26

660 84 71
                                    



Έπαιζε με το στυλό που κράταγε ανάμεσα στα δάχτυλα της αφηρημένη. Ο καιρός ήταν για βόλτα και όχι για να κάθεσαι σε ένα ιατρείο, σκέφτηκε σκυθρωπή η Δανάη κοιτώντας από το παράθυρο την ηλιόλουστη μέρα που επικρατούσε έξω. Είχε έρθει για τα καλά η άνοιξη παρατήρησε κοιτώντας τα νέα κλαδιά μιας αμυγδαλιάς απέναντι να έχουν πρασινίσει αρκετά με το νέο φύλλωμα καταπράσινο να την περιβάλουν και χαμογέλασε. Ίσως με την έλευση ομορφότερων ημερών , πιο ηλιόλουστων ,να καλυτέρευε και η δική της ψυχολογία κατέληξε και συνέχισε να χαζεύει δίχως καμία όρεξη να γυρίσει στη δουλειά της. Στο ιατρείο σταδιακά λιγόστευαν τα περιστατικά ιώσεων και κρυολογήματος και στη φυλακή είχε καταφέρει και είχε αρχειοθετήσει ηλεκτρονικά τους φακέλους των τροφίμων με αποτέλεσμα η δουλειά να βγαίνει πιο εύκολα πλέον με την ελπίδα σύντομα να προκυρύξουν  νέα θέση εργασίας μιας και η ίδια ένοιωθε ότι όποτε επισκεπτόταν το ίδρυμα μόνο κακό έκανε στην επιβαρυμένη ψυχολογία της καθώς  έπαιζαν κάθε φορά οι αναμνήσεις με τον Βίκτωρ στο μυαλό της τρελαίνοντας το σφυγμό της και την ψυχολογία της.

Το επαναλαμβανόμενο χτύπημα ενός σφυριού τέντωσε τα νεύρα της και την έκανε να βογκήξει από ενόχληση μιας κι ότι είχε καταφέρει να φτιάξει με κόπο είχε διαλυθεί με το ενοχλητικό του ήχο. Όχι πάλι σήμερα, γκρίνιαξε χαμηλόφωνα και σηκώθηκε πάνω από την καρέκλα της βγαίνοντας έξω για να δει τον πατέρα της και τον Λούκας να καρφώνουν κάτι  προσπαθώντας να επιδιορθώσουν το παράθυρο της κυράς Δέσποινας της γειτόνισσας της  που είχε ξεκολλήσει από τον χθεσινό  αέρα και κρεμόταν. Όπως έκαναν και εχτές το απόγευμα με το διπλανό του παράθυρο. Τον Λούκας να καρφώνει πιο συγκεκριμένα με τον πατέρα της να τον καθοδηγεί δίνοντας του οδηγίες.

Χαιρέτησε με ένα νεύμα μαγκωμένο ένα περαστικό που την καλημέρισε δυνατά για να επικεντρωθεί ξανά στο νέο παράξενο ζευγάρι των μαστόρων που πλέον δεν προξενούσαν κανένα παραξενευμένο βλέμμα μιας και σχεδόν όλοι τους είχαν συνηθίσει να είναι μαζί το τελευταίο διάστημα. 

Ο Φίλλιπος και ο Ναθαναήλ ή αλλιώς ο τέντζερης και το καπάκι του όπως χαριτωμένα τους αποκαλούσε η μητέρα της μιας και ο πατέρας της είχε κυριολεκτικά από την μέρα που τον είχε φέρει στο χωριό τους ,υιοθετήσει τον Λούκας. Τον περιέλαβε κάτω από τις φτερούγες του σαν αληθινό του παιδί και έκτοτε ο Λούκας σαν κλωσόπουλο τον ακολουθούσε παντού με την Δανάη κάποιες φορές να κοιτάζει την πλάτη του πατέρα της για τυχόν σημάδια από φτερά αγγέλλου.

Αλεκατρίδες "Το Αμέντι"Where stories live. Discover now