κεφάλαιο εικοστό δεύτερο

100 7 5
                                    

7 Αυγούστου 1819, Μάνη

Η μέρα του γάμου είχε φθάσει, με το επόμενο πρωί να ξημερώνει με χαρμόσυνες καμπάνες να χτυπούν.

Οι προετοιμασίες ήταν αμέτρητες και ατελείωτες.

Όλοι έτρεχαν σαν τους τρελούς για να τα προλάβουν όλα μαζί με το προσωπικό ακόμα και οι άρχοντες.

Δεν την έχω δει καθόλου αυτές τις μέρες. Το να είμαστε τόσο κοντά αλλά και τόσο μακρυά με τσακίζει.

Ειδικά τώρα που ξέρουμε τι νιώθουμε ο ένας για των άλλων.

Τουλάχιστον αύριο θα έχουμε την ευκαιρία να το σκάσουμε για λίγο , χωρίς να φοβόμαστε αν κάποιος μας δεί .

Βρισκόταν πάνω στα τοίχοι για άλλη μια φορά , απολαμβάνοντας το καλοκαιρινό αεράκι μαζί με το τσιγάρο του.

Η ώρα ήταν περασμένη , τουλάχιστον δύο το βράδυ, όμως δεν είχε ύπνο.

Είχε συνηθίσει το κρύο της κορμί ,το βάρος του κεφαλιού της πάνω στο στήθος του , τα χέρια της να αγκαλιάζουν την μέση του , τα άκρα τους μπλεγμένα.

"Δεν ήξερα πως θα σε βρω εδώ τέτοια ώρα."του είπε ο νέος , κάνοντας την παρουσία του γνωστή.

Ο Αντρέι κοίταξε τριγύρω τους για να βεβαιωθεί πως δεν βρισκόταν κάποιος από τους φρουρούς κοντά τους .

"Χάρης εσένα και το γάμο σου δε θα μπορούσα να βρίσκομαι άλλου ."

"Έχεις δίκιο, συγνώμη."

"Καλά μη το παίρνεις κατάκαρδα. Πως νιώθεις;"

"Δεν ξέρω. Περίεργα υποθέτω."

"Λογικό μου φαίνεται."

"Καταλαβαίνω πως ο πατέρας μου το έκανε για καλό και η κοπέλα είναι πολύ όμορφη και ευγενική, όμως νιώθω λες και φυλακίζομαι."

Για λίγη ώρα ήταν ήσυχοι, κανένας δεν τολμούσε να μιλήσει.

Η εξομολόγηση του Λευτέρη βαριά, δύσκολα μπορούσες να τον αδικίσεις .

"Από γάμους δε ξέρω πολλά, όμως δε πρέπει να το βλέπεις σαν φυλακή. Είναι μια ένωση, μεταξύ ανθρώπων που αγαπιούνται. Ίσως δεν είναι ένας γάμος από αγάπη, αλλά την συμπαθείς. Η μελλοντική σου γυναίκα βρίσκεται στην ίδια θέση με εσένα, μη το ξεχνάς αυτό ."

Το Ημερολόγιο Του Χαμένου ΦωτόςWhere stories live. Discover now