Πόνος

1.2K 87 15
                                    

Το πρωί με το που ξύπνησα χωρίς να χάσω πολύ χρόνο σηκώθηκα απευθείας.Έκανα τα απαραίτητα και αφού ντύθηκα έπιασα τα μαλλιά μου έναν κότσο και έφυγα κάτω.Έφαγα και έπειτα πήρα το κινητό μου ψάχνοντας κάποιον που θα μπορούσε να αλλάξει την κλειδαριά του σπιτιού μου.
Μετά από 1 ώρα ψάξιμο βρήκα ένα τηλέφωνο πήρα τουλάχιστον 5 φορές και μετά απάντησαν.Στις 4 το απόγευμα θα ερχόταν στο σπίτι μου.Μέχρι τότε είχα αρκετό χρόνο.

Όταν η ώρα πέρασε ανέβηκα πάνω πήρα την τσάντα μου και ο Χρήστος με πήγε μέχρι το σπίτι μου.
-Δεσποινίς Αναστασία θέλετε να περάσω μετά να σας πάρω;ρώτησε ο Χρήστος καθώς πάρκαρε μπροστά στο σπίτι μου.
Στριφογυρισα τα μάτια μου με την λέξη δεσποινίς.Δεν είμαι καν ανώτερη του.Δεν μου αρέσει να με λέει έτσι.
-Όχι θα έρθω μόνη μου με ταξί.Πριν τις 6 το πολύ θα είμαι πίσω,είπα και κατέβηκα.
Το αυτοκίνητο έφυγε και εγώ μπήκα μέσα.Ένα παράθυρο ήταν ανοιχτό και η κουρτίνα του ανεμιζε από τον αέρα.Παράξενο.Πήγα το έκλεισα και κοίταξα τριγύρω.Ένιωθα κάπως.Λες και με παρακολουθούσαν.Ξαφνικά ακουσα έναν θόρυβο από το κεντρικό μπάνιο.Την ώρα που πήγα να κατευθυνθω προς τα εκεί άκουσα το κουδούνι που με τρόμαξε και πήγα στη πόρτα ανοίγοντας την.Ήταν ο κλειδαρας.Ένας μεγάλος σε ηλικία άντρας μα ευγενικός.Αφού έκανε ότι έπρεπε να κάνει και άλλαξε την κλειδαριά μου έδωσε και καινούργια κλειδιά και έφυγε.
Είχε αρκετό κρύο και πήγα στο δωμάτιο μου να πάρω μια ζακέτα.Άνοιξα τη ντουλάπα πήρα μια ζακέτα και με γρήγορα βήματα πήγα να βγω έξω.Όμως έπεσα πάνω σε κάτι.Ή σε κάποιον.Απευθείας άρχισα να τσιριζω βλέποντας τον Δημητρη μπροστά μου.
-Επιτέλους μόνοι,ειπε κάνοντας με να τρομοκρατηθω.
Πήγε να περπατήσει προς το μέρος μου αλλά με όλο το θάρρος που είχα τον εσμπρωξα όσο πιο δυνατά μπορούσα.Έλα όμως που δεν έπρεπε να το κάνω.Το χέρι του σηκώθηκε και με χτύπησε στο μάγουλο τόσο δυνατά που έκανα βήματα προς τα πίσω.Βουρκωσα αλλά δεν θα του έδειχνα πως τον φοβόμουν.
-Σήκω και φύγε από το σπίτι μου τώρα,του φώναξα.
Οργισμένος με έπιασε από τα μαλλιά και χτύπησε το κεφάλι μου πίσω στον τοίχο προκαλώντας μου ζαλάδα.
-Μαζί μένουμε εδώ,ειπε με σφιγμένα δόντια.
-Αυτό είναι δικό μου σπίτι εσύ πλέον ανήκεις στο πεζοδρόμιο,ειπα καθώς προσπαθούσα να τον σκουντηξω.
Με τραβηξε από το μαλλί και βρέθηκα μπρούμυτα στο κρεβάτι.Άκουσα τον ήχο της ζώνης του πριν καλά καλά κουνηθώ και έπειτα ένιωσα τσούξιμο στην πλάτη μου.Με βαρουσε τοσο δυνατά ενώ εγώ είχα κουλουριαστει σε μια άκρη.Κάθε δευτερόλεπτο γινόταν και χειρότερο ένιωθα μουδιασμένη την πλάτη μου.Δεν μπορούσα να κουνηθω.Κρατούσα σφιχτά τα μάτια μου φοβισμένη.Και εκεί που δεν το περίμενα νιώθω τα χέρια του να αφαιρούν τα ρούχα μου από τη μέση και κάτω.Άρχισα να κλαίω δυνατά πλέον ζητώντας για βοήθεια εάν με άκουγε κανείς.Ένιωθα πόνο ανάμεσα στα πόδια μου καθώς εκείνος έκανε ότι ήθελε στο σώμα μου.Τα παράτησα.Δεν είχε κανένα αποτέλεσμα.Νόμιζα πως θα χάσω τις αισθήσεις μου από όλα αυτά.Όταν τελείωσε γέλασε και έφυγε από το σπίτι.Μπήκα κάτω από το πάπλωμα και έκλαιγα για ώρες ατελείωτες.Το κλάμα δεν σταμάταγε ποτέ.Το κινητό μου χτυπούσε συνεχώς βλέποντας κλήσεις του Ορέστη αλλά δεν το σήκωνα.Με όση δύναμη μου είχε απομείνει σηκώθηκα φόρεσα τα ρούχα μου,μια ζακέτα και πήρα ένα πακέτο τσιγάρα.Τώρα χρειάζονται.Ξεκίνησα μέχρι το σπίτι του Ορέστη με τα πόδια.Ήταν μακρυά.Σε όλη τη διαδρομή κάπνιζα φορώντας τη κουκούλα μου για να μη φαίνονται τα χάλια μου και δεν απαντούσα στο τηλέφωνο.

Love And PunishmentDonde viven las historias. Descúbrelo ahora