Τσιγάρο και Ποτό

1.1K 86 3
                                    

8 ημέρες είμαι μακρυά τους και ειλικρινά μου έχουνε λείψει αφάνταστα.Από τη μια τις χρειαζόμουν αυτές τις 8 μέρες για τον εαυτό μου για να σκεφτώ αλλά το μυαλό μου ήταν συνεχώς κολλημένο στο τι κάνουν τώρα που δεν είμαι σπίτι.

Ή ώρα ήταν 1.00 το βράδυ και είχα μόλις φτάσει σπίτι.Ανέβηκα τα σκαλιά τραβώντας άτσαλα την βαλίτσα μου και έβαλα τα κλειδιά στην κλειδαρότρυπα.Μπήκα μέσα έβγαλα τα παπούτσια μου και την ώρα που πήγα να ανέβω πάνω μπροστά μου εμφανίστηκε ο Ορέστης.Του έδωσα ένα μικρό χαμόγελο μιας και χάρηκα που τον ξαναείδα.
-Με νευριαζεις όταν κάνεις βλακειες,ειπε και ήρθε προς το μέρος μου.Πήρε τη βαλίτσα μου από το χέρι μου και την ανέβασε πάνω στο δωματιο καθώς τον ακολούθησα.
-Τι έκανα;ρώτησα ανηξερη.
-Δεν χρειαζόταν να φύγεις.Ή Ιωάννα σε ζήταγε,ειπε.
-Μα,πήγα να πω κάτι.
-Μπορεί να λυγίσει ελάχιστα τα δάχτυλα των ποδιών της,ειπε και έλαμψε το πρόσωπο του.
Το στόμα μου άνοιξε από το σοκ και έτρεξα προς το δωμάτιο της.Άνοιξα σιγά την πορτα και την είδα πως κοιμόταν ήσυχα.
Άκουσα το τηλέφωνο του Ορέστη να χτυπάει.Ποιος να είναι βραδιάτικα σκέφτηκα.
Κατέβηκε βιαστικά κάτω και το σήκωσε.
-Ναι;ειπε παραξενεμενος.
-Τι;φώναξε και χλωμιασε.
Παναγία μου θα λιποθυμήσει.Έτρεξα του έφερα λίγο νερό και εκλεισα το κινητό του.Καθόταν με τα μάτια κλειστά προς τα πίσω.
-Ορέστη θες να μου πεις τι έγινε;τον ρώτησα όσο πιο γλυκά μπορούσα.Μου έριξε ένα λυπημένο βλέμμα.
-Μήπως;τον ρώτησα πάλι.
Στραβοκαταπια από τον φόβο μου διότι την προηγούμενη φορά που έγινε κάτι τέτοιο κόντεψα να φάω ξύλο.
-Αναστασία ειλικρινά δεν-,παρατηρησα πόσο όμορφα ελεγε το όνομα μου.
-Όλα τα καταλαβαίνω,του ειπα.
-Βρήκαν την Μυρτώ,μου είπε καθώς προσπαθούσε να μη με κοιτάξει στα μάτια.Βουρκωσε αλήθεια βουρκωσε.
-Και;Που είναι;τον ρώτησα.
Μου έδωσε ένα αδύναμο ψεύτικο χαμόγελο.
-Την βρήκαν νεκρή,ειπε και κοίταξε τον τοίχο.
Γουρλωσα τα μάτια μου.Δεν του άξιζε κάτι τέτοιο.Και σίγουρα ούτε της κοπέλας.Το ίδιο θα ένιωθα και εγώ άμα πάθαινε κάτι ο Δημήτρης και ας έκανε ότι έκανε.Ήταν ο πρώτος μου έρωτας.
Προσπάθησα να τον κοιτάξω στα μάτια αλλα είχε βάλει τα χέρια του στα μάτια του.Με όλο το θάρρος που είχα του τα τράβηξα και αυτός σηκώθηκε απευθείας επάνω.
-Που πας;ρώτησα.
-Να κοιμηθώ,απάντησε μονότονα και ανέβηκε πάνω.
Αφού είναι να κοιμηθεί ας κοιμηθεί.Πήγα και εγώ στο δωμάτιο μου έκανα ένα ζεστό μπάνιο και πρώτου ξαπλώσω κοίταξα έξω.Το ήξερα.Καθόταν στο μπαλκόνι και σκεφτόταν.Ξέρω πως εάν δεν ήμουν εγώ εδώ θα το έριχνε στο ποτό.Σίγουρα.
Κατεβηκα βιαστικά κάτω πήρα δύο ποτήρια και ένα μπουκάλι Βότκα και πήγα στο δωμάτιο του.Τα άφησα στο τραπεζάκι του μπαλκονιού.
-Νομίζω το χρειάζεσαι,ειπα για να τραβήξω την προσοχή του.Και όντως έγινε με επιτυχία.
Έκατσα στο καναπεδακι και αυτός έκατσε σε ένα από δίπλα μου.
-Τσιγάρα έχεις;ρώτησε.
Μου έφυγε ένα γελακι.Από τότε που πάτησα το πόδι μου εδώ μετά από εκείνο το τραγικό πρωινό η αλήθεια είναι πως δεν έχω ξανακαπνισει πολλές φορές.Θα ήθελα ένα τώρα πλάκα πλάκα.
-Πρέπει,ειπα και πήγα στο δωμάτιο μου.Άνοιξα μια από τις τσάντες μου και πήρα ένα πακέτο που βρήκα.Γύρισα και καθώς πήρα ένα για εμένα του έδωσα το υπόλοιπο πακέτο.
Πήγα να στερεωσω το τσιγάρο στα χείλη μου και μου το άρπαξε.
-Φερτο,είπα λίγο δυνατά.
-Σου είχα πει κάτι,ειπε στερεωνοντας το στα χείλη του και ανάβοντας το.
-Έλα,γκρίνιαξα.
-Είναι ανάγκη;ρώτησε.
-Πολυ,ειπα ψέμματα και μου έδωσε ένα.
-Ψεύτρα,ψιθύρισε.
Με το που έκανα μια τζούρα ήταν λες και το μυαλό μπήκε στη θέση του.Παράξενο πράγμα το τσιγάρο.
-Λυπάμαι για αυτό που έγινε,του ειπα την αλήθεια.
Έγνεψε θετικά με το κεφάλι του κοιτώντας μπροστά.
-Θέλω χάρη,ειπε διστακτικά.
-Από εμένα;Τι μπορώ να κάνω εγώ;ρώτησα.
-Αύριο είναι η κηδεία.Έρχεσαι μαζί μου;ρώτησε.
-Μα δεν την ξέρω καν,ειπα και ανασηκωσε τους ώμους του.
-Καλά,ειπα τελικά.
Το κινητό μου χτύπησε με τον ήχο του μηνύματος και το άνοιξα απευθείας.

Απο:Δημητρης
Όλα τώρα ξεκιναν πριγκίπισσα
 
Έλεγε και είχε μια φωτογραφία με ένα όπλο.Στραβοκαταπια αγχωμένη.Τι εννοει;
Και για πιο λόγο ασχολείται ακόμη μαζί μου;Και γιατί έχει όπλο;
-Ο Δημήτρης,μάντεψε από μόνος του.
Τον κοίταξα ερωτηματικά.
-Κάθε φορά που σου στέλνει μήνυμα χαλάει η διάθεση σου,παρατήρησε.
-Δεν ήταν αυτος,του ειπα ψέμματα κλείνοντας το κινητό μου.
-Δεν είσαι καλή στα ψέμματα τιγρακι,ειπε.
Πάλι αυτό το τιγρακι;Πάλι;Νόμιζα ότι το είχε ξεχάσει!
Έριξα το σώμα μου προς τα πίσω στον καναπέ και έκλεισα τα μάτια μου.
-Αυτή τη συνήθεια του να κοιμάσαι στα μπαλκόνια να την κόψεις,ειπε λίγο νευρικά.
-Δεν κοιμάμαι,ειπα.
-Μμμμ,ηταν το τελευταίο πράγμα που τον άκουσα να λέει.

-Αναστασία,άκουσα κάποιον να ψιθυρίζει.Ένιωσα όλο μου το κορμί να ανατριχιάζει με την καυτή του ανάσα.
Άνοιξα σιγά σιγά τα μάτια μου.
-Θα έρθεις μαζί μου στη κηδεία;με ρώτησε ο Ορέστης περιμένοντας με επιμονή την απάντηση μου.
Κουνησα καταφατικά το κεφάλι μου.Του είχα πει ότι θα πάω όποτε έπρεπε.
Πήγα έβαλα ένα τζιν μαύρο και μια μαύρη μπλούζα και φύγαμε.
Στην κηδεία ήμουν συνεχώς διπλα στον Ορέστη.Ο οποίος έδειχνε σοβαρός.Πολύ σοβαρός.Όπως δείχνει σε κάθε ξένο ότι είναι.Κλάματα ουρλιαχτά από όλα άκουγες.Δεν είμαι εγώ για τέτοια.Ένιωθα φορτωμένη.Θα σοριαστω στο πάτωμα.Όταν είδα το σώμα της.Ήταν το τελειωτικό χτύπημα για εμένα.Είχε παντού πληγές.Ένιωθα τα πόδια μου να μην με κρατάνε.Αρπαχτηκα απευθείας από το χέρι του Ορέστη προσπαθώντας να κρατηθώ στα πόδια μου.
-Είσαι καλά;με ρώτησε.
Κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου.Με βοήθησε να πάμε μέχρι το αυτοκίνητο και καθίσαμε εκεί μέχρι να συνέλθω ελάχιστα.
-Καλύτερα;με ρώτησε.
Άφησα το μπουκάλι με το νερό στην άκρη και εκλεισα τα μάτια μου.
-Ναι,απάντησα.
-Πάμε σπίτι,είπε και μπήκε στην θέση του οδηγού.
Δεν ήθελα να τον κάνω να χάσει την τελευταία φορά που είχε την ευκαιρία να την δει.
-Ευχαριστώ,του είπα μετά από λίγα λεπτά που ένιωθα κάπως καλύτερα.
Μου έριξε ένα βλέμμα από τον καθρέφτη.
-Κλείσε τα μάτια και ηρέμησε,είπε και αυτό έκανα.

•Γεια σαςςςςςς!
•Ναι δεν είχα προειδοποιήσει κανέναν για αυτό το κεφάλαιο αλλά με έπιασε όρεξη να γράψω τι να κάνουμε;
•Ελπίζω να σας αρεσεεεεεεε!
•Vote&Comment
•Byeeeeeeee

Love And PunishmentWhere stories live. Discover now