Σήμερα η μαμά μου είπε να πάω εγώ να πάρω τα ψώνια απο το σούπερ μάρκετ. Όσο περπατούσα προς το σούπερ μάρκετ ξαφνικά μπροστά μου βλέπω την Μαρίνα με δυο φίλες της. Πανικός με πιάνει και άρχισα να περπατάω γρήγορα. Στην ουσία δεν υπήρχε καμία λογική απάντηση στην αντιδράσει μου.
"Μυρτω." Άκουσα την φωνή της και χωρίς άλλη επιλογή σταμάτησα. Γύρισα προς το μέρος της και την είδα να με πλησιάζει. Η φίλες της είχαν μείνει πιο πίσω.
"Πως είσαι;" με ρώτησε δίνοντας μου μια αγκαλιά. Την κοίταξα απορημένη.
"Νόμιζα πως δεν θα μου ξανα μιλούσες." Της είπα.
"Ξέρω πως υπάρχει μια σωστή εξηγήσει για όλο αυτό. Δεν σε κατήγορο για τίποτα. Τα ζευγάρια μαλώνουν." Ένα χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπο μου.
"Σε ευχαριστώ. Ευχαριστώ που καταλαβαίνεις."
"Καλά αν είναι να πηγαίνω.." πάει να φύγει αλλά την σταματάω.
"Στάσου. Τελικά τι έγινε με το αγόρι που ήθελες;" όλο χαρα γυρίζει προς το μέρος μου ξανα για να μου πει.
"Αχχ Μυρτω τον έκανα να ζηλέψει όπως μου είπες και έπιασε. Τώρα είμαστε μαζί. Νομίζω.." την κοίταξα ερωτηματικά.
"Τι εννοείς;"
"Μαρίνα άντε πάμε θα χάσουμε το λεωφορείο." Άκουσα μια από της φίλες της να λέει.
"Πρέπει να φύγω. Πάρε με μετά τηλέφωνο να βρεθούμε να τα πούμε." Της έγνεψα και την είδα να απομακρύνετε.[....]
Η ώρα ήταν έξι το απόγευμα. Ήμουν στο δωμάτιο της Μαρίνας και μιλούσαμε.
"Και στο τέλος ήρθε και μου μίλησε. Τσακωθήκαμε λίγο αλλά στο τέλος με φίλησε. Κάπως έτσι έγινε." Μου είπε ενώ είχε ένα χαμόγελο που έφτανε ως τα αυτιά.
"Τέλεια. Χαίρομαι για εσένα." Της είπα και μελαγχολία ένιωσα ξαφνικά.
"Τι έπαθες;" ρώτησε και κούνησα το κεφάλι μου δείχνοντας πως δεν έχω κάτι.
"Τον σκέφτεσαι έτσι;" της έγνεψα και τα δάκρυα άρχισαν να βγαίνουν πάλι.
"Μαρίνα τον αγαπάω." Άρχισα να κλαίω και με πηρε αγκαλιά.
"Θες να μου εξηγήσεις τι έγινε;" άρχισα να της λέω τι έγινε εκείνη την μέρα.
"Και σε πέταξε έξω χωρίς να σε αφήσει να του εξηγήσεις;" κούνησα το κεφάλι καταφατικά.
"Τι ηλίθιος Θεέ μου. Πάει και ακούει της βλακίες που λέει κάποιος που ήθελε να σας χωρίσει. Και δεν σε αφήνει να δικαιολογηθείς. Τι χαζό αδερφό έχω." Είπε νευριασμενη.
"Αλήθεια σου λέω. Δεν θυμάμαι ποτέ έγινε αυτό με το στικάκι. Παντός ξέρω ότι εννοούσα πως ο Αχιλλέας μιας που είναι πολύ στο διαδίκτυο είναι πολύ σίγουρο πως θα μπορούσε να με βοηθήσει να βρω τον πατέρα μου. Και αν με έβλεπε ο πατέρας μου στην τηλεόραση μαζί του μπορεί να επικοινωνούσε."
Η Μαρίνα με καταλάβαινε. Με συμβούλευε να ηρεμήσω. Ήταν η μόνη εκτός από την μητέρα μου που μου έλεγε πως όλα θα πάνε καλά.Κάπως έτσι πέρασαν τρεις μήνες χωρίς να τον δω. Τον σκεφτόμουν κάθε μέρα. Ειδικά της πρώτες μέρες ήμουν στα πατώματα. Στην δουλειά δεν πήγαινα. Τώρα πάω αναγκαστικά ώστε να προσπαθώ να ξεχνιέμαι. Με την Μαρίνα ενωθήκαμε παρά πολύ. Σαν κολλητές ένα πράγμα. Ποτέ μου δεν είχα μια κολλητή. Της έβρισκα όλες υποκρίτριες. Η Μαρίνα είναι αλλιος. Κάθεται με της ώρες και ακούει τα προβλήματα μου, με συμβουλεύει.
Ένα νέο που η αλήθεια είναι ότι το περίμενα είναι ότι το αγόρι που τα έφτιαξε είναι ο Λευτέρης. Και πράγματι είναι ο μόνος που μιλάω από την παρέα.
Τώρα είμαι στο σπίτι της Μαρίνας και τρώμε μεσημεριανό. Οι γονείς της είναι στο σαλόνι και συζητούν. Από ότι μου είπε η Μαρίνα δεν ξέρουν πως εγώ και ο Αχιλλέας έχουμε χωρίσει. Όσο τρώγαμε ξαφνικά πάγωσα από τα λόγια της μητέρας του.
"Αλέξανδρε σου είπα; Σήμερα κατά της τρεις μου είπε ο Αχιλλέας πως θα έρθει και θα κάτσει μέχρι το βράδυ." Αυθόρμητα μου έπεσε το πιρούνι που κρατούσα από τα χέρια με αποτέλεσμα να πέσει στο πάτωμα. Η Μαρίνα με κοίταξε.
"Όλα καλά;"
"Γιατί δεν μου το είπες;" της ψυθίρισα και ξαφνικά το κουδούνι ακούστηκε. Άμεσος κοίταξα την ώρα στο κινητό μου. Τρεις και δέκα. Η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει δυνατά.
Η μητέρα του άνοιξε την πόρτα.
"Αγόρι μου καλός ήρθες." Τον είδα να μπαίνει μέσα και να αφήνει την βαλίτσα του κάτω αγκαλιάζοντας την μητέρα του.
"Καλά ρε μάνα θα με πνίξεις." Όταν βγήκε από την αγκαλιά της είχε ένα χαμόγελο χαραγμένο στο πρόσωπο του ώσπου με κοίταξε. Παγωμένη τον κοιτούσα χωρίς να κουνιέμαι. Όλοι όσοι ήταν παρόν στην σκηνή αυτή μας κοιτούσαν χωρίς να μιλάνε. Ξαφνικά σήκωσε την βαλίτσα του με νεύρα.
"Πάω να αφήσω τα πράγματα μου στο δωμάτιο." Όταν τον είδα να εξαφανίζεται από το οπτικό μου πεδίο άμεσος σηκώθηκα αναστατωμένη.
"Πρέπει να φύγω."
"Κάτσε καλε που πας;" μου είπε η Μαρίνα ακολουθώντας με προς την πόρτα όπου ήταν και οι γονείς του.
"Πρέπει να φύγω. Θα σου τηλεφωνήσω." Λίγο πριν βγω από την πόρτα γύρισα να αποχαιρετήσω τους γονείς του.
"Γεια σας κύριε Αλέξανδρε και γεια σας κυρία ...." ένας ήχος ακούστηκε από πάνω. Τον είδα να στέκεται στα σκαλιά περιμένοντας λογικά να φύγω. Πληγωμένη έσκιψα το κεφάλι μου και έκλεισα την πόρτα φεύγοντας μην προλάβωντας να χαιρετήσω την μητέρα του.
Άρχισα να τρέχω προς το σπίτι μου. Είχα καιρό να νιώσω πάλι τόσο πόνο. Μόνο από ένα βλέμμα του ένιωθα την καρδιά μου να σπάει στα δυο.
Μπαίνοντας στο σπίτι ευτυχώς για καλή μου τύχη η μητέρα μου έλειπε.
"Θα πήγε σε καμία φίλη της." Σκέφτηκα φωναχτά. Πηγαίνοντας στο δωμάτιο μου ξάπλωσα στο κρεβάτι κοιτώντας το ταβάνι. Δεν ήξερα τι να κάνω. Δηλαδή πως θα έπρεπε να αντιδράσω που τον είδα μετά από τρεις μήνες. Να χαρώ; Να κλάψω; Ήταν όλα τόσο παράξενα για εμένα.
Ξαφνικά το τηλέφωνο μου χτύπησε. Πιάνοντας το στα χέρια μου συνειδητοποίησα πως είναι η Μαρίνα.
"Έλα." Είπα με κόφτη ανάσα.
"Είσαι καλά;" ήταν το πρώτο πράγμα που με ρώτησε.
"Δεν ξέρω. Ειλικρινά δεν ξέρω." Είπα ξεφυσώντας.
"Έρχομαι." Ήταν το μόνο που είπε και μου έκλεισε το τηλέφωνο.------------------------------------------------------
ESTÁS LEYENDO
Out of my Limit
RomanceΗ 18χρονη Μυρτω, ενα μοναχοπαίδι που δεν εχει την απαιτούμενη προσοχή των γωνιών της, προσπαθει με απερίσκεπτες πράξεις να κερδίσει την προσοχή τους.Η οικονομική τους ακερεοτητα δεν ειναι τοςο υψηλή οςο θα ήθελαν. Αντίθετα ο 19χρονος Αχιλλέας, ο οπο...