Κεφάλαιο 1- Προϊστορία μέρος πρώτο

1.6K 91 16
                                    

Η Άννα και ο Γιάννης. Ένα ζευγάρι που δεν επέλεξε ποτέ να είναι μαζί. Η Άννα ήταν η κόρη ενός φτωχού αγρότη. Πάλευε ο κυρ Αλέκος να αποκτήσει έναν γιό. Μα δεν τα κατάφερνε ... Μόνο τρείς κόρες είχε αποκτήσει,  ζωή να έχουν. Μέσα σε τέσσερα χρόνια απέκτησε τρείς κόρες... Πρώτη, ομορφότερη μα και πιο άτυχη η Ασπασία. Αρρώστησε βαριά όταν ήταν έξι χρονών... Και ένα χρόνο αργότερα έφυγε για την χώρα των αγγέλων. Δεύτερη η Παναγιώτα. Απίστευτη βοήθεια για την οικογένεια του κυρ Αλέκου. Από μικρή βοηθούσε την μητέρα της στις δουλειές του σπιτιού και εκείνον στα χωράφια. Παντρεύτηκε νωρίς έναν τραπεζικό και έφυγε από το χωριό. Μετακόμισε στην Αθήνα όπου και πέρασε όλη την υπόλοιπη ζωή της. Τρίτη και καλύτερη, γεννήθηκε η Άννα. Είχε ο πατέρας της μια κρυφή ελπίδα μέσα του πως αυτό του το παιδί θα ήταν αγόρι. Σαν άκουσε την μαμή να λέει '' να σας ζήσει και να είναι τόσο καλό παιδί όσο η αδερφή της'' απογοητεύτηκε. Κοίταξε την γυναίκα του με βλέμμα άδειο. Έκλαιγε η καημένη η κυρά Αλίκη. Τρία παιδιά και τα τρία κορίτσια... Λες και την είχε καταραστεί ο ίδιος ο Θεός. 

Μεγάλωνε η Αννούλα. Μα ποτέ δεν βοήθησε τους γονείς της στις δουλειές τους. Έπαιρνε τις εφημερίδες του πατέρα της και διάβαζε όλη μέρα. Σημείωνε λέξεις, τα διάβαζε τα άρθρα τα ξανα διάβαζε και περίμενε με ανυπομονυσία την επόμενη εφημερίδα. 

''Έτσι όπως πας δεν θα σε πάρει κανείς'' της έλεγε η μητέρα της

''Εγώ θέλω να σπουδάσω'' 

''Που θα τα βρούμε τα λεφτά καημένη; Με το ζόρι ζούμε... Θέλεις και σπουδές... Μάθε να ανοίγεις κανένα φύλλο μπας και σωθείς!'' 

Τίποτα η Άννα. Ήταν σχεδόν σίγουρη πως θα σπούδαζε. Στο σχολείο ήταν άριστη. Η δασκάλα της ποτέ δεν είχε παράπονα από εκείνη. Επιμελής, διαβαστερή, ευγενική. Όσα και να έλεγε η δασκάλα, η Αλίκη και ο Αλέκος ήταν κάθετοι. Η Άννα δεν θα σπούδαζε. Εδώ έτσι και τα χρήματα έφταναν με το ζόρι να ζήσουν... Θα έστελναν την κόρη τους στο πανεπιστήμιο; Την κόρη τους; Ούτε καν αγόρι δεν ήταν! 

Και πέρασαν τα χρόνια και μεγάλωσαν τα κορτούδια... Η Παναγιώτα όπως σας είπα βρήκε έναν τυχερό... Δέκα χρόνια μεγαλύτερο της και γλίτωσε από την φτώχεια. Μεγαλοπιάστηκε στην Αθήνα. Έγινε μια από τις πιο πλούσιες κυράδες της πρωτεύουσας και απέκτησε μόνο έναν γιό. Τον Άγγελο. 

Από την άλλη πλευρά, η κατά δύο χρόνια μικρότερη Αννούλα, ζούσε ακόμα στο ροζ συννεφάκι. Κόντευε τα δεκαοκτώ. Κόντευε τα δεκαοκτώ όταν οι γονείς της αποφάσισαν να την παντρέψουν με τον Γιάννη. Έναν αγρότη από το δίπλα χωριό... Και κοντά θα την είχαν την Αννούλα να τους γηροκομίσει και θα την πάντρευαν... Λιγότερα έξοδα... Τι να κάνει το καημένο το Αννιώ; Μικρό όπως ήταν ακόμη, σαν λουλούδι, είπε όχι. Μίλησε στον πατέρα της για τα όνειρα που είχε... Ήθελε να γίνει και εκείνη η καημένη δασκάλα. Τα αγαπούσε τα παιδιά. Τίποτα ο κυρ Αλέκος! Είχε πει πως θα την πάντρευε και θα την πάντρευε. Κλάμα το Αννιώ έμεινε το μισό. Δεν έτρωγε δεν μιλούσε. Έκλαιγε μόνο του στο δωμάτιό του. 

Ο καθένας για τον εαυτό του {TYS17}Donde viven las historias. Descúbrelo ahora