"Ήταν πολύ όμορφος ο λόγος σου σήμερα." Του είπε καθώς μπήκε στον όντα του .
Ο Αντρέι έπλενε το πρόσωπο του όταν ένιωσε τα χέρια της να αγκαλιάζουν όλο το σώμα του .
"Αλήθεια;"
"Ναι, συγκίνησες πολλά άτομα στο πλήθος. Μακάρι να είναι σημάδι ευνοϊκό για την αποστολή σου."
Γύρισε να την κοιτάξει με μια ζεστή έκφραση στο πρόσωπο του.
"Ας μη τα σκεφτόμαστε τώρα αυτά." Είπε χαϊδεύοντας το μάγουλο της.
Το πρόσωπο της έλιωνε στο χέρι του, μα το μυαλό της έτρεχε σε σκέψεις που για καιρό είχε αποφύγει να κάνει.
"Τι έγινε, γιατί είσαι έτσι;" Την ρώτησε, διακρίνοντας στα μάτια της τις ταραγμένες θάλασσες.
"Δε μπορώ να να σκεφτώ πως σε λίγες μέρες φεύγεις."
"Θεωφανώ-"
"Ζούμε με κλεμμένο χρόνο Αντρέι. Σε μια εβδομάδα εσύ θα γυρίσεις στην Οδησσό και εγώ θα μείνω πλάι μόνη μου. Εσύ έχεις τον σκοπό σου και το θαυμάζω αυτό στο έχω πει, μα εγώ τι έχω ; Να φτιάξω μια καλή προίκα;"
"Και αν σου έλεγα πως θα σε πάρω από εδώ; Πώς θα έρθεις μαζί μου στη Ρωσία;"
Τα μάτια της γούρλωσαν καθώς τα λόγια του επαιχαν ξανά και ξανά στο κεφάλι της.
"Εννοείς αυτό που αντιλαμβάνομαι;"
Ο Αντρέι έπεσε γονατιστός στο ένα του πόδι και κράτησε το χέρι της στο δικό του.
"Θέλω να γίνεις γυναίκα μου Θεοφανώ, αν φυσικά το θες και εσύ."
Τα μάτια της είχαν γεμίσει δάκρυα που σιγά σιγά εβρεχαν το πρόσωπο της.
"Φυσικά και το θέλω ψυχή μου."
Έπεσε στα χέρια του και εκείνος την έσφιξε πάνω του, μυρίζοντας τα μαλλιά της.
"Θα πρέπει να μιλήσουμε με την οικογένειά σου." είπε, ελπίζοντας ότι η Θεοφανώ θα καταλάβαινε την ανάγκη του να εξασφαλίσει τη στήριξή τους.
"Αλλά οι θείοι μου έχουν άλλα σχέδια για μένα. Ο γάμος με έναν καλό προμηθευτή είναι πιο ασφαλής." απάντησε εκείνη, η φωνή της γεμάτη ανησυχία.
"Δεν θέλω να είσαι απλώς μια επιλογή, Θεοφανώ. Θέλω να είσαι η γυναίκα μου, με τη θέλησή σου," είπε ο Αντρέι, παίρνοντάς της το χέρι.
"Είμαι αποφασισμένος να σε κάνω ευτυχισμένη."Η Θεοφανώ, με τα μάτια της να λάμπουν από ελπίδα, απάντησε:"Αν είμαστε μαζί, μπορώ να αντιμετωπίσω οτιδήποτε."
Όμως οι δύο νέοι δεν ήξεραν ακόμα αν θα ήταν έτοιμοι να αντιμετωπίσουν την αλήθεια.
Μια αλήθεια που είχε μείνει καλά κρυμμένη από τον Μιχαήλ, κυριευμένος από την ζήλια για τον αδερφό του και το φθόνο για την ακούσια.
Μια αλήθεια που ήρθε με το φώς της ανατολής.
Αγαπητέ Τζανέτο,
Αν αυτό το γράμμα βρίσκεται στα χέρια σου, σημαίνει πως βρίσκομαι σε τόπο αναπαύσεως και σας έχω αφήσει χρόνους.Ένα από τα βάρη που θα ήθελα να διώξω γ πιοια να ελαφρύνει η ψυχή μου τώρα στο θάνατο είναι αυτό του γιού σου.
Μόλις επέστρεψα στη Ρωσία περίμενα και περίμενα γράμμα σου, μα ποτέ δεν ήρθε τίποτα με την επιστροφή σου στην Ελλάδα.
Η συμφωνία ήταν να στείλω το παιδί μόνο αν λάμβανα επιστολή σου και αυτή δεν ήρθε ποτέ.
Έστειλε εκατομμύρια γράμματα, προσπάθησα να επικοινωνήσω με κάθε τρόπο, μάταια όμως.
Έτσι αποφάσισα να δώσω το γιό σου σε μια οικογένεια που είχε ανάγκη για ένα παιδί.
Μεγάλωσε πλουσιοπάροχα και έγινε σωστός λεβέντης. Έχει το βλέμμα σου και την αίσθηση δικαιοσύνης που σε κατέχει , έχει τα χρώματα και την καρδιά της Μάνας του.
Δεν ξέρω αν ζήσεις, δεν ξέρω αν το διαβάζουν τα δικά σου μάτια αυτό ή κάποιου συγγενή σου.
Εγώ όμως σε εσένα το στέλνω, γιατί σε εσένα έδωσα όρκο πως θα σου φέρω το γιό σου, τον Ανδρέα σου .
Ξέρω ότι δε θα δεχθείς να το διαβάσει στην αρχή, αλλά ο νέος που στέλνω να στο παραδώσει είναι επίμονος σαν και εσένα.
Τηρώ λοιπόν τον όρκο που έδωκα τριάντα χρόνια πριν εκείνο το βράδυ της άνοιξης και σου παραδίδω το παιδί σου, τον Ανδρέα σου.
Τον Ανδρέα σου που έγινε Αντρέι στα παγωμένα χώματα της Οδησσού.
Εύχομαι να έχεις την ευκαιρία να τον συναντήσεις και να δεις τι άντρας έχει γίνει.
Ο Παντοτινός σου φίλος ,
Διογένης
YOU ARE READING
Το Ημερολόγιο Του Χαμένου Φωτός
FanfictionΜάνη, 1818 Ένας ξένος πατάει τα χώματα του τόπου του για πρώτη φορά. Αναζητά μια πατρίδα, ένα σπίτι και τις ρίζες του . Μια γυναίκα, που τα μάτια της σαν τα κοιτάς σε μαγεύουν, τον παρακολουθεί.