|Κεφάλαιο 21|

3.7K 315 116
                                    

25 Νοεμβρίου 2016

Νιώθω φρικτά!

Τα κόκκαλα μου πονάνε, το σώμα κάνει σπασμούς, κρυώνω και ζεσταίνομαι ταυτόχρονα, φτερνίζοναι κάθε τρείς και λίγο, βήχω με αποτέλεσμα να ερεθίζω τον λαιμό μου και να πονάει. Τα μάτια μου τσούζουν και δακρύζουν ακατάπαυστα.

Και το κορυφαίο;

Έχω και περίοδο! Δηλαδή πιο κωλόφαρδη πεθαίνεις... Βασικά εγώ πεθαίνω.

Οι κράμπες χαμηλά στην κοιλιά κι οι σουβλιές στη μέση έρχονται και δένουν με τα παραπάνω. Τυλίγομαι προστατευτικά μέσα στην χνουδωτή κουβερτούλα μου τρέμοντας –σπαρταρώντας– σαν τον ροφό έξω από το νερό.

Φτερνίζομαι δυνατά και με πάθος. Τον διάολο μου, ώρα με παίδευε. Με φαγούριζε η μύτη και προετοιμαζόμουν για την έκρηξη αλλά όχι, εκεί η ριμάδα η ίωση να με τρώει! Καταραμένη η βόλτα στη βροχή! Ήθελα και να ζήσω τον ρομαντισμό τρομάρα μου, αφήνοντας την βροχή να με κάνει μούσκεμα. Μόνο που έλειπε ο κούκλος πρωταγωνιστής με το θεληματικό πηγούνι και η πεντάμορφη πρωταγωνίστρια με το κορμί λαμπάδα, οι οποίοι φιλιούνται κάνα τρίωρο κάτω από την βροχή και στο φινάλε παντρεύονται και κάνουν πολλά κακάσχημα παιδιά. Φυσικά το τελευταίο ήταν ειρωνεία...

Στην δική μου περίπτωση δεν υπήρχε ούτε κούκλος, ούτε πανούκλος και φιλιά γεμάτα πάθος. Το πολύ πολύ να φιλούσα το μαξιλάρι μου για να νιώθω πως φιλάω τα ζουμερά χείλη του Χριστόφορου.

Σκατά! Όχι, όχι μην σκέφτεσαι τον σέξι σατανά με λακκάκια!

Τράβηξα το χιλιοστό έκτο χαρτομάντιλο από το πακέτο και φυσάω τη μύτη μου που τρέχει συνεχώς –σαν να έχει διαρροή– με δύναμη και σθένος, έτσι που θα μου πεταχτεί ο εγκέφαλος από τα ρουθούνια.

Νιώθω τόσο χάλια. «Πεθαίνωωω!» κλαψούρισα βραχνιασμένη πασχίζοντας να αναπνεύσω από το στόμα μιας κι η μύτη είναι βουλωμένη. «Εγώ έπρεπε να παίξω το κοριτσάκι του εξορκιστή με τέτοια φωνή». Άρπαξα το πάπλωμα, το ξέστρωσα και σκεπάστηκα καλύτερα σαν φίδι που περνάει τη περίοδο της νάρκης του ή σαν νεογέννητο χεληδονάκι που κουρνιάζει στην φτερούγα της μαμάς του. Αγκάλιασα τον Γούφυ, τον λούτρινο τεράστιο γαιδουράκο μου που τον έχω από μικρή και είναι μεγαλύτερος από εμένα και άνοιξα την τηλεόραση να ξεχάσω τον πόνο μου. «Two and a half man!» πανηγυρίζω αλλά το μετανιώνω. Με πιάνει ένας ανελέητος βήχας και μάταια προσπαθώ να τον κοπάσω με λίγο νερό. Σαν να έχω καρφιά στο λαιμό νιώθω. «Γούφυ, αν τα τεζάρω, σου αφήνω όλα τα στρίνγκ βρακιά μου. Διόρθωση: δεν έχω στρίνγκ και τι να τα κάνεις εσύ τέτοια βρακιά; Για να ανάψεις την ανύπαρκτη γαϊδουρίνα;» μουρμούρισα κυριευμένη από τις παραισθήσεις του πυρετού βολεύοντας το κεφάλι μου στο χνουδωτό στήθος του.

Εκτεθειμένη Μπροστά Σου |Βιβλίο 1| (Σε Αναμονή) Where stories live. Discover now