31.Λευτερης

326 50 3
                                    

«Θα μπορούσα να κάνω ένα μπάνιο;»ρωτάει η Μελινα την μαμά μου καθώς τρώμε πρωινό.
«Φυσικά κοπέλα μου.Και το ρωτάς;»λεει εκείνη και σηκώνεται.

«Έχει καθαρές πετσέτες στο μπάνιο.»
«Τέλεια.Ευχαριστώ»λεει εκείνη και μου κλείνει το μάτι πριν φύγει από την κουζίνα για το μπάνιο.

Παίρνω άλλη μια φρυγανιά και βάζω μαρμελάδα.

«Λευτέρη αγόρι μου πολύ καλή κοπέλα η Μελινα»λεει η μαμά μου.
«Είναι»
«Την αγαπάς;»ρωτάει και πνίγομαι ολίγον.

«Μαμά τι ερώτηση είναι αυτή πρωί πρωί;Από που προκύπτει;»λέω.
«Θέλω να μιλήσουμε βασικά»λεει σοβαρή.

Οχ.

«Τι είναι μανούλα μου;Πες μου»λέω και αφηνω την φρυγανιά.
«Στην πόλη ψιθυρίζετε κάτι.Και θέλω να μου πεις αν είναι αλήθεια επειδή αυτό είναι σοβαρό»
«Τι λένε πάλι οι κουτσομπόλες;»ρωτάω.
«Κάποιοι λένε ότι...ότι το παιδί της Κασσανδρας,δηλαδή η κόρη της,είναι δίκο σου παιδί.»

Δεν εκπλήσσομαι για κάποιο λόγο.
Άλλωστε το είπε η Κασσανδρα ότι θα γίνει έτσι.

«Γιατί αν είναι έτσι πρέπει να αναλάβεις τις ευθύνες σου!Να το παντρευτείς το κορίτσι και να την φέρεις να μείνει εδώ!»
Τα έκανε τα σχέδια της και ολας.

Το τελευταίο που θέλει εκείνη είναι αυτό.
Είναι δεν είναι παιδί μου.

«Μαμά ηρέμησε οκ;Πριν κλείσεις ραντεβού στο δημαρχείο»την πειραζω αλλά εκείνη δεν γελάει.
«Δεν είναι αστείο γιε μου.Ένα παιδί είναι πολύ σοβαρό ζήτημα!»

Λες και δεν το ξέρω.

«Μαμά ήρεμησε.Δεν είναι παιδί μου.Έτσι τίποτα δεν θα γίνει»
«Ναι αλλά λένε....»
«Λένε ότι να ναι.Μην δίνεις σημασία.Αν ήταν όντως παιδί μου θα το είχα κάνει αυτό πριν μου το πεις εσυ.Δεν είμαι ανεύθυνος»την καθησυχάζω πριν αρρωστήσει.

Βλέπω της φεύγει ένα βάρος.

Συνεχίζω να τρώω.
«Θα κάτσει καιρό η Μελινα;»με ρωτάει.
«Δεν ξέρω.Ίσως όσο κάτσω εγώ.Θα δούμε»
«Ωραία είναι που έχουμε φιλοξενούμενη στο σπίτι.Να κάτσει όσο θέλει»λεει.

Ωραία είναι ναι.

                                        ***

Βγαίνει με την πετσέτα γύρω από το σώμα της.

«Βρε βρε το Μελινακι...»λέω και ξαπλώνω πίσω στο κρεβάτι και παίρνω μάτι.
«Άκουσα πόρτα;Η μαμά σου ήταν;»ρωτάει.
«Πήγε στην Λαικη.Και όταν πάει λαϊκή αργεί»λέω με ένα πονηρό χαμόγελο.

Δεν χάνει άλλο χρόνο.
Πέφτει πάνω μου και βγάζει την πετσέτα.

                                       ***

«Και έτρεχε με το παντελόνι κατεβασμένο...»λεει ο Σωκρατης και γελάει η Μελινα μαζί του.

Αυτή η αμήχανη στιγμή που λεει κάποιος για σενα όλες τις αμήχανες στιγμές μόνο αμήχανο σε κάνει να νιώθεις.

«Φτάνει οκ;Δηλαδή κάπου φτάνει!»λεω στον Σω.
«Έλα μικρό μου φυτουκλακι μην ντρέπεσαι.»μου λεει.
«Θα σε χτυπήσω αν δεν σταματήσεις»
«Εγώ θέλω να μάθω και αλλά»λεει η Μελινα.

Ακούγεται η πόρτα από την αποθηκη και μετά βγαίνει η Κασσανδρα.Φόραγε ένα φόρεμα μέχρι λίγο πιο πάνω από τα γόνατα,μαύρο,με στενο ντεκολντε.
Όχι αυτό που περίμενα να δω.

«Εσυ μπαίνεις στην αποθηκη με τα ρούχα της δουλειάς και βγαίνεις με άλλο ντύσιμο;Τι γίνεται;»Την ρωτάει ο Σω.
«Θα βγω για ποτό»απαντάει εκείνη.
«Να έρθω και εγώ;»ρωτάει ο Σω.
«Θα βγω με την Ολίβια.Έχω κλείσει τραπέζι κάπου.Το έχουμε ανάγκη»λεει και με κοίταξε για ένα δευτερο.

«Τότε δεν θα ερθω»απαντάει αυτός αμέσως.
«Το φαντάστηκα»λεει εκείνη και η Μελινα γύρισε να με κοιτάξει.

«Πάμε εμεις μαζί τους;»ρωτάει.
Τι;
«Δεν νομίζω είναι καλή ιδέα»απανταω.
«Έλα.Τι θα κάνουμε σπίτι;Πάμε να βγούμε.Δεν θα έχουν πρόβλημα τα κορίτσια.Έτσι Κασσανδρα;»την ρωτάει τώρα.

Εκείνη έμεινε ανέκφραστη για λίγο χωρίς να μιλήσει μέχρι που είπε «κανενα πρόβλημα».
Δεν φάνηκε να το εννοούσε όμως.

«Θα σας περιμένουμε εκεί μέχρι να ντυθείτε.»λεει και βγαίνει έξω με το άρωμα της να μένει σε όλο το μαγαζί καθώς φεύγει.

Και ήταν ωραίο άρωμα.

                                    ***

Η μουσική έπαιζε δυνατά και δεν μπορώ να πω ότι μου έλειψε και πολύ αυτό.
Σχεδόν κουφάθηκα.

«Τα κορίτσια χωρευουν.Πάμε και εμεις Λευτέρη...»λεει τώρα και με τραβάει από το χέρι στην πίστα αφηνωντας τον Σωκράτη μόνο στο τραπέζι.

Πάει κοντά στα κορίτσια και εγώ είχα απέναντι την Κασσαδρα που χόρευε με την Ολίβια και τραγούδαγαν το τραγούδι δυνατά που ήξεραν τα λόγια.

Το κόκκινο κραγιόν της έκανε πάλι εμφάνιση μετά από τόσα χρόνια.
Είναι μια οπτασία.

Κουνάω το κεφάλι όταν κατάλαβα ότι ξέφυγα.Και έδωσα την προσοχή μου στην Μελινα που χόρευε χαρούμενη.

Με πλησιάσει και παίρνει τα χέρια μου τώρα και τα βάζει στην μέση της καθώς την κούναγε πέρα δώθε.Μετά κόλλησε το σώμα της πάνω μου και άρχισε να με φιλαει.

Φιλιομασταν και χωρευαμε μαζί.

Όταν τελείωσε το φιλί μας και κοίταξα μπροστά τα κορίτσια δεν ήταν εκεί.Η Κασσανδρα άφαντη και η Ολίβια πήγαινε στο τραπέζι μας.

Που πήγε εκείνη τώρα;

«Ποιον ψάχνεις;»ρωτάει η Μελινα και κουνάω το κεφάλι.
«Κανενα.Σορυ»λέω και την φέρνω πάλι κοντά μου.

Λίγο πριν το Τελευταίο Καλοκαίρι ( #2 )Место, где живут истории. Откройте их для себя