Τα μάτια μου, τα ένιωθα βαριά. Με το ζόρι προσπάθησα να τα ανοίξω. Μόλις τα κατάφερα, είδα το ταβάνι. Τι έγινε ? Κοίταξα γύρω και ήταν... Ήταν η μαμά μου, δίπλα μου. Εκλεγε. Μόλις με αντιλήφθηκε, με αγκάλιασε αμέσως.
<< Νόμιζα, ότι πέθανες, γλυκιά μου. >> ψέλλισε μέσα από τους λυγμούς της. Ο πατέρας μου, μπήκε σχεδόν τρέχοντας στο δωμάτιο. Δεν το πιστεύω ότι τους βρήκα.
Ο Λούις, στεκόταν στην άκρη. Με ένα χαμόγελο, όταν τον αντίκρισα.<< Κοριτσάκι μου. >> είπε και με αγκάλιασε και ο πατέρας μου. Δεν το πίστευα, ότι ήμουν και εγώ από βασιλική οικογένεια. Μου φαίνεται απίστευτο.
<< Δεν το πιστεύω ότι σας βρήκα. >> ψέλλισα αδύναμα, καθώς βουρκωσαν τα μάτια μου. Ο Λούις μετά από κάποια λεπτά είπε πως θα περιμένει έξω. Διστακτικά, κοιτώντας με, βγήκε έξω και έκλεισε την πόρτα.
<< Πως με χάσατε ? Δεν θυμάμαι τίποτα. >> τους είπα όταν πλέον, καθόμασταν κανονικά, χωρίς να κλαίμε. Η μαμά μου σκούπισε τα δάκρυα της.
Ξεφυσιξε βαριά ο μπαμπάς μου και πήρε τον λόγο.
<< Ειμασταν στο πλοίο, σε πήγα βόλτα. Πάντα ήθελες να δεις πως μαζεύουμε τα τρόφιμα, τα ψάρια, φρούτα και ήθελες να βοηθήσεις και συ. Ήταν και η πρώτη φορά σου, που ανεβηκες πάνω στο πλοίο. Σου άρεσε πάρα πολύ. Ήσουν κολλημένη βλέποντας, τα ψάρια, δελφίνια, όλη την θάλασσα. Μέχρι που, ήρθε καταιγίδα. Είχες πέσει στην θάλασσα. Δεν μπόρεσα να σε βρω. Δεν.. Δεν μπόρεσα να σε προστατέψω. >> έπιασε το πρόσωπο του με τα χέρια του.
Πήρε μια βαθιά ανάσα και ξεκίνησε ξανά.<< Όταν ηρεμησαν όλα, σε ψάχναμε παντού. Αλλά δεν σε βρήκαμε. Τα κύματα, ήταν τόσο δυνατά που σε πήραν μακριά. Ψάχναμε χρόνια. Μέχρι που, πιστεψαμε πλέον, πως ίσως δεν τα κατάφερες. >> είπε πληγωμένος.
<< Όταν, ήσουν μικρή 2 χρονών. Την ημέρα τον γενεθλίων σου, είχαμε κάνει μεγάλη γιορτή. Περναγαμε τόσο ωραία, μέχρι που μια γυναίκα είχε έρθει. Φαινόταν φτωχή, αδύναμη, ζητούσε βοήθεια, αλλά ένιωθα ότι κάτι δεν πάει καλά με αυτήν την γυναίκα.
Έτσι, την είχα διώξει από το παλάτι. Αλλά αυτή δεν είχε φύγει. Ζητούσε ελεημοσύνη. Ήθελε ένα δωμάτιο και φαγητό. Αλλά δεν την άφησα. Την είχα διώξει.... >> άκουγα τα λόγια του προσεκτικά. Αλλά πώς μπόρεσε να αφήσει μια αβοηθειτη γριούλα στον δρόμο ?<< Τι άνθρωπος είσαι εσύ ? Γιατί την άφησες στο δρόμο. Αβοηθειτη. >> ρώτησα λίγο εκνευρισμενη. Από την άλλη σκεφτόμουν, γιατί μου το λέει όλο αυτό.
<< Αγάπη άκουσε τον, ηρέμησε. Έχει λόγο που το έκανε. >> προσπαθούσε να με ηρεμήσει. Είδα τον πατέρα μου πληγωμένο και πήγα πίσω. Ακόμα δεν τους βρήκα τον πλήγωσα. Στεναχωρηθηκα με την απότομη συμπεριφορά μου. Και του είπα να συνεχίσει.
<< Συνέχισε, συγγνώμη >> του είπα και ξαναμιλήσε.
<< Αυτή δεν είχε φύγει από το παλάτι. Ξεκίνησε να φωνάζει, και να κάνει σαν τρελή. Μας έλεγε πως θα το πληρώσουμε. Επειδή δεν την βοηθησαμε. Όταν είδαμε το πρόσωπο της καταλάβαμε πως ήταν μάγισσα. Αρχίζε να λέει διάφορα ξόρκια. Πίστευα πως θα το έκανε σε μένα. Αλλά όταν είδα την μαγεία της ότι δεν πλησίαζε, εμένα και πλησίαζε εσένα τρομοκρατηθηκα.
Τις είπα να σε αφήσει ήσυχη εσένα αλλά δεν κατάφερα τίποτα. Την παρακαλούσα να μην σε πειράξει. Αυτή γέλαγε σατανικα και είπε " Αυτή θα είναι η κατάρα της, και η τιμωρία σας " είπε πως κάτι μέσα σου μεγάλωνε σαν δηλητήριο. Κι πως μια μέρα θα σε χάσουμε, έτσι έγινε αυτό με το πλοίο. Αλλά δεν εννοούσε μόνο αυτό. >> έσκυψε το κεφάλι του. Τι άλλο εννοούσε. Η απορία με έτρωγε μέσα μου.<< Πες μου μπαμπά, τι άλλο εννοούσε >> απετησα και κοίταξε την μαμά μου για λίγο. Αυτή κούνησε το κεφάλι.
<< Πρέπει να ξέρει καλέ μου, δεν θα τις το κρατάμε για πάντα κρυφό. >> τι είναι αυτά που λέει τι μου εκρυβαν? Ξεφυσιξε και μετά από λίγο συνέχισε.<< Είπε πως όσο καιρός περνάει, το δηλητήριο μέσα σου μεγάλωνε. Σε έκανε μάγισσα κάπως έτσι δηλαδή, θα μπορούσε να έχεις και κάποια συμπτώματα, και πως όταν κλείσεις τα 20στα σου γενέθλια, το σώμα σου δεν θα αντέξει. >> είπε και η λυγμοι μου δεν άρχιζαν να βγαίνουν.
<< Δηλαδή θα πεθάνω ? >> τους ρώτησα βουρκωμενη.
<< Όχι αγάπη μου, δεν το αφήσουμε να γίνει αυτό>> είπε η μαμά μου και ήρθε δίπλα, χαιδευοντας τα μαλλιά μου.<< Πως θα λύσουμε τα μάγια τότες ? Υπάρχει κάτι που να μπορεί να βοηθήσει ?>> ρώτησα απελπισμένη.
<< Δεν ξέρω, αλλά κάτι θα υπάρχει. Είμαι σίγουρη. >> είπε η μαμά. Μετά από κάτι λεπτά σιγής, μίλησε ο μπαμπάς μου.
<< Ας μην τα σκεφτούμε αυτά, μόλις ήρθες. Μπορούμε να το συζητήσουμε άλλη φορά. τώρα Θα οργανώσουμε ένα τεράστιο πάρτι, προς τιμή της επιστροφής σου. Και μην ανησυχείς κόρη μου. Όλο και κάτι θα βρούμε. Μην χάνεις τις ελπίδες σου. >> με καθησιχασε ο μπαμπάς. Αλλά δεν έβλεπα να γινόταν τίποτα. Είμαι 18 τώρα αυτό το θυμάμαι. Δηλαδή, έχω αλλά δύο χρόνια ζωής ? Δεν το πιστεύω.
ŞİMDİ OKUDUĞUN
The Lost Princess
Fantastik[ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΟ] ~ Περίληψη στο πρώτο κεφάλαιο ~ Don't copy my story please © Cover by: _Anta-Hellen_