Ελευθερία

66 4 0
                                    

Τραγουδούσα σιγανά καθώς έφτιαχνα πρωινό. Έφτιαξα τοστ και έκοψα φρούτα. Κάθισα σε μια καρέκλα και απόλαυσα το πρωινό μου. Έπειτα από λίγο άκουσα την πόρτα του σπιτιού να κλείνει.
-Γύρισα, άκουσα τον Ορέστη να φωνάζει.
Χαμογέλασα και συνέχισα να τρώω.
-Στην κουζίνα είμαι, είπα.
Ξαφνικά εκεί που δεν το περίμενα είδα την Ιωάννα να τρέχει προς το μέρος μου. Έμεινα να την κοιταζω κοκαλομενη.
-Αναστασία!! είπε χαμογελαστά και έτρεξε στην αγκαλιά μου.
-Περπατάς; ψιθυρισα τυλιγοντας τα χέρια μου γύρω της και σηκώνοντας την στην αγκαλιά μου. Ένιωθα καυτά δάκρυα χαράς να τρέχουν στα μάγουλα μου.
-Ναι! Είναι πολύ ωραίο! Τα πόδια μου με πάνε οπου θέλω, είπε χαμογελαστά κοιτώντας με.
Πέρασα μια τούφα μαλλιών πίσω από το αυτί της.
-Χαίρομαι που σου αρέσουν, είπα και σκούπισε με τα χεράκια της τα μάγουλα μου.
-Μου έλειψες. Γιατί μας άφησες μόνους μας; ρώτησε όλο παράπονο.
-Συγγνώμη. Είχα όμως πολλές δουλειές. Αλλά πλέον γύρισα και είμαι πάλι εδώ, είπα και είδα τον Ορέστη να μπαίνει στην κουζινα και να μας κοιτάει.
-Ξέρεις μερικά βράδια φοβόμουν να κοιμηθώ και εσύ δεν ήσουν εδώ να κοιμηθείς μαζί μου. Οπότε κοιμόμουν αναγκαστικά με τον μπαμπά. Καλά ήταν. Αλλά ροχαλιζε, είπε και έπεσε στην αγκαλιά μου πάλι.
Την κράτησα σφιχτά και γέλασα.
-Χαίρομαι που έκανες εσύ παρέα στον μπαμπά σου και όχι καμία άλλη, είπα κοιτώντας τον Ορέστη χαμογελώντας και μου έδωσε ένα από τα πονηρά χαμόγελα του.
-Δεν θα ξαναφύγεις εε; με κοίταξε.
-Αν με θέλετε τόσο πολύ στο σπίτι σας τότε θα μείνω, είπα κοιτώντας και τους δύο τους.
-Ωω σε θέλουμε, είπε ο Ορέστης κάνοντας μερικά βήματα προς το μέρος μας και σήκωσε το πηγούνι μου δίνοντας μου ένα πεταχτο φιλί.
Χαμογέλασα στην κίνηση του.
-Ιιιιι, είπε η Ιωάννα σπρώχνοντας τον Ορέστη απαλά.
-Άσε την Αναστασία στην ησυχία της. Θέλει να μου διαβάσει παραμύθια τώρα, είπε η Ιωάννα με εναν αυστηρό τόνο και γέλασα σιγανά.
-Έχει δίκιο, του είπα χαμογελώντας.
-Καλά. Σας αφήνω τότε, φίλησε το κεφαλι της Ιωάννας, μου έκλεισε το μάτι και μας αφήσε μόνες.

Πέρασα όλη την ημέρα με την Ιωάννα. Ζωγραφισαμε, της διάβασα οποία παραμύθια ήθελε και τώρα κοιτάμε την Πενταμορφη και το τέρας στην τηλεόραση. Είχε το κεφάλι της στα πόδια μου και της χαϊδεύα τα μαλλιά. Κοίταξα προς τα κάτω και είδα πως κοιμόταν. Έκλεισα την τηλεόραση και προσεκτικά την πήρα στην αγκαλιά μου πηγαίνοντας την επάνω στο δωμάτιο της. Την ξάπλωσα στο κρεβάτι της και κατέβηκα κάτω πηγαίνοντας στο γραφείο του Ορέστη. Καθόμουν και τον παρακολουθουσα από την πόρτα καθώς δούλευε. Φορούσε τα γυαλιά μυωπίας του και είχε τα πρώτα κουμπιά του πουκαμισου του ανοιχτά. Χαμογέλασα στην εικόνα. Σήκωσε το κεφάλι του κοιτώντας με.
-Καλώς την, είπε βγάζοντας τα γυαλιά του.
Μπήκα μέσα και πήγα μπροστά του δίνοντας του ένα πεταχτο φιλί.
-Γεια σου, ψιθύρισα.
Με τράβηξε να κάτσω στα πόδια του και γέλασα. Με φίλησε παθιασμένα και έπειτα τραβήχτηκε προς τα πίσω. Τύλιξα τα χέρια μου γύρω από τον λαιμό του και τον κοίταξα στα μάτια.
-Τον πιάσαμε, είπε χαμηλόφωνα ανέκφραστος.
Ανασηκωσα τα φρύδια μου και εκείνος κουνησε το κεφαλι του καταφατικά.
-Αύριο θα πάω εκεί που τον έχουν και θα βάλω ένα τέλος στην ιστορία.
Ένιωσα κάπως ένα βάρος να φεύγει από μέσα μου. Αλλά δεν ήθελα ο Ορέστης να είναι αυτός που θα τελειώσει την ιστορία αυτή.
-Θέλω να έρθω μαζί σου, είπα αποφασισμένα.
Με κοίταξε και εσμιξε τα φρύδια του.
-Δεν νομίζω πως είναι κάτι που θα ήθελες να δεις, είπε ανέκφραστος.
-Θα έρθω, είπα και ένωσα τα μέτωπα μας.
-Όπως νομίζεις, είπε χαϊδευοντας την πλατη μου
Τα ξημερώματα του επόμενου πρωινού ένιωσα ένα χέρι να παίζει με τα μαλλιά μου. Άνοιξα τα μάτια μου και είδα τον Ορέστη από πάνω μου.
-Σήκω σιγά σιγά. Έχουμε δρόμο μπροστά μας.

You've reached the end of published parts.

⏰ Last updated: Sep 05 ⏰

Add this story to your Library to get notified about new parts!

Love And PunishmentWhere stories live. Discover now