Ο ήλιος άφηνε τις πρώτες, δειλές ζεστές αχτίδες του να αγγίξουν με το πλούσιο φως τους τα όμορφα και κάποτε ανθισμένα λουλούδια, της κυρίας Τζόουνς. Ο όμορφος και προσεγμένος κήπος της είχε γίνει πλέον μια γλυκιά ανάμνηση, την οποία παρέσυρε στο πέρασμα της, τόσο αρμονικά η ακατάπαυστη βροχή των προηγούμενων ημερών.
Είχα γονατίσει και παρατηρούσα τις μαραμένες, με τις πληγωμένες τους φυλλωσιές, τριανταφυλλιές της. Τις αγαπούσε ολόψυχα, πιο πολύ από τα υπόλοιπα άνθη.
Τα δάχτυλα μου ακούμπησαν ήρεμα τα σκούρα κόκκινα πέταλα, το χρώμα των οποίων θύμιζε λίγο από την απόμακρη αίγλη μιας απόχρωσης, που πλησίαζε αυτή του αίματος. Η φθορά είχε αποτυπωθεί σε όλη την έκταση του επιβλητικού αυτού φυτού. Το κλονάρι του τσακισμένο, τα αγκάθια του πλέον ακίνδυνα κι το αναστημά του να κρέμεται λες και μια κλωστή όριζε πια το μέλλον του.
Ο πατέρας μου πίστευε πως το τριαντάφυλλο είναι μάλλον το ωραιότερο λουλούδι αυτής της γης και το πιο απρόσιτο την ίδια στιγμή. Το αιώνιο απωθημένο κάθε ανθρώπου, που θέλει να το κατακτήσει και να το κάνει κτήμα του για να το προσφέρει σε κάποιον που αγαπά. Όμως, αν προσπαθήσει να το κόψει, αυτός, που στο τέλος πληγώνεται από τα αιχμηρά του αγκάθια, είναι πάντα ο ίδιος. Ίσως, θα μπορούσε να πει κανείς, πως τα τριαντάφυλλα γεννήθηκαν για να στολίζουν τον κόσμο μας με τη διαχρονική, άφθαρτη τους γοητεία.
Η αγάπη μας είναι σαν ένα φλεγόμενο, κόκκινο τριαντάφυλλο. Μας ζώνουν οι φλόγες, τα φύλλα καίγονται, μα το άνθος μας παραμένει ζωντανό.
Στέκεται ακλόνητο, αγέρωχο να προσμένει την ένωση μας. Και οι σπίθες θα φουντώνουν, μέχρι το απρόσμενο τέλος, γεμίζοντας τον κόσμο μας με φως.
''Λυπάμαι κυρία Τζόουνς, αλλά πολύ φοβάμαι πως ο λαχανόκηπος σας δεν θα επιβιώσει ούτε με λιπάσματα. Δυστυχώς, το ατελείωτο νερό τα σάπισε όλα,'' δήλωσε ο πατέρας μου, με ένα σταθερό και ήρεμο τόνο, κοιτώντας προς το μέρος της γηραιάς γυναίκας.
Η απογοήτευση ζωγραφίστηκε σε όλη την έκταση του όμορφου, βέβαια αρκετά ρυτιδιασμένου, προσώπου της.
Δεν ήμουν σίγουρη αν εκείνη τη στιγμή το επάγγελμα του πατέρα μου ήταν όντως ευλογία ή απλή κατάρα. Ύστερα, από χρόνια σκληρής μελέτης στην φυτολογία, κυρίως στη ανθοκομία, και μετά από πολλές προτάσεις για να αναλάβει καθήκοντα καθηγητή πανεπιστημίου στην Καλιφόρνια, εκείνος κατέληξε να γίνει γεωπόνος, ώστε να εξασφαλίσει τα προς το ζειν, παραμένοντας κοντά στην οικογένεια του. Το γεγονός αυτό εκμεταλλευόταν κι η κυρία Τζόουνς, φωνάζοντας τον κάθε τρεις και λίγο να ρίξει μια υποτιθέμενη γρήγορη ματιά, που στο τέλος κρατούσε τουλάχιστον μία ώρα, στον πολυαγαπημένο της κήπο.
YOU ARE READING
Το Χρώμα του Καπνού
Teen Fiction«Εκείνο το πρόσωπο σου, που όλοι πίστευαν πως ψυχρό και ανέκφραστο παρατηρούσε τον κόσμο πίσω από τους καπνούς του τσιγάρου του, εκείνο το πρόσωπο σου αγάπησα. Γιατί στο βλέμμα σου μπόρεσα να δω αυτό που οι υπόλοιποι δεν κατάφεραν να διακρίνουν, ένα...