3.Έξοδος

3.3K 186 10
                                    

Πίσω από τα ''αυτονόητα'' κρύβεται η αλήθεια

~Έξοδος~

Τα μάτια του έλαμπαν, ίσως λόγο των δακρύων που τον απειλούσαν να δείξει το συναίσθημα που καταπίεζε μέσα του.  Έμοιαζε πολύ  με την κόρη του, πόσο θα ήθελε να έστεκε δίπλα του και να την καμαρώνανε μαζί, μα κάτι τέτοιο δεν ήταν εφικτό.

Κατέβαινε τις σκάλες φορώντας ένα κατακόκκινο στενό φόρεμα με ανοιχτό μπούστο και τους ώμους έξω, μαύρες γόβες και κρατούσε στο χέρι ένα μαύρο παλτό. Τα μαλλιά τα είχε πιάσει μια ίσια ψιλή κοτσίδα, αυστηρή, που έκανε τα μάτια της να φαίνονται πιο γατήσια από όσο ήδη ήταν. Είχε κάνει ένα απαλό μακιγιάζ και το μόνο έντονο στο πρόσωπο της, ήταν το κόκκινο κραγιόν. Χαμογέλασε μόλις είδε με τι θαυμασμό την κοίταζε ο παππούς της και μόλις έφτασε στο τελευταίο σκαλί, έκανε μια σβούρα γύρο από τον εαυτό της.

''Πώς σου φαίνομαι?'' Ένιωθε διαφορετική, ανανεωμένη, γεμάτη αυτοπεποίθηση. Χρειαζόταν αυτή την ανανέωση καιρό και ήταν περήφανη που κατάφερε να κάνει την αρχή.

''Μια κούκλα...σαν την μητέρα σου'' Δεν ήθελε να της την θυμίσει, δεν το έκανε επίτηδες, αλλά ήταν αυτό που σκέφτηκε μόλις την είδε. Εκείνη χαμογέλασε και κοίταξε κάτω για να μην δείξει την θλίψη της.

Ο Πέιν έριξε μια κλεφτεί ματιά, δεν ήθελε να τον καταλάβει αλλά ήταν ακατόρθωτο να μην την θαυμάσεις. Ήταν πολύ εντυπωσιακή για να μην την παρατηρήσει κάποιος, καθώς ήταν πολύ ελκυστικός ο τρόπος που το φόρεμα έγλυφε το σώμα της. Μπορούσε να φανταστεί την γύμνια της πίσω από αυτό. ''Μπορούμε να φύγουμε?'' Τόνισε, αφού η υπομονή του στέρευε, ήταν έτοιμος να τα ακυρώσει όλα και να πάει σπίτι του.

Στριφογύρισε τα μάτια της ενοχλημένη και κοίταξε τον παππού της. ''Λοιπόν εμείς φεύγουμε'' Κατέβηκε και την τελευταία σκάλα και στάθηκε δίπλα του.

''Πήρες λεφτά?'' Έψαχνε τις τσέπες του και έβγαλε ένα μαύρο παλιό πορτοφόλι, το είχε χρόνια, φαινόταν από το φθαρμένο του χρώμα. Είχε λεφτά να το αντικαταστήσει, μα ήταν ένα δώρο που του είχε κάνει η γυναίκα του και είχε φροντίσει να είναι πάντα πάνω του, βλέπεις κάποια πράγματα δεν εξαγοράζονται.

''Μην αγχώνεσαι παππού, είσαι μεγάλος άνθρωπος θα πάθεις καμιά καρδία. Θα είμαι καλά'' Έκλεισε το πορτοφόλι και το έβαλε στην τσέπη του, τον πήρε μια σφιχτεί αγκαλιά και του έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο. Μπορούσε να καταλάβει την ανησυχία του και προσπάθησε κάνοντας χιούμορ να τον χαλαρώσει, όσο αυτό ήταν εφικτό. ''Εμείς φεύγουμε''

DelorosoWhere stories live. Discover now