Κοιτάχτηκε στον καθρέφτη του δωματίου της, αντικρίζοντας για δεύτερη ή τρίτη φορά μέσα στην ίδια μέρα το είδωλό της πίσω από το θαμπό μέταλλο του επίπλου. Αν δεν ήταν ήδη κουρασμένη από τον ψυχολογικό και τον σωματικό πόνο που είχε βιώσει εκείνη την ημέρα, θα πίστευε πως είχε αρχίσει πλέον να έχει παραισθήσεις, γιατί, κάθε φορά που κοίταζε την αντανάκλασή της στον καθρέφτη, νόμιζε πως έβλεπε μία λίγο διαφορετική όψη του εαυτού της, η οποία σταδιακά γινόταν σχεδόν ξένη με την όψη που ήξερε πως είχε μέχρι τη στιγμή που βρέθηκε σε εκείνο το μέρος.
Όλα είχαν αλλάξει. Και τελικά δεν είχε αλλάξει τίποτα. Ήταν όλα κακόγουστα αστεία που δημιουργούσε το μυαλό της ύστερα από όλες εκείνες τις δραματικές εμπειρίες που είχε βιώσει το πρωί στην "εκπαίδευση" τάχα και από όλα εκείνα τα λόγια που είχε ακούσει το απόγευμα, τα οποία από την μία έβγαζαν νόημα, αλλά από την άλλη δεν είχαν καμία λογική και το φτωχό, απλοϊκό μυαλό της δεν μπορούσε να τα αφομοιώσει όλα, ή μπορεί ακόμα να μην ήθελε να τα αφομοιώσει. Δεν ήξερε πλέον πώς να χειριστεί τον ίδιο της τον εαυτό και αυτό από την μία την παρεξένευε, από την άλλη την τρόμαζε, γιατί ίσως να είχε χάσει πλέον τον έλεγχο που νόμιζε ότι θα μπορούσε να αποκτήσει.
Η ατμόσφαιρα στο δωμάτιό της ήταν μουντή και σκοτεινή. Ο ήλιος είχε δύσει έξω και υπήρχε πλέον μόνο το απόλυτο μαύρο σκοτάδι. Είχε βρει μερικά σπίρτα μέσα σε ένα συρτάρι του κομοδίνου της και με αυτά είχε ανάψει όλα τα κηροπήγια στο δωμάτιό της, ώστε να επωφεληθεί έστω και λίγο από το τρεμουλιαστό, υποτονικό φως τους, γιατί ο όρος "ηλεκτρισμός" ήταν μάλλον άγνωστος στα υποτιθέμενα αναγεννησιακά χρόνια όπου ζούσε.
Της άρεσε ο λιγοστός φωτισμός και τον έβρισκε αρκετά καθησυχαστικό και χαλαρωτικό, αφού η ηρεμία ήταν κάτι που επεδίωκε εδώ και κάτι ώρες. Και τώρα επιτέλους την είχε. Αλλά ακόμα κι αυτή ήταν τόσο προσωρινή που είχε αρχίσει πλέον να αμφιβάλλει για το αν η ύπαρξή της θα κρατούσε για πολύ ή θα εξαφανιζόταν πριν καλά καλά την χαρεί αρκετά.
Σήκωσε το χέρι της και με τα δάχτυλά της στερέωσε μια κοκκινωπή τούφα από τα μαλλιά της πίσω από το αφτί της, γιατί έπεφτε μπροστά στα μάτια της και την ενοχλούσε. Έδειχνε περίεργη μέσα σε εκείνο το φόρεμα, αλλά ο Ράιαν της είχε πει να φορέσει κάτι ανάλογο της εποχής αυτή τη φορά, γιατί θα συναντούσαν τον Κόμη και "καλο θα ήταν να του δώσει μια αξιοπρεπή εικόνα, φορώντας αξιοπρεπή ρούχα", όπως της είχε πει. Φυσικά εκείνη μόνο "αξιοπρεπές" δεν θεωρούσε το φραμπαλό φόρεμα που φορούσε, αλλά αν επρόκειτο να δώσει λανθασμένη εντύπωση, τότε προτιμούσε να το φορέσει κι ας έμοιαζε με αποκριάτικο ανέκδοτο.
VOCÊ ESTÁ LENDO
Ο Τελευταίος Εφιάλτης [Παύση Ανανεώσεων!]
Ficção CientíficaΗ Έμιλι Χάμιλτον είναι μία συνηθισμένη δεκαεξάχρονη μαθήτρια που ζει μία φυσιολογική, εφηβική ζωή με την μητέρα της σε ένα μικρό διαμέρισμα στην Νέα Υόρκη. Όταν όμως εφιάλτες με πρωταγωνίστρια την ίδια την επισκέπτονται στον ύπνο της κάθε βράδυ, τότ...