ε Ν Α

165 20 1
                                    

Ο Μιχάλης ήταν απορροφημένος με το ωραίο φαγητό που απολάμβανε και δεν κατάλαβε την κουνιάδα του που στεκόταν σαν άγαλμα στην πόρτα.

«Μιχάλη...» είπε αδύναμα αλλά αρκετά δυνατά για να γυρίσει ο Μιχάλης και να την κοιτάξει. Έπεσε από τα σύννεφα με αυτό που αντίκρισε. Το πρόσωπο της ήταν χλωμό και ακούμπαγε στην κάσα της πόρτα για να μην καταρρεύσει. Έτρεξε αμέσως κοντά της ανήσυχος.

«Μαριάννα, τι έπαθες;» την ρώτησε και την κράτησε από τους ώμους για να την στηρίξει.

«Μιχάλη, ο πατέρας μου πέθανε.» είπε και τα μάτια της βούρκωσαν χωρίς όμως να τρέξει κανένα δάκρυ.

«Τι;!» είπε εκείνος έκπληκτος.

«Έπαθε έμφραγμα για δεν τα κατάφερε. Εχτές που τον είδα ήταν μία χαρά και σήμερα...» του εξήγησε και έκλεισε τα μάτια από τον πόνο που ένιωθε. «Μιχάλη, πρέπει να πάω στη μαμά μου. Με χρειάζεται.» του είπε.

«Θα σε πάω εγώ σε εκείνη. Εσύ κοίτα να ηρεμήσεις. Πρέπει να φανείς δυνατή τώρα.» της είπε και την βοήθησε να πάει στο δωμάτιο της για να μαζέψει τα πράγματα της.

«Δεν νομίζω ότι έχω άλλη αντοχή. Νιώθω ότι είμαι στο στόχαστρο όλων των κακών.» του είπε με παράπονο και κάθισε για λίγο στο κρεβάτι με τα χέρια της να κρύβουν το πρόσωπο της. Ήθελε να κλάψει για να ξεσπάσει αλλά τα δάκρυα δεν έλεγαν να κυλίσουν. Σαν να είχε παγώσει όλη μέσα της.

«Είσαι πολύ πιο δυνατή από ότι πιστεύεις. Και θα είμαι και εγώ δίπλα σου για ότι χρειαστείς. Και εγώ, και η Ασπασία και όλοι μας.» της είπε με υπονοούμενο αφού είδε σκεφτόταν να επικοινωνήσει με τον αδελφό του.

Ξεκίνησε να μαζεύει τα πράγματα της. Όταν πήγε στον Σταύρο είχε περάσει από το σπίτι της Ασπασίας για να πάρει την βαλίτσα που είχε από τότε που έφυγε από το σπίτι του Άλεξ. Δεν άργησε να ετοιμαστεί. Μετά από περίπου μία ώρα έφυγε μαζί με τον Μιχάλη από το σπίτι του και κάτι της έλεγε ότι όταν ξαναέρθει δεν θα είναι μόνη της. Μπορεί να είναι με το παιδάκι της και να είναι ευτυχισμένη.

Μετά από κάποια ώρα το αμάξι του Μιχάλη πάρκαρε κάτω από το πατρικό σπίτι της Μαριάννας. Εκείνη έμεινε να κοιτάει έξω από το παράθυρο. Μέσα σε αυτό το σπίτι είχε ζήσει πολύ όμορφες στιγμές μαζί με την οικογένεια της. Τώρα όλα θα είναι διαφορετικά. Δεν θα ξαναδεί τον πατέρα της να ψήνει κάθε Κυριακή στην πίσω αυλή, ούτε να παίζει τάβλι με τον Αλέξανδρο και να νευριάζει πάντα όταν έχανε. Όλα αυτά πλέον ανήκαν στο παρελθόν και το παιδάκι της δεν θα γνωρίσει ποτέ τον παππού του. Πόσο άδικο είναι αυτό;

Problems in Paradise   #TYS2021Où les histoires vivent. Découvrez maintenant