Κεφάλαιο 16ο

7.3K 673 25
                                    

UNEDITED

Με την ουρά στα σκέλια καλά με κατεβασμένο κεφάλι, το ν ακολούθησα μέχρι το γραφείο του όπου πήρα μονοήμερη αποβολή.

Ναι καλά διαβάσατε.

ΜΟΝΟΗΜΕΡΗ!

Έφαγα και κατσάδιασμα από πάνω! Εκνευρισμένη βγήκα από το γραφείο του, χτυπώντας με δύναμη την πόρτα.

-Κάντες 2 Παπαϊωάννου!!

Φώναξε για να τον ακούσω.

Βρε, αντε μου στον διαόλο.

Πήγα στην τάξη μου, μάζεψα άρον-άρον την τσάντα μου και κατέβηκα γρήγορα τις σκάλες.

Εκεί που περπατούσα ήσυχα και ήρεμα προσπαθώντας να βρω ένα σχέδιο να τα μαλώσω, ένα χέρι με τραβάει καλά με κολλάει βίαια στην Ν τοίχο.

Αμάν πια!!

Με είχε πιάσει από τον καρπό. Το ένα του χέρι λίγα εκατοστά ακριβώς δίπλα από την κεφάλι μου.

Τότε κι εγώ σήκωσα απότομα του βλέμμα μου για να δω ποιος ανώμαλος είναι και τι θέλει απο την μίζερη ζωούλα μου.

Ωχ! Ο Αχιλλέας!

-Α-Αχιλλέα?

Ρώτησα δειλά ενώ τα χείλη μας βρίσκονται λίγα χιλιοστά το ένα από το άλλο.

Βαριανασαίνει, το ακούω, το νιώθω. Τα μάτια του κοιτάνε άγρια τα δικά μου. Γυαλίζουν τρομερά.

Ανοίγω ελαφρά το στόμα μου, για να μπορέσω να πάρω περισσότερο αέρα. Νιώθω πως οι παλμοί της καρδιάς μου, θα ανέβουν στον λαιμό μου και θα με πνίξουν.

-Γειά σου.. Γατούλα.

Λέει τελικά παίρνοντας ένα πλάγιο πονηρό ύφος.

Όχι, όχι αυτό..

(λολ εννοεί όχι πάλι ο παλιός του εαυτός. Νταξει σταματάω,συνεχίστε)

-Μπορεί αυτό το ωραίο καλοσχηματισνένο στοματάκι, να γίνει λίγο χρήσιμο??

Ρώτησε με μια δόση ειρωνείας, κατεβάζοντας το χέρι του στην μέση μου σφιγγκοντάς την.

Νιώθω πως θα εκραγώ σε μικρά κομματάκια.

-Τι έχεις πάθει??

Κατάφερα δειλά να ρωτήσω προσπαθώντας να φύγω από την λαβή του, αλλά τίποτα.

-Θα μου απαντήσεις ναι?ή ου?.

Είπε αγανακτησμένος σφιγγκοντάς την ακόμη περισσότερο.

-Τι θέλεις?

Ο γιος του λυκειάρχη μου.|BOOK1|Où les histoires vivent. Découvrez maintenant