Κεφαλαιο 41

307 50 5
                                    


~Πλευρά Αχιλλέα~
Βλέποντας την να βγαίνει από την πόρτα ο θυμός μου άρχισε να αυξάνετε εφόσον θυμήθηκα το τι συνεβησε. Άμεσος χτύπησα με το δεξί μου χέρι τον τοίχο βγάζοντας μια κραυγή θυμού.
"Αχιλλέα τι συμβαίνει μεταξύ σας;" ρώτησε η μητέρα μου αναστατωμένη.
"Άσε με ρε μάνα." Είπα και πήγα προς το δωμάτιο μου. Άρχισα να πετάω ότι έβρισκα μπροστά μου. Ξαφνικά η πόρτα άνοιξε και η Μαρίνα μπήκε μέσα.
"Φύγε." Ήταν το μόνο που είπα.
"Δεν πρόκειται να φύγω αν δεν κάτσουμε να μιλήσουμε." Είπε με σταθερή φωνή.
"Μαρίνα μην με εκνευρίζεις και εσυ." Πήγα να την βγάλω έξω από το δωμάτιο, αλλά άμεσος τραβήχτηκε.
"Αχιλλέα είπα κάτσε να μιλήσουμε." Μου δήλωσε δείχνοντας μου το κρεβάτι. Ξεφυσώντας έκατσα βάζοντας τα χέρια μου πάνω στα γόνατα μου.
"Άντε να σε ακουςω."
"Δεν μπορείς να της φέρεσαι έτσι. Δεν σου έκανε τίποτα." Άρχισα να γελάω ειρωνικά.
"Δεν μου έκανε τίποτα; Μάλλον η φιλενάδα σου δεν σου είπε όλοι την ιστορία."
"Πίστεψε με ξέρω καλύτερα τι έγινε από εσένα."
"Το στικάκι τα λέει όλα."
"Ποιος το σκέφτεται το στικάκι. Άφησες την Μυρτω να σου πει την δικιά της εκδοχή η άκουσες μόνο την χαζομάρες που σου είπε ο Γιώργος;" Πριν της απαντήσω την κοίταξα απορημένος.
"Από που ξέρεις τον Γιώργο;"
"Δεν έχει σημασία. Μπορείς να μου απάντησης στην ερώτηση μου;" την κοίταξα που είχε πάρει το ύφος δικηγόρου.
"Δεν χρειαζόταν. Μου αρκούσε αυτό που άκουσα."
"Αχιλλέα ακούς τι λες; Θα πάω τώρα να την βρω για να την καθησυχάσω και κακομοίρη μου κανόνισε να της μιλήσεις πριν φύγεις από εδώ." Πριν προλάβω να πω κάτι απλός έφυγε.

~Πλευρά Μυρτως~

Μπαίνοντας μέσα η Μαρίνα πήγαμε προς το σαλόνι.
"Είμαστε μόνες;" ρώτησε και έγνεψα.
"Θέλεις να πιεις κάτι;" μου έγνεψε θετικά και πήγα προς την κουζίνα να της φέρω χυμό.
"Ορίστε." Μου χαμογέλασε και έκατσα δίπλα της αναστενάζοντας.
"Γιατί ήταν τόσο ψυχρός μαζί μου;" είπα απογοητευμένη.
"Και αυτός ξαφνιάστηκε. Δεν περίμενε πως θα σε δει."
"Μόνο να μου έδινε πέντε λεπτά να του εξηγήσω." Εσκιψα το κεφάλι μου. Τα δάκρυα ήταν έτοιμα να πέσουν ξανα. Ποτέ δεν έχω νιώσει τόσο αδύναμη. Ήταν η πρώτη φορά που έκλαιγα για οποιονδήποτε. Ούτε καν επειδή ο πατέρας μου με παράτησε. Άμεσος η Μαρίνα με αγκάλιασε.
"Σσς θα περάσει."
"Τον αγαπάω, καταλαβαίνεις;" είπα με απόγνωση.
Ξαφνικά η πόρτα του σπιτιού χτύπησε. Η Μαρίνα με έβγαλε από την αγκαλιά της.
"Περιμένεις κάποιον;" της έγνεψα αρνητικά μην ξέροντας ποιος μπορεί να είναι. Σηκώθηκα και πηγαίνοντας προς την πόρτα σκούπισα τα δάκρυα από τα μάτια μου. Ανοίγοντας την πάγωσα. Μπροστά μου βρισκόταν ένας αναστατωμένος Αχιλλέας.
"Αχιλλέα τι-"
"Θελω να ακουςω." Είπε απότομα. Τον κοίταξα ερωτηματικά.
"Θελω να μου πεις τα πάντα." Πριν προλάβω να μιλήσω η Μαρίνα εμφανίστηκε στην πόρτα.
"Τι συμβαίνει; Αχιλλέα τι κανείς εδώ;"
"Ήρθα να μιλήσω με την Μυρτω. Εσυ μπορείς να την κανείς." Της είπε και την τράβηξε, αλλά αυτή έφυγε από το άγγιγμα του.
"Δεν με διώχνεις εσυ αδερφούλι. Φεύγω εγω μόνο και μόνο για να τα βρείτε." Μένοντας τελικά μόνη τον άφησα να μπει μέσα. Πήγαμε προς το καθιστικό και κάτσαμε ο ένας δίπλα στον άλλον. Δεν είχε πάρει το βλέμμα του από πάνω μου.
"Περιμενο." Είπε ξερά. Παίρνοντας μια βαθιά ανάσα μίλησα.
"Αχιλλέα ποτέ δεν θα σε εκμεταλλευομουν για να βρω τον πατέρα μου. Η αλήθεια είναι πως δεν θυμάμαι ποτέ έγινε αυτό με την ηχογράφηση της φωνής μου λέγοντας αυτά τα λόγια, αλλά και να τα είπα δεν εννοούσα αυτό που νομίζεις. Εννοούσα πως μιας που γνώρισα εσένα θα μπορούσα να βρω τον πατέρα μου μέσα από εσένα. Φυσικά και θα σε ρωτούσα αν μπορούσες να με βοηθήσεις με αυτό. Και αυτό με τον Γιώργο δεν συμβαίνει τίποτα ανάμεσα σε εμένα και αυτόν. Τον ξέρω από το δημοτικό, ήμασταν πάντα μαζί, αλλά ποτέ δεν είχα καταλάβει πως έχει αισθήματα για εμενα. Και ο ίδιος μου το παραδέχτηκε πως με ηχογράφησε επίτηδες μόνο και μόνο για να μας χωρίσει. Είπε λέει πως αν δεν με έχει αυτός δεν θα με έχει κανένας άλλος." Όσο μιλούσα είχε σκύψει το κεφάλι του σκεφτόμενος. Όταν τελείωσα ακόμα δεν είχε σηκώσει το κεφάλι του να με κοιτάξει.
"Σε παρακαλώ πες κάτι." Τα δάκρυα άρχισαν να μαζεύονται όσο δεν έλεγε τίποτα. Η αναμονή με σκότωνε.
"Αχιλλέα, παρακαλώ." Άρχισαν να τρέχουν τα δάκρυα χωρίς σταματημό.
"Μυρτω θελω να σκεφτω." Ήταν το μόνο που είπε.
"Δηλαδή;"είπα με κόφτη ανάσα περιμένοντας με ανυπομονησία την απάντηση του.
"Νομίζω πως για λίγο θα ήταν καλό να μείνουμε χωριστά." Ήταν το μόνο που είπε και σηκώθηκε να φύγει. Τον ακολούθησα μέχρι την πόρτα μην μπορώντας να πω λέξει. Ανοίγοντας την πόρτα γύρισε προς το μέρος μου και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα με έφερε κοντά του δίνοντας μου ένα αργό, γλυκό φιλί. Σαν να ήταν το τελευταίο μας. Ξεκολλωντας τα χειλη μας μου είπε:
"Να προσεχείς, Σαγαπαω." Και έφυγε αφήνοντας με κοκκαλομενη στην πόρτα να τον κοιτάω να απομακρύνετε.

Out of my LimitDonde viven las historias. Descúbrelo ahora