59.Κασσανδρα

326 48 0
                                    

Έκλεισα τα φώτα να φύγω αφού έφυγαν όλοι όταν πριν ανοίξω την πόρτα νιώθω ένα χέρι στο χέρι μου να με τραβάει απότομα και μετά να με φιλαει.

Χαμογέλαγα ενώ τον φίλαγα.

«Τι κανείς εδώ;»λέω και με πιάνει από την μέση και με σηκώνει πάνω στον παγκο του μαγαζιου.

«Μου έλειψες»λεει και με ξαναφιλαει.

Πριν δυο ώρες έφυγε από το μαγαζί εντομεταξυ.
Αλλά δεν παραπονιέμαι.
Ποτέ δεν ενιωσα έτσι στην ζωή μου όπως τώρα μαζί του.Ότι κάποιος με θέλει τόσο πολύ.
Ότι κάποιος με χρειάζεται τόσο πολύ.

Ότι είμαι και εγώ σημαντική για κάποιον.

Πάντα αυτό ήθελα στην ζωή.Πάντα αυτό έψαχνα αλλά άδικα.Γιατί ήταν ακριβώς μπροστά στα μάτια μου.

                                          ***

Ανέβηκα στην καρέκλα για να φτάσω καλύτερα όλα τα τζάμια.Εγώ καθαρίζω τα τζάμια από μέσα και η Ολίβια τα καθαρίζει από έξω.

Δεν το πιστεύω ότι είναι σχεδόν έτοιμο το κτηνιατρείο της Ολίβιας.

Ότι πολύ σύντομα θα το ανοίξει.

«Με την γραμματέα που ψάχνει τι έγινε;»ρωτάει ο Λευτέρης που βάζει κάτι ράφια ακόμα.
«Έχει αύριο συνεντεύξεις με τρεις.Ας κερδίσει η καλύτερη»απαντάει ο Σω που κάθεται σε μια καρέκλα και μας επιβλέπει όπως λεει.
«Και μετά απλα ανοίγει;Είναι όλα έτοιμα;»ρωτάω.
«Την άλλη εβδομάδα λογικά ανοίγουμε.Άλλωστε μπήκε ο Ιούλιος.Καιρός είναι»λεει ο Σωκρατης που έχει κάνει τα αδύνατα δυνατά για να ανοίξει όσο πιο γρήγορα γίνεται.

«Τελείωσα και με τα τζάμια...»λεει η Ολίβια και μπαίνει μέσα μέσα στον ιδρώτα.
«Ζέστη έξω έτσι;»ρωτάει ο Λευτέρης.
«Καύσωνας.Νιώθω είναι η πιο ζέστη μέρα μέχρι στιγμής»απαντάει.

«Τέλος και εγώ»λέω και κατεβαίνω.

Και καθίσαμε όλοι και κοιτάγαμε το μέρος.
Πως ηταν και πως έγινε.

«Απίστευτο έτσι;Ακόμα δεν το πιστεύω...»λεει η ξανθομαλουσα μου.
«Έγινε κουκλί.Θα τα πάς περίφημα.Θα δεις»λέω.
«Έχω άγχος.Ποιος θα είναι ο πρώτος που θα μπει;Θα έρθει άραγε κανείς;»αγχώθηκε από τώρα.
«Ο πρώτος λένε ειναι το γούρι σου»λεει ο Λευτέρης.
«Έτσι λένε;»ρωτάει ο Σω.

Βάλαμε τα πάντα στην θέση τους και ο Λευτέρης προσπαθούσε να βάλει τον υπολογιστή στην πρίζα αλλά για κάποιον λόγο δεν άνοιγε έτσι τον πλησίασα.
«Μήπως θέλει να το πατάς πατημένο;»ρωτάω και σκύβω από πάνω.
«Για να δω»λεει η Ολίβια και έρχεται και αυτή.

Λίγο πριν το Τελευταίο Καλοκαίρι ( #2 )Where stories live. Discover now