Κεφάλαιο 23

103 9 0
                                    

Τα επόμενα λεπτά πέρασαν πιο γρήγορα από ότι νόμιζε ότι θα περνούσαν, κι αυτό δεν συνέβη επειδή η κατάσταση που επικρατούσε ήταν ιδιαίτερα ευχάριστη και ξέγνοιαστη, αλλά επειδή το μυαλό της δεν σταματούσε να τριγυρνάει σε σκέψεις και το βλέμμα της δεν σταμάτησε ούτε λεπτό να περιεργάζεται όλες τις κινήσεις που συνέβαιναν γύρω της. Το τελευταίο πράγμα που θυμόταν ήταν εκείνη και τον Ράιαν να μπαίνουν μέσα σε ένα μεγάλο δωμάτιο, όπου βρισκόταν ο Ευγένιος με τον Κόμη και τον Κόμη να τους καλοσωρίζει με ένα ήρεμο, ειρηνικό χαμόγελο που της φάνηκε πολύ διαφορετικό από το χαμόγελο που υπέθετε πως θα μπορούσε ποτέ να έχει το συγκεκριμένο άτομο.

Ύστερα, όλα τα υπόλοιπα συνέβησαν πολύ γρήγορα. Δύο καμαριέρες την έπιασαν φιλικά από το μπράτσο και την οδήγησαν σε μια άλλη πλευρά του Κάστρου για να την ετοιμάσουν κατάλληλα για την Τελετή Αίματος, ενώ ο Ράιαν έκανε μία υπόκλιση μπροστά στον Κόμη και ζήτησε την άδειά του για να πάει στο δικό του δωμάτιο, ώστε να ετοιμαστεί και ο ίδιος. Παράλληλα, ο Κόμης έδωσε διαταγή σε δύο κυρίους με γκρίζα στολή και ατσάλινη πανοπλία να ειδοποιήσουν όλα τα Υποκείμενα ότι επρόκειτο να τελεστεί η Τελετή Αίματος του τελευταίου Υποκείμενου σε λιγότερο από μία ώρα και ο Ευγένιος αποχώρησε μαζί με τους υπόλοιπους, χαμογελώντας στην Έμιλι με ένα περίεργο, ασαφή τρόπο, που την τρόμαξε και την έκανε να θέλει να τον χαστουκίσει ταυτόχρονα.

Έπειτα, βρέθηκε σε ένα δωμάτιο με πολλές ξύλινες, γυαλισμένες ντουλάπες γεμάτες από ρούχα, αντρικά και γυναικεία και μεγάλους καθρέφτες, μέσα στους οποίους μπορούσε ξεκάθαρα να δει την κουρασμένη και ταλαιπωρημένη έκφραση του προσώπου της. Μία από τις καμαριέρες δοκίμασε να της αφαιρέσει το φόρεμα που φορούσε ήδη και να το αντικαταστήσει με ένα άλλο, σαφώς ποιο όμορφο και λιγότερο φραμπαλό, αλλά η Έμιλι αρνήθηκε, φοβούμενη μήπως ανακαλύψει το κινητό της τηλέφωνο που είχε κρύψει στο πίσω μέρος του κορσέ της. Η καμαριέρα δεν έφερε καμία αντίρρηση και το μόνο που έκανε ήταν να της φορέσει πάνω από το φόρεμά της έναν μεταξωτό, μαύρο μανδύα, με φαρδιά μανίκια, που μύριζε μούχλα, γαρδένια και δυόσμο.

Η μυρωδιά από την μία της άρεσε, από την άλλη έκανε το στομάχι της να ανακατεύεται και να έχει έντονες τάσεις για εμετό, αν και δεν ήταν σίγουρη αν αυτό οφειλόταν στην ίδια τη μυρωδιά ή στην ζαλιστική, χαοτική και καχεκτική ατμόσφαιρα που επικρατούσε γύρω της. Δεν έλεγε πολλά, γιατί δεν ήξερε εξάλλου τι να πει, παρά το γεγονός ότι το μυαλό της ήταν πλημμυρισμένο με σκέψεις. Απλώς παρατηρούσε. Παρατηρούσε την ίδια της τη ζωή και όλα όσα συνέβαιναν γύρω της σαν να ήταν μία κινηματογραφική ταινία με διαδραστικό περιεχόμενο, αν και δεν ήταν σίγουρη αν την ευχαριστούσε αυτό που έβλεπε ή όχι.

Ο Τελευταίος Εφιάλτης  [Παύση Ανανεώσεων!]Where stories live. Discover now