Κεφάλαιο 13

1K 170 23
                                    

Πάνω ανέβηκαν μόνο ο Γκάμπριελ με τον Ουίλιαμ,ενώ οι υπόλοιποι άντρες φύλαγαν διαφορετικά σημεία για ασφάλεια.
Έμπαιναν σε ένα ενα τα δωμάτια μέχρι να τον βρουν.
Τον βρήκαν με μία σερβιτόρα στο κρεβάτι.Το άθλιο τομάρι την είχε δέσει στα ξύλα που εξείχαν αριστερά και δεξιά απ' το κεφαλάρι του κρεβατιού και της έκανε όχι και τόσο ευχάριστα πράγματα. Εκείνη σιγο έκλαιγε μα με  τόση φασαρία κάτω και να φώναζε δεν θα την άκουγε κανείς.

"Ε! Τι γυρεύετε εδώ, βγήκε έξω",φώναξε θυμωμένα στους δύο άντρες. Το βλέμμα της κοπέλας όμως τους ικέτευε να μείνουν.

Εκείνοι πέρασαν μέσα κλείνοντας την πόρτα πίσω τους.
Ο άντρας πετάχτηκε απ' το κρεβάτι και κινήθηκε βίαια προς αυτούς τείνοντας τη μπουνιά του προς τον έναν.Δεν πρόλαβε όμως γιατί η τεράστια μπουνιά του Γκάμπριελ έπεσε στο σαγόνι του κάνοντας τον να χάσει την ισορροπία του.

"Δεν είσαι δίκαιος φίλε,είπες πως είναι δικός μου",γύρισε ο Ουίλιαμ στον Γκάμπριελ.

"Εχεις δίκιο, παρακαλώ",απάντησε ο Γκάμπριελ δείχνοντας του τον άντρα που κοιτούσε τους άλλους  δύο χωρίς να καταλαβαίνει.

Οι μπουνιές του Ουίλιαμ έπεφταν με τόση μανία πάνω στον άνδρα που δεν προλάβαινε να αντιδράσει.
Ο Γκάμπριελ εν το μεταξύ είχε λύσει την κοπέλα και την έδιωξε απ' το δωμάτιο ζητώντας της να μην ειδοποιήσει κανέναν.
Εκείνη φυσικά και δεν θα το κάνε,του άξιζε του καθάρματος να πεθάνει.

Όταν πια έπεσε αναίσθητος απ' το ξύλο που 'χε φάει, ο Γκάμπριελ του πέταξε έναν κουβά νερό.

"Αυτό που θα σου κάνω,θέλω να το θυμάσαι",του ψυθίρισε κοντά στο αυτί ο Ουίλιαμ.

Έβγαλε το στιλέτο του και με αργή,βασανιστική κίνηση χάραξε το πρόσωπο του άντρα βαθιά .
Η φωνή του ακούστηκε μέχρι κάτω πρωτού λιποθύμησει απ' τον πόνο. 

Ο Γκάμπριελ με τον Ουίλιαμ πήδησαν απ' το παράθυρο στο δρόμο και ειδοποιώντας τους άλλους άντρες έφυγαν για το κάστρο.

Πρώτη φορά οι δύο τους είχαν κάνει κάτι τέτοιο.Μα του άξιζε και δεν νιώσαν καμία ενοχή .
Οι δύο τους τα ήπιαν μέχρι αργά και μετά ο καθένας έφυγε για τα διαμέρισμά του.

Σαν ξάπλωσε στο κρεβάτι ο Γκάμπριελ έφερε στο νου του  τη Μάριον. Μετά τη δύσκολη  νύχτα μόνο η θύμηση της μπορούσε να τον ηρεμήσει.
Μα δεν τον ηρέμησε καθόλου.Τον αναστάτωσε ακόμη περισσότερο.
Την είχε δει σχεδόν γυμνή.
Είχε νιώσει κάθε σπιθαμή του κορμιού της πάνω στο δικό του.
Είχε γευτεί τα χείλη της.
Στριφογύριζε πάνω στο κρεβάτι με το κορμί του διψασμένο για εκείνη.
Αν δεν την έπαιρνε,αν δεν την έκανε δική του,δεν θα ησύχαζε.

Αιχμάλωτη Του Μίσους ΤηςDonde viven las historias. Descúbrelo ahora