|Κεφάλαιο 20|

4.4K 299 108
                                    

"Αχ, αναμνήσεις. Είναι επίπονο να τις ξεφυλλίζεις κι ακατόρθωτο να τις ξεχάσεις. Μα είναι και κάποιες που εύχεσαι να ζούσες ξανά και ξανά από την αρχή, για να τις χορτάσεις. Εκείνες είναι που πονούν περισσότερο"

...

Σε κατάσταση αμόκ έσπρωξα την γυάλινη πόρτα του νοσοκομείου και λαχανιασμένη ρώτησα τη νοσοκόμα στη ρεσεψιόν για τον Πάνο.

Στην αρχή με κοίταξε περίεργα κι έπειτα μου έδειξε προς τα πού να κατευθυνθώ για το δωμάτιο του. Είναι λογικό να είμαι ταραγμένη. Ανησυχώ, παρόλο που συνέβησαν τόσα, μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο.

Χωρίς να χτυπήσω την πόρτα εισβάλλω μέσα. Η αναπνοή πιάστηκε στο λαιμό μου. Ο Πάνος ξαπλωμένος σε ένα άβολο κρεβάτι, δείχνει αδύναμος και ταλαιπωρημένος με τα σημάδια του ατυχήματος εμφανή στη λεία επιδερμίδα του, η οποία σε κάποια σημεία έχει μελανιές και γρατσουνιές. Το χέρι του είναι δεμένο με γύψο, καθώς και το ένα του πόδι τυλιγμένο με γάζα, βρίκεται όρθιο, στηριγμένο ψηλά, ώστε να μην ακουμπάει στο κρεβάτι και πονάει. Ένα σκληρό λευκό πανί είναι περασμένο γύρω από το κουτεπιέ του και φτάνει σε ένα κρικάκι που το βαστάει ένας σφιχτός κόμπος. Γύρω από το κεφάλι του περιστρέφεται ένα κομμάτι γάζας και σε ορισμένα σημεία έχει βάψει από το αίμα του. Το πρόσωπο του είναι σαν μάρμαρο, τα χείλη του αφύσικα ωχρά και ελαφρώς σκισμένα, ενώ από τον κρόταφο ξεκινάει ένα σημάδι, που τελειώνει κοντά στο σαγόνι. Τα μάτια του είναι κλειστά και αναπνέει ήρεμα. Πρόσεξα πως ο λαιμός του συγκρατείται με κολάρο. Οι μύες στη κοιλιά μου συσπώνται στο θέαμα και φέρνω το χέρι στο στόμα, να εμποδίσω την φωνή μου. Πόσο σοβαρά χτύπησε; Θεέ μου!

Το δωμάτιο μυρίζει χλωρίνη και φάρμακα επιβαρύνοντας την δύσπνοια μου. Ο πατέρας του ευτυχώς είναι στο κυλικείο, όποτε μπορώ να τον δω λίγο, δεν μου αρέσει αυτός ο άνθρωπος, περισσότερο με φοβίζει θα έλεγα, έχει κάτι σκοτεινό στο βλέμμα του.

Περπάτησα κοντά του και κάθισα στην πολυθρόνα δίπλα του αναστεναζόντας άηχα. Τον παρατηρώ έτσι που κοιμάται γαλήνια και ασυναίσθητα, η παλάμη μου έκλεισε τη δική του. Μπορεί να πήγε με άλλη, αλλά αυτό δεν παύει να μην τον θεωρώ δικο μου άνθρωπο. Είναι ασυγχώρητη η προδοσία του, αλλά μου είναι αδύνατον να μην ερχόμουν να τον δω. Τον νοιάζομαι ότι κι αν έχει γίνει.

Οι βλεφαρίδες του τρεμόπαιξαν και μούγκρισε νυσταγμένα. Μόλις με αντιλήφθηκε, κάνει κίνηση να σηκωθεί, μα με τόσα συμπράγκαλα πάνω του είναι ακατόρθωτο. Έβγαλε μια πονεμένη κραυγή και ξανά ξάπλωσε. «Θέλξη...» κόμπιασε. Απέστρεψε το πρόσωπο του από το δικό μου και το βλέμμα του τρυπάνισε το τζάμι.

Εκτεθειμένη Μπροστά Σου |Βιβλίο 1| (Σε Αναμονή) Where stories live. Discover now