κεφάλαιο 24

39 10 10
                                    

**Άννα**

Είμαστε εδώ κι μία ώρα στο σούπερ μάρκετ. Τα πόδια μου με πεθαίνουν. Αμάν κι αγτλη η Τάνια τόσα πολλά πράγματα ζήτησε.

Αν.-Πεινάω...

Μ.-Έλα κουράγιι λίγο ακόμα έχουμε άλλα πέντε πραγματάκια κι μετά πάμε να φάμε στα Goody's...

Αν.-Καλά αφού θα φάμε στα Goody's....

M.-Χαχαχαχαχα τι ώρα είναι;

Πατάω το κινητό μου κι λέει την ώρα..

"Η ώρα είναι τρεις.."

Μ.-Πήγε κιόλας τρεις;;;

Νεύω.

Τρεις. Η μαμά ή θα είναι ήδη σπίτι ή όχι ακομά. Αναρωτιέμαι πως θα αντιδράσει. Έτσι κι αλλιώς το πολύ πολύ να πάει στην αστυνομία. Αλλά για να δηλώσει εξαφάνιση πρέπει να περάσουν 48 ώρες οπότε λεχω στη διάθεση μου δύο ολόκληρες μέρες κι μετά θα αγχωθώ. Αν και δεν νομίζω να με βρουν. Ή έστω να με ψάξουν. Στο κάτω κάτω θα γίνω σε λίγο 18 οπότε είμαι ενήλικη δεν υπάρχει λόγως να με αναζητήσουν...αλλά δεν θα αναρωτηθεί; αν είμαι καλά; λογίκα δεν έχει φτάσει σπίτι αν είχε φτάσει θα με έπερνε τηλέφωνο να δει που είμαι δεν μπορεί ένα τηλεφώνημα θα κάνει...

Αλλά όχι τέρμα όλα αυτά, απο την στιγμή που εφυγα είμαι πολύ χαρούμενη. Γελάω. Μετά από τόσο καιρό γελάω συνεχόμενα κι περνάω τέλεια.

Αυτό θέλω έτσι να ζω. Γιατί όχι μόνο είμαι χαρούμενη αλλά από την στιγμή που λείπω δεν είμαι βάρος σε κανέναν κι με αυτούς που είμαι νοιάζονται περισσότερο για εμένα κι δεν υπολογίζουν καθόλου αν είναι τυφλή ή οτιδήποτε άλλο.

Μ.-Ωραία τώρα πάμε να πάρουμε κι σερβιετες κι κερί για αποτρίχωση..

Αν.-Γιατί;;;;

Όκευ όλο αυτό ήταν κάπως εγώ μόνο ξυρίζ τα πόδια μου. Κι μετά απο τόσο καιρό που έμαθα να το κάνω μόνη μου θα μου πάρουν κερί. Δεν έχω ιδέα πως θα το κάνω αυτό..

Μ.-Ηρέμησε έχεις τέλεια πόδια θα σου δείξω εγώ πως γίνεται....

Μου λέει διαβάζοντας τι σκέψη μου..

Αν.-Ναι να τα έβλεπα κιόλας...

Όταν φτάνουμε στο ταμελιο πληρώνει...

Αυτό με πείραξε δεν θέλω να δανείζομαι χρήματα από κανέναν όταν θα πάμε σπίτι υα της τα δώσω πίσω.

Βάζει τα πράγματα σε σακούλες κρατάσ κι εγώ δύο-τρεις ελαφριές με πιάνει αγκαζέ κι πηγαίνουμε προς το αμάξι.

Παίρνει τα τρόφημα απο τα χέρια μου κι τα τακτοποιεί.

Αν.-Όταν θα πάμε σπίτι θα πάρεις όλα τα χρήματα που ξόδεψες για μένα...

Μ.-Τι;; φυσικά κι όχι... δεν πρόκειται πάρτο σαν δώρο. Κι αν συνεχίσεις να μένεις μόνη θα σου φέρνω εγώ....

Αν.-Άννα ήδη έχει κάνει πολλά. Όχι δεν θέλω να παίρνω δικά σου χρήματα. Θα είναι πολύ άδικο να σου παίρνω απλά τα χρήματα. Δεν θέλω να αξαρτώμαι από εσένα....κι γενικά από κανέναν...

Μ.-Οοοοοοο γλυκούλα μου άκου να σου εξηγήσω

μου λέει κι κλείνει το πόρτπαγκαζ...

Με πιάνει απο το χέρι κι με αφήνει μπροστά στην πορτα του αυτοκινήτου....

Την ανοίγω κι μπαίνω μέσα...βάζω ζώνη. ..

Μ.-Ωραία λοιπόν. ..

Ξεκινάει να μιλάει αφού βάλει κι αυτή ζώνη....

Μ.-Δεν έχω ανάγκη από χρήματα. Οι γονείς μου είναι επιχειρηματίες κι βγάζουν πάρα πολλά. Τα λεχω βαρεθεί κι θέλω να σε βοηθήσω. Έτσι κι αλλιώς ήθελα να τα χτησιμοποιήσω για καλό σκοπό. Μια ζωή αγοράζω πράγματα για εμένα. Δεν θα κοιτάω όμως μόνο τι εγώ μου όταν μια φίλη με χρειάζεται.

Κάνω μια απόπειρα να την αγκαλιάσω. Αλλά αγκαλιάζω το τιμόνη κι μετα εντοπίζω την Μαρία κι την αγκαλιάζω..

Αν.-Ευχαριστώ πολύ....


Blind LoveWhere stories live. Discover now