29

640 88 93
                                    

"Είμαι ο πατέρας του παιδιού της Δανάης και είμαι εδώ να αναλάβω τις ευθύνες μου"

Ένα από τα προσόντα που θεωρούσε ότι είχε ο   Βίκτωρ ήταν ότι ποτέ δεν έχανε το χρόνο του σε άσκοπες συζητήσεις. Μειονέκτημα για τους υπόλοιπους που τους άφηνε άφωνους. Όταν όμως ήξερε τι ήθελε το διεκδικούσε ωμά , δυνατά, από την πρώτη στιγμή. Έτσι και τώρα, δίχως να δειλιάσει, γνωρίζοντας ότι η οικογένεια της Δανάης παίζει αν όχι τον σημαντικότερο έναν από τους δυνατούς ρόλους στη ζωή της , προχώρησε προς το πατρικό της και δρασκέλισε το κατώφλι χτυπώντας δυνατά την εξώπορτα. Το σπίτι της κοπέλας που αγαπούσε ήταν όπως το είχε φανταστεί: οικογενειακό, γεμάτο μυρωδιές και ήχους. Κάποιες γαρδένιες δίπλα στην πόρτα είχαν ανθίσει και από το ανοικτό παράθυρο κάτι που μαγειρευόταν του έσπαγε την μύτη όσο από από το εσωτερικό έφταναν στα αυτιά του ομιλίες πιθανόν κάποιας ανοικτής τηλεόρασης ή ραδιοφώνου.

Όταν στο κατώφλι εμφανίστηκε η μητέρα της δεν χαμήλωσε το βλέμμα απέναντι στο αυστηρό δικό της αλλά την ενημέρωσε με αυτή την ωμότητα των λέξεων του  ποιος ήταν, ποιος ακριβώς ήταν ο σκοπός του  και άπλωσε το χέρι του για χειραψία . 

"Την αγαπάς την κόρη μου;"

Μπορεί όλες τις υπόλοιπες φορές οι συνομιλητές του να έμεναν άφωνοι αλλά αυτή τη φορά, με την συγκεκριμένη γυναίκα που του είχε ανοίξει την πόρτα οι ρόλοι είχαν ξεκάθαρα αντιστραφεί. Τι και αν τόσα χρόνια είχε μάθει να αφήνει άφωνους εγκληματίες και ανθρώπους της νύχτας; Για μια μοναδική φορά μια γυναίκα μέσης ηλικίας είχε  αναλάβει να τον βάλει στην θέση του σαν μαθητούδι. Δεν πρόλαβε ο Βίκτωρ να απαντήσει  στη γυναίκα από το σοκ που είχε δεχτεί  , έγνεψε και χώρισε τα χείλη του αλλά δεν πρόλαβε να ξεστομίσει την αλήθεια του μιας και βρέθηκε στην αγκαλιά της  ξαφνιασμένος. Μια αγκαλιά που έγινε αιτία και αφορμή ένα ζεστό αίσθημα, πρωτόγνωρο για αυτόν, να κυκλώσει την καρδιά του, να ηρεμήσει τους χτύπους της καρδιάς του και να καταλαγιάσει τις σκέψεις του. Όταν βγήκε από αυτήν την θεραπευτική αγκαλιά , αμίλητος κοίταξε την γυναίκα που την είχε προσφέρει.

"Καλώς ήρθες τότε στο σπιτικό μας παιδί μου"

Ο Βίκτωρ χαμογέλασε αχνά προσπαθώντας να ανταποδώσει το μεγαλοπρεπέστατο χαμόγελο της μητέρας της Δανάης. Ήταν πολύ εύκολο όλο αυτό σκέφτηκε.

"Γιατί;" του ξέφυγε και το χαμόγελο πλάτυνε στα χείλη της γυναίκας ακόμα περισσότερο

Αλεκατρίδες "Το Αμέντι"Where stories live. Discover now