Κεφάλαιο 33- Ο καθένας μοναχός πορεύεται στον έρωτα, τη δόξα και τον θάνατο

244 30 15
                                    

Οι παραστάσεις άλλαζαν πολύ γρήγορα. Τα κλαδιά των δέντρων περνούσαν τόσο κοντά στο παράθυρο. Δεν προλάβαινε κανείς να βαρεθεί ή να κοιτάξει για ένα λεπτό την ώρα. Το θέαμα μάγευε τον καθένα, τον έκανε να χάνεται λίγο από την μαύρη πραγματικότητα, από τα προβλήματά του, τον βοηθούσε επιτέλους να ανοίξει το μυαλό του και να δώσει σημασία σε όλα εκείνα τα μικρά πράγματα που συνήθως όλοι αγνοούμε χαμένοι στα μεγάλα μας προβλήματα. Ένα πουλί ήταν καθισμένο στο κλαδί ενός δέντρου, μια αχτίδα ηλίου τρύπωνε ανάμεσα στα κλαδιά και δημιουργούσε μια εικόνα ξεχωριστή.

Το θέαμα αυτό διέκοψε μια μεγάλη πινακίδα που έγραφε Hauptbahnhof Berlin*. Το τρένο μείωσε την ταχύτητά του, ο κόσμος ξεκίνησε να επανέρχεται στην πραγματικότητα. Μερικές κυρίες είχαν ήδη σηκωθεί, άλλοι δίπλωναν προσεκτικά την εφημερίδα που διάβαζαν κάποιοι άλλοι χαιρετούσαν τον συνομιλητή τους που τους κράτησε συντροφιά αυτές τις ώρες του ταξιδιού.

Η Έρνα δεν έκανε τίποτα από αυτά. Κράτησε για λίγο το ένα της χέρι πάνω στην κοιλιά της και στην συνέχεια σηκώθηκε από την θέση της. Κατέβηκε από το τρένο και σήκωσε με το ένα χέρι την βαλίτσα της. Έριξε μια γρήγορη ματιά στα δεξιά, μια άλλη στα αριστερά, κόσμος παντού.

Ένας άνδρας με στρατιωτική στολή την πλησίασε.

''Η κυρία Έρνα Έσσενμπεργκ;''

Εκείνη τον κοίταξε προσεκτικά. Το πρόσωπό του ήταν εντελώς άγνωστο για εκείνη, μα πως εκείνος γνώριζε το δικό της όνομα;

''Η ίδια. Γνωριζόμαστε από κάπου; Δεν σας θυμάμαι, λυπάμαι''

''Όχι δεν έχουμε ξαναγνωριστεί''

''Τότε πως γνωρίζετε το όνομά μου;''

''Με έστειλε ο Φύρερ, σας αναγνώρισα από μια φωτογραφία σας που μου έδωσε. Μου είπε να σας οδηγήσω στο νέο σας σπίτι''

''Πολύ ευγενικό εκ μέρους σας, μα έχω ήδη την διεύθυνση. Θα το βρω μόνη μου, δεν χρειάζεται να έρθετε μαζί μου''

''Είναι εντολή του Φύρερ και απαραβίαστη''

''Μην κάνετε τον κόπο''

''Κυρία Έσσενμπεργκ, στην κατάστασή σας δεν μπορείτε να κουβαλάτε τις αποσκευές σας μόνη σας μέχρι εκεί''

''Αφού επιμένετε, εντάξει''

Εκείνος σήκωσε την βαλίτσα της. Περπατούσαν παράλληλα.

''Δεν μου είπατε το δικό σας όνομα''

''Γιόχαν''

''Χάρηκα, Γιόχαν''

Ο καθένας για τον εαυτό του {TYS17}Where stories live. Discover now