34. Uptown Girl – Billy Joel.
Περίεργο, σκέφτηκα, πως μπορείς να ζεις τα όνειρα και τους εφιάλτες σου την ίδια στιγμή.
-Ransom Riggs, Hollow City.
Ονειρευόταν, για αυτό ήταν σίγουρη. Θα το έβλεπε με τέλεια λεπτομέρεια και μετά όταν ξυπνούσε θα τα ξεχνούσε όλα, και για αυτό λυπόταν περισσότερο.
Σκέφτηκε -γιατί μπορούσε να σκεφτεί λογικά- πως δεν ήθελε τίποτα. Ήταν ανάξια του ίδιου της του εαυτού. Ήθελε να βλέπει μόνο το μαύρο στα πράγματα, όχι το άσπρο, ούτε το γκρι, αλλά ποτέ το μπλε. Δεν ήθελε το χρώμα, γιατί φοβόταν πως οι σκιές έτρωγαν τα πάντα που ζούσε και ήθελε να ζήσει.
Κλείστηκε στο μπάνιο τη στιγμή που η Δώρα είχε βγει να της πει πως ήταν έτοιμη φύγουν. Της είχε δώσει μερικά μέτρα από κόκκινη κορδέλα, αρκετή για να τυλίξουν δώρα. Η Ήβη το άφησε πάνω στον νιπτήρα, φέτος απεχθάνονταν τα δώρα. Πίστευε πως δεν θα είχε και δεν ήθελε να έχει κάποιου τη λύπηση. Έτσι δεν είχε πάρει και σε κανέναν δώρο. Μόνο στην Ευανθία, ένα βιβλίο μαγειρικής που τόσο ποθούσε.
Το τελευταίο δώρο.
Είχε κουραστεί. Αυτές τις λυπηρές σκέψεις περί τέλους και αρχής. Τις σκέψεις όλης της της ύπαρξης. Ήθελε να τρέξει μακριά από εκεί, να ταξιδέψει και να κρυφτεί. Ίσως μπορούσε να ξεπεράσει τους φόβους της. Αυτό θα μπορούσε να τη κάνει χαρούμενη. Αλλά όσο έτρεχε το νερό στη γαλήνη του, άλλο τόσο έτρεχε το μυαλό της στο χάος του.
Ήθελε να σταματήσει να τρέχει. Να σταματήσει, τελεία. Το είχε προσπαθήσει μια φορά. Τα νέα την είχαν ταράξει τόσο που έβγαλε το δαχτυλίδι της, το πέταξε στον τοίχο και εκείνο έσπασε. Μια ακτίνα, σαν να ράγισε η ψυχή της. Και μετά κλείστηκε πάλι στο μπάνιο. Αυτός ο κύκλος ήρθε ξανά. Θα τελείωνε οριστικά.
Κάποτε είχε κάνει μαθήματα χορού. Της είχαν μάθει πως τα χέρια είναι πινέλα και ο αέρας καμβάς για να ζωγραφίσεις τον χορό της ζωής. Αν μπορούσε θα τον ζωγράφιζε μωβ. Χωρίς λόγο και αιτία, απλώς ήθελε μωβ. Ή πράσινο, ναι το λάτρευε το πράσινο.
Τώρα ίσως γκρι. Ένα ανοιχτό γκρι με φουρτούνες και κύματα και τυφώνες και στο τέλος, μια αυλή γεμάτη νυχτολούλουδα μόνο για εκείνη. Την αγαπούσε τη νύχτα του. Ήθελε να κλειστεί στην μαύρη αγκαλιά του για πάντα.
Αλλά δεν ήταν εκεί να την κρατήσει. Είχε μείνει μόνη. Και ποιος θα την αγαπήσει; Κανείς, γιατί δεν άξιζε την αγάπη κανενός, ούτε τη δική της.
YOU ARE READING
Τσάι με λεμόνι στο μπαλκόνι | ✓
RomanceΗ Ήβη είναι στο τελευταίο έτος της σχολής της, Προσχολική Αγωγή και Εκπαίδευση, μια σχολή που δεν της κέντρισε ποτέ το ενδιαφέρον. Είναι εσωστρεφής, απαισιόδοξη, έχει χίλια δύο προβλήματα και φοράει διαφορετικά παπούτσια στο κάθε πόδι. Ο Αχιλλέας...