Frutti Di Mare

5.2K 508 41
                                    

Καθόμουν στο καθιστικό του Ίθαν. Εκείνος μαγείρευε στην κουζίνα και η μυρωδιά της σάλτσας που έφτιαχνε είχε γεμίσει τον χώρο. Είχε περάσει τουλάχιστον μία ώρα μέσα στην κουζίνα. Άκουγα τα μαχαίρια να κόβουν και κατσαρόλες να μετακινούνται.

Δεν είχα τολμήσει να πάω μέσα στην κουζίνα. Θα αρχίζαμε να φερόμαστε σαν το ζευγάρι που ήμασταν παλιά. Όπως τις ημέρες που είχε τελειώσει πια το σχολείο και περνούσα όλη μου την ημέρα στο σπίτι του. Πριν έρθει ο πατέρας μου και τα καταστρέψει όλα, πριν βάλει όλες αυτές τις ηλίθιες σκέψεις στο κεφάλι του ανθρώπου που αγαπούσα.

Καθόμασταν βλέποντας τηλεόραση τα πρωινά μαζί με καφέ και ζεστή σοκολάτα, αγκαλιά στην γωνία του καναπέ. Φορούσαμε μόνο τα εσώρουχα μας και νιώθαμε την ζέστη του σώματος του άλλου, συνδεόμασταν σαν ένα. Σκεφτόμασταν τα ίδια πράγματα, μας άρεσαν τα ίδια πράγματα.

Μετά καθόμασταν στην κουζίνα επί ώρες. Υπομονετικά μου μάθαινε να μαγειρεύω, να φτιάχνω τους αγαπημένους του καφέδες. Ακόμα και γλυκά είχε προσπαθήσει να μου μάθει, έστω και αυτά τα λίγα που ήξερε. Ποτέ δεν είχα καταφέρει να τα απομνημονεύσω, αλλά το να τον έχω δίπλα μου να μου μαθαίνει πράγματα, να έχουμε κοινές ασχολίες, με τρέλαινε. Την λάτρευα την σχέση μας. Ήταν αληθινή. Εκείνος ήταν αληθινός.

Πως καταλήξαμε έτσι; Να θέλουμε να πληγώσουμε ο ένας τον άλλο μόνο και μόνο επειδή ήμασταν ήδη πληγωμένοι και κατεστραμμένοι. Να δούμε ποιος από τους δύο θα υποκύψει πρώτος, ποιος θα σπάσει, ποιος θα λυγίσει.

Πριν καν το καταλάβω με είχαν πιάσει τα κλάματα. Άφηνα τον εαυτό μου ελεύθερο. Δάκρυα έτρεχαν στα μάγουλα μου και λυγμοί έβγαιναν από το στόμα μου απότομα.

Βγήκα στο μπαλκόνι ελπίζοντας να μην με είχε ακούσει. Σκούπισα τα μάτια μου προσεκτικά, για να μην τρίψω τα μάτια μου και κοκκινίσουν περισσότερο από ότι είχαν ήδη. Είχε ελαφρύ αεράκι οπότε σε λίγα λεπτά το παραμικρό ίχνος που θα μπορούσε να με προδώσει θα είχε φύγει.

"Ελπίζω να πεινάς." ακούστηκε ο Ίθαν μέσα στο διαμέρισμα. "Έφτιαξα αρκετό φαγητό για έναν στόλο. Που είσαι;" με ρώτησε όταν έφτασε στο σαλόνι.

Παραμέρισα τις κουρτίνες και μπήκα μέσα με αργά βήματα.

"Ήθελα λίγο αέρα και είπα να δω πως είναι η θέα σου από εδώ. Δεν συγκρίνεται με την δική μου." είπα αδιάφορα. "Πεινάω η αλήθεια είναι, τι έχεις φτιάξει; Μου έχει σπάσει τη μύτη τόση ώρα."

Μαθήματα ΑυτοσυγκράτησηςWhere stories live. Discover now