Παρόλο που το σκοτάδι έχει κερδίσει από ώρα την μάχη με τον ήλιο, οι δρόμοι είναι γεμάτοι κόσμο, τουρίστες και ντόπιους, που απολαμβάνουν μία βόλτα στην πόλη το βράδυ. Το λαμπερό φεγγάρι προσθέτει τις δικές του ασημένιες πινελιές στο ήδη μαγευτικό τοπίο, παίζοντας με τα κτήρια και δημιουργώντας εφήμερες ασπρόμαυρες ζωγραφιές στον δρόμο με τις σκιές τους. Ακόμα και τώρα, που η ώρα είναι περασμένη, κάποιοι καλλιτέχνες βρίσκονται στους δρόμους, κοντά στο ιστορικό κέντρο, απαθανατίζοντας στους καμβάδες τους όποιον περαστικό αποφασίσει να ποζάρει για εκείνους.
Η Φλωρεντία δεν κοιμάται ποτέ! Με το που πατάει κάποιος το πόδι του στην ιταλική πόλη, την πρωτεύουσα της Τοσκάνης, νιώθει σαν να ανοίγει μια αόρατη πόρτα που τον μεταφέρει στο μακρινό παρελθόν, στην εποχή της Αναγέννησης. Δεν είναι μόνο το ιστορικό κέντρο της, το οποίο έχει άλλωστε χαρακτηριστεί μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς από την Ουνέσκο, που δημιουργεί αυτή την εντύπωση. Όλη η πόλη μοιάζει σαν ένα μεγάλο μουσείο. Περιδιαβαίνοντας τα σοκάκια της, έχεις την αίσθηση ότι θα πέσεις πάνω στον Μιχαήλ Άγγελο, έναν από τους καλλιτέχνες που έζησαν και δημιούργησαν στην Φλωρεντία, ή θα πιεις τον καφέ σου πιάνοντας επιστημονική συζήτηση με τον Γαλιλαίο.
Αν και το ημερολόγιο διατείνεται ότι βρισκόμαστε στα μέσα του Οκτώβρη, ο καιρός το αγνοεί επιδεικτικά και αρνείται να ψυχράνει. Οι άνθρωποι περπατούν με κοντομάνικα, απολαμβάνοντας την ομορφιά που τους περιβάλλει. Μοναδική παραφωνία μοιάζει να είναι ένας ψηλός άντρας που φοράει μπουφάν και περπατάει βιαστικά προς τον προορισμό του. Δεν χαίρεται το τοπίο, παρά μόνο κινείται αποφασιστικά, έχοντας σχεδόν χώσει το πρόσωπό του μέσα στο μπουφάν. Ένας ανύποπτος παρατηρητής θα πίστευε ότι πρόκειται για έναν νέο που κρυώνει υπερβολικά. Δεν θα μπορούσε καν να φανταστεί ότι ο άντρας ανέχεται το μπουφάν για να κρύψει πιο εύκολα το πιστόλι που κουβαλάει, ούτε ότι το βυθισμένο μέσα στο πανωφόρι του πρόσωπο επιδιώκει απλώς να αποφύγει περίεργες συναντήσεις.
Ο άντρας στρίβει σε μια γωνία. Στα δεξιά του μπορεί να δει κανείς την πολυφωτογραφημένη Πόντε Βέκιο, την γέφυρα που οδηγεί στο νότιο τμήμα της πόλης. Αδιάφορος για την τουριστική πλευρά της Φλωρεντίας, ο άντρας πλησιάζει ένα πιάνο μπαρ που βρίσκεται λίγα μέτρα μακριά του. Στέκεται για να επιβεβαιώσει ότι είναι στο σωστό μέρος. Το φως της εισόδου πληροφορεί τον επισκέπτη ότι έχει έρθει στο Άλμπα Φιορεντίνα, την Αυγή της Φλωρεντίας, ένα πιάνο μπαρ με ωραία ποτά και καλή ζωντανή μουσική. Ο άντρας περνάει την πόρτα και μπαίνει μέσα. Δεν πιστεύει ότι θα βρεθεί αντιμέτωπος με κάποιον, αλλά για καλό και για κακό έχει μείνει αξύριστος πολύ καιρό, με αποτέλεσμα ένα πλούσιο μούσι να καλύπτει μεγάλο μέρος του προσώπου του.
Περνάει τον προθάλαμο και είναι έτοιμος να τραβήξει την κουρτίνα που χωρίζει το χωλ από την κύρια αίθουσα όταν στέκεται με το χέρι μετέωρο. Μέσα από το μπαρ φτάνει στα αυτιά του η πιο όμορφη φωνή που έχει ποτέ ακούσει. Θα έλεγε κανείς ότι ένας άγγελος τραγουδάει και όχι ανθρώπινο πλάσμα. Με το που παραμερίζει το υφασμάτινο παραπέτασμα, η εικόνα ολοκληρώνεται, κάνοντάς τον να κρατήσει την ανάσα του. Η τραγουδίστρια που βρίσκεται δίπλα από το πιάνο ψυχαγωγώντας τους παρευρισκόμενους, μια ψηλόλιγνη κοπέλα με κατάμαυρα μαλλιά και λεπτά χαρακτηριστικά, γεμίζει τον χώρο με την βελούδινη φωνή της, καθηλώνοντας για μερικά δευτερόλεπτα τον άντρα στο άνοιγμα της κουρτίνας.
Η φωτογραφία που του είχαν δείξει αδικούσε την πραγματικότητα. Βεβαίως, εκείνο το στιγμιότυπο ήταν παρμένο βιαστικά και από μακρινή απόσταση, αλλά και πάλι ήταν εμφανές ότι πρόκειται για μια όμορφη γυναίκα. Ο άντρας, όμως, δεν ήταν προετοιμασμένος για μια καλλονή. Η καλλίγραμμη σιλουέτα της, τα καλοσμιλεμένα χαρακτηριστικά του προσώπου της μα, κυρίως, η άγνοια που δείχνει να έχει για την εντύπωση που προκαλεί στους άλλους με την εμφάνισή της, συνθέτουν έναν συναρπαστικό συνδυασμό. Τα βλέμματα όλων, ειδικότερα των αντρών, είναι καρφωμένα πάνω της, αλλά εκείνη μοιάζει σαν να κοιτάει κάποιον αόρατο ακροατή, βυθισμένη απολύτως στην μαγεία της μουσικής που ντύνει το τραγούδι της.
Ο άντρας παραγγέλνει ένα ποτήρι λευκό κρασί και τραβάειτα μάτια του από την κοπέλα. Υπενθυμίζει στον εαυτό του ότι πρέπει να βρίσκεταισε συνεχή επαγρύπνηση. Το αφεντικό ήταν σαφές. Δεν υπάρχουν περιθώρια λάθους,είναι πολύ μεγάλο το διακύβευμα. Απορεί με την αντίδρασή του στην θέα τηςκοπέλας. Πάει καιρός που κάποια γυναίκα τον έχει κάνει να χάσει την αναπνοήτου. Παρόλο που έχουν περάσει πέντε ολόκληρα χρόνια από το μοιραίο πρωί πουέχασε ό,τι είχε ιερότερο, η θύμηση είναι ακόμα νωπή, απομακρύνοντας την ελπίδανα φτιάξει την ζωή του από την αρχή. «Λάθος στιγμή αποφάσισες να βγεις από τονλήθαργο! Όχι τώρα και όχι με αυτό το άτομο! Όχι με τον στόχο σου!» αναλογίζεταικαι αρχίζει να εποπτεύει την αίθουσα.
KAMU SEDANG MEMBACA
Φύλακας Άγγελος
PertualanganΜπορείς να κρυφτείς από το παρελθόν σου. Μπορείς ακόμα και να τρέξεις μακριά από αυτό. Αλλά ποτέ δεν θα μπορέσεις να ξεφύγεις...