15. Unchained Melody – The Righteous Brothers.
Είσαι απλά άλλη μία ιστορία την οποία δεν μπορώ να πω.
--pleasefindthis, What I Wrote For You (#4)
Ο Αχιλλέας κοίταξε τα κλειστά της μάτια μέσα στο σκοτάδι. Το φεγγάρι είχε κρυφτεί πίσω από την πανσέληνο του Αυγούστου, αλλά μπορούσε να δει, να νιώσει και να μυρίσει τα μικρά ιώδη άνθη από τη καλλιέργεια λεβάντας γύρω τους. Τα μύριζε στα μαλλιά της, στο μάγουλο της, στον λαιμό της και πριν λίγα λεπτά ήρθε σε επαφή μαζί τους σε όλο της το σώμα. Τώρα εκείνη ξάπλωνε δίπλα του με ένα χαμόγελο στα χείλη της, ονειρεύοντας απαγορευμένες επιθυμίες.
«Πρέπει να φύγουμε;» τον ρώτησε ψιθυρίζοντας. Χώθηκε στην αγκαλιά του και ένιωσε το χαμόγελο της στον λαιμό του. «Μπορούμε να μείνουμε εδώ για πάντα. Κάποια στιγμή θα βρέξει, αλλά είμαι το ίδιο όμορφη με φριζαρισμένα, το υπόσχομαι.»
Γέλασε σιγανά και μια σκηνή στη ντουζιέρα του ήρθε στο μυαλό. Και μια ακόμη. «Νομίζω κάτι θυμάμαι. Σκέψου το άλλο, αν πάμε στη Θεσσαλονίκη θα το νιώσω ξανά στο πετσί μου.»
Η γλυκιά του σειρήνα τον φίλησε στον λαιμό και ύστερα σήκωσε τα πράσινα μάτια του στα μαύρα δικά του, κοιτώντας τον πονηρά. «Και για πες, θα τολμήσεις να βάλεις το πράσινο πουκάμισο που σου πήρα;»
Ο Αχιλλέας άφησε την αγανάκτηση του να φανεί. Τους τελευταίους μήνες φορούσε όλο και λιγότερο μαύρα. Δεν συμφωνούσε απόλυτα με αυτή την αλλαγή στη ντουλάπα του. Του έλειπαν οι μαύρες μπλούζες ανάμεσα σε άλλες μαύρες μπλούζες μέσα στη μαύρη ντουλάπα του που τον κοιτούσε απειλητικά από τον μαύρο τοίχο του.
Όλα ξεκίνησαν ένα απόγευμα όταν η σειρήνα του εμφανίστηκε με ένα πουκάμισο σε απόχρωση του μωβ. Στην αρχή το είδε και δεν μπορούσε να ανακαλέσει το χρώμα στη μνήμη του. Τον έπιασε αναγούλα και χρειάστηκε να πάρει μια ασπιρίνη για να συγκεντρωθεί. Η σειρήνα του είπε πως αν θέλει να βγαίνει μαζί του, πρέπει να χαμογελάει περισσότερο και να αποκτήσει επιτέλους θετική ενέργεια γιατί «Έλεος με αυτή την απαισιοδοξία, μέχρι και τα πουλιά δεν περνάνε απέξω. Τι λες να σε δει και λίγος ήλιος; Τουλάχιστον ο Edward φωσφορίζει στο σκοτάδι σαν πυγολαμπίδα, μπορεί να πάω σε εκείνον για να βλέπω και πού πατάω.».
Και να' τος τώρα. Το πορτοκαλί του μπλουζάκι να βρίσκεται κάτω από το κεφάλι της και να φοράει κόκκινες ψηλές κάλτσες στον κατακαλόκαιρο. Είναι κάποια βράδια που ανοίγει σιγανά τη ντουλάπα και βγάζει τα μαύρα του πουκάμισα, το μόνο πράγμα που του αγόρασε ποτέ η Μέδουσα μητέρα και του αρέσει. Και στη σειρήνα άρεσαν. Αλλά όχι και τόσο.
BINABASA MO ANG
Τσάι με λεμόνι στο μπαλκόνι | ✓
RomanceΗ Ήβη είναι στο τελευταίο έτος της σχολής της, Προσχολική Αγωγή και Εκπαίδευση, μια σχολή που δεν της κέντρισε ποτέ το ενδιαφέρον. Είναι εσωστρεφής, απαισιόδοξη, έχει χίλια δύο προβλήματα και φοράει διαφορετικά παπούτσια στο κάθε πόδι. Ο Αχιλλέας...