κεφάλαιο εικοστό τρίτο

79 8 5
                                    

Ήταν το βάσανο του αυτό, να είναι αναγκασμένος να την βλέπει από μακρυά και να μην μπορεί να είναι κοντά της.

Όλη τη μέρα δεν ξεκόλλησε τα μάτια του από πάνω της.

Είχαν να ειδωθούν ουσιαστικά δύο εβδομάδες και με αυτό δεν εννοούσε σαρκικά.

Του είχε λείψει η αίσθηση να κοιμάται και να ξυπνάει στο ίδιο κρεβάτι μαζί της .

Να τυλίγει τα χέρια του γύρω από την μέση της , να στηρίζει το πηγούνι του πάνω από το κεφάλι της και να τον γαργαλάν οι χρυσές της μπούκλες.

Κατάφεραν με δυσκολία να ξεφύγουν από τους χώρους και τα γλέντια αργά το βράδυ, όταν όλοι ήταν υπό την επήρεια του αλκοόλ.

"Δεν αντέχω άλλο να είμαι μακριά σου ."της εξομολογήθηκε καθώς την τράβηξε πάνω του μετά από τόσο καιρό.

Άρχισε να φιλάει το λαιμό της βιαστικά, προσπαθώντας να γεμίσει το δέρμα της με μικρά φιλιά.

"Σταμάτα βρε."του είπε χαχανίζοντας και χτυπώντας ελαφριά το μπράτσο του.

Εκείνος συνέχισε να την φυλάει, σφύγκοντας την μέση της.

"Αντρέι,συγκεντρώσου!"του έκανε πάλι παρατήρηση.

Ο Αντρέι άφησε το λαιμό της ήσυχο , τα χέρια του ακόμα κλειδωμένα γύρο της.

"Τι έγινε;"την ρώτησε αμέριμνος.

"Έχω μια ιδέα για το πώς μπορούμε να αναπληρώσουμε το χαμένο χρόνο."

"Για συνέχισε."της είπε πάνω στα χείλια της.

"Σε τρεις μέρες, θα πω ότι η Κερασίνα δε πρόλαβε να με δει με τον γάμο και πως με πεθύμισε. Θα ανέβω για μια εβδομάδα στο Γερολιμένα λοιπόν."

"Μμ. Και εγώ ;"

Του χαμογέλασε με το γνωστό για αυτόν πλέον πονηρό ύφος.

"Εσύ θα πεις πως έχεις μια αποστολή με την φιλική και θα σε καλύψουν ο Τζανέτος με τον Κανέλλο."

"Και που λες να πάμε όμορφη δεσποσίνη μου ;"

"Τι θα έλεγες για την Μονεμβασιά;"

Το χέρι του χάιδεψε το πρόσωπο της.

Θα ήταν πολύ δύσκολο να περάσουν τα τοίχοι της πόλης. Έπρεπε να έχουν χαρτιά , διότι ήταν τουρκοκρατούμενη περιοχή .

"Θεοφανώ μου , ιδέα σου είναι πολύ ωραία, όμως δεν νομίζω πως θα τα καταφέρουμε."

"Μπορείς να φτιάξεις τα χαρτιά για εμάς έτσι δεν είναι;"

"Και να καταφέρω να τα φτιάξω , δύσκολα θα μας αφήσουν να περάσουμε έτσι. Δεν είναι πως μοιάζουμε κιόλας, να λέγαμε πως είχαμε συγγένεια."

Η Θεοφανώ ξέσπασε σε γέλια.

"Τι είπα και ήταν τόσο αστείο ;"ρώτησε ο Αντρέι απορημένος με την αλλοπρόσαλλη στάση της .

Η ίδια προσπάθησε να ηρεμίσει περνώντας βαθείς ανάσες .

"Πρέπει να είσαι πολύ ερωτευμένος μαζί μου . Σου προκαλώ τέτοια ζημιά που δε μπορείς να σκεφτείς. Βρε χαζούλι μου , θα πούμε ότι είμαστε παντρεμένοι."

"Παντρεμένοι; Και οι βέρες;"

"Μην ανησυχείς για αυτές. Λοιπόν τι λες ;"

Εκείνος πείρε μια βαθιά ανάσα και προσπάθησε να σκεφτεί.

Δεν ήθελε να της δώσει μια υπόσχεση που δεν μπορούσε να τηρήσει.

Όμως τα μπλε μάτια της δεν τον άφηναν να σκεφτεί λογικά.

Ίσως είχε δίκιο, ήταν όντως πολύ ερωτευμένος.

Τόσο ερωτευμένος που θα έκανε τα πάντα για εκείνη.

"Εντάξει τότε. Σε λίγες μέρες φεύγουμε για Μονεμβασιά."

"Σαγαπώ."του είπε και ανέβηκε στις μύτες τον ποδιών της για να τον πλησιάσει κίαλο.

"Και εγώ σαγαπώ."της είπε και την φίλησε.

*Μικρό κεφάλαιο I know αλλά έπρεπε να κάπως να βγει το plotline

Το Ημερολόγιο Του Χαμένου ΦωτόςOpowieści tętniące życiem. Odkryj je teraz