Χριστόφορος
«Που είναι;» ο μπαμπάς ορμάει μέσα στο δωμάτιο και την κλείνει δυνατά πίσω του, κάνοντας τη μαμά να τιναχτεί από τον φόβο της και μερικά φυλλάδια να σκορπίσουν το πάτωμα.
Σφιχταγκαλιάζω τον Μαλλιαρό δίπλα μου και σφηνώνω το κεφάλι μου στον τριχωτό λαιμό του βάζοντας τα κλάματα. Ας μη με βρει... ας μη με βρει...ας μη με βρει...
«Π-ποιος;» ακούω τη μαμά μέσα από την ντουλάπα. Φοβάται κι εκείνη.
Πέφτω ολόκληρος πάνω στον Μαλλιαρό και κρυφοκοιτάω μέσα από τις γρίλιες της ντουλάπας τις κινήσεις του. Χαμογελάει, αλλά βλέπω πως το χαμόγελο δεν φτάνει ποτέ στα μάτια του που γυαλίζουν. Δαγκώνω τα χειλάκια μου που τρέμουν και πισωπατώ από φόβο μην με δει, παρασέρνοντας μαζί και τον πιστό σκυλάκο μου, ο οποίος δεν έχει χάσει από τα μάτια του τον μπαμπά.
Ποτέ δεν τον συμπάθησε.
Γρυλίζει επιθετικά δείχνοντας τα δόντια του. Σφραγίζω το στόμα του με το χέρι μου. «Αν μας ακούσει Μαλλιαρέ την βάψαμε! Θα μας κάνει μαύρους στο ξύλο και τους δύο... Σε παρακαλώ κάντε ησυχία. Σε ικετεύω...» του ψιθυρίζω στο αυτί καταπίνοντας τα δάκρυα που βρέχουν τα μάγουλα μου. Με υπακούει και κλαψουρίζει θλιμμένα, καθώς γυρνάει και μου γλείφει τη μύτη.
«Ο Χριστόφορος» η καρδούλα μου φτερουγίζει σαν τρελαμένο περιστέρι μέσα στο στήθος μου. Εμένα θέλει. Να με πιάσει και να ξεσπάσει πάλι πάνω μου. Στη σκέψη μου έρχεται εμετός και τρέμουλο σαν να έχω πυρετό.
Πλησιάζω κοντά στις χαραμάδες για να τους παρατηρήσω καλύτερα.
«Εεε... στον κ-κήπο π-παίζει» απαντάει η μαμά μαζεύοντας όλα εκείνα τα χαρτιά από το πάτωμα χωρίς να του δίνει ούτε ένα βλέμμα της.
Θέλω απλώς να φύγει μακριά της... φοβάμαι. Μου έκαψε την παλάμη μου επειδή του έδειξα την ζωγραφιά μου. Είναι κακός άνθρωπος και δεν τον θέλω. Στενοχωρεί τη μαμά κι όποιος στενοχωρεί, τη μαμά δεν τον αγαπάω.
Περπατάει μέχρι το γραφείο της κι ακουμπάει δεξιά κι αριστερά τα χέρια του, σκύβοντας ελαφρώς. «Δεν είναι»
Σηκώνεται όρθια και τον κοιτάει. «Δεν ξέρω τότε»
«Δεν ξέρεις που είναι ο γιος σου;» επιμένει. Ξέρω πως ο μπαμπάς αυτή τη στιγμή θέλει να μας κάνει κακό.
Ενστικτωδώς σφίγγω το ποδαράκι του Μαλλιαρού. Χριστούλη μου, εσύ που είσαι καλός και δυνατός προστάτεψε τη μανούλα μου. Προσεύχομαι από μέσα μου.
BẠN ĐANG ĐỌC
Εκτεθειμένη Μπροστά Σου |Βιβλίο 1| (Σε Αναμονή)
Lãng mạnΕκείνος: Έμπειρος, απόμακρος, αγέλαστος, καθηγητής της. Κουβαλάει ένα δύσκολο παρελθόν στους ώμους του, με την μοναξιά ερωμένη του, τους εφιάλτες ανεπιθύμητους επισκέπτες, τους εσωτερικούς του δαίμονες βασανιστές του και την αγάπη εχθρό του. Εκείνη:...