10. Έγινε εμμονή.

698 75 6
                                    

Α: Ευρυδίκη κλαίς;
Ε: Όχι. Σκέφτομαι.
Α: Τι ήταν αυτό που σε έκανε να κλάψεις, και μην μου πεις πάλι πως σκεφτόσουν.
Ε: Κάτι θυμήθηκα και...
Α: Έλα πάνω να μου πεις.
Ε: Ίσως δεν είναι καλή ιδέα. Οι υπόλοιποι τι θα πούνε;
Α: Τις διαταγές εδώ τις δίνω εγώ. Πάμε.

    Ο Άγγελος την έπιασε απο το μπράτσο και την καθοδήγησε προς την γέφυρα όταν πάλι έκανε την εμφάνιση του ο Λυκούργος.

Λ: Ευρυδίκη! Που πας; Φεύγεις;
Ε: Ε να...
Α: Προκοπιάδης στο πόστο σου έξω, τι δουλειά έχεις εδώ πάλι;
Λ: Ήρθα κάτι να δω.
Α: Προχώρα Ευρυδίκη.

  Η Ευρυδίκη έκανε ότι της έλεγε ο Άγγελος. Ένιωθε μια έλξη απέναντι του. Με τον Στέφανο δεν ήταν έτσι. Με τον Στέφανο είχαν άλλου είδους σύνδεση. Δεν ηταν τόσο ψυχρός όσο ο Άγγελος.  Μπορεί να φαινόταν ετσι αλλά έδειχνε μόνο, δεν ήταν αυτό που έβλεπες στην πραγματικότητα. Αυτό όμως η Ευρυδίκη θα το καταλάβαινε πολύ αργότερα.
   Η Ευρυδίκη μπήκε στην αίθουσα της γέφυρας, ήταν γεμάτη μοχλούς, καλώδια, κουμπιά, οθόνες, αριθμούς και πολλά άλλα. Το πιο όμορφο όμως ηταν η τζαμαρία που έβλεπες φάτσα φόρα τον ωκεανό. Τα κύματα γαλήνευαν την ψυχή της και ο αφρός της θύμιζε την ζωή της. . Οι σκέψεις της διακόπηκαν όταν άκουσε την πόρτα.

Α: Πάρε τηλέφωνο κάτω και πες τους να φέρουνε ένα μέτριο διπλό ελληνικό και ότι θες εσύ.
Ε: Μάλιστα. Έλα Μαρία, ένα μέτριο διπλό ελληνικό και ένα χυμό πορτοκάλι.
Α: Ωραία τώρα μπορούμε να μιλήσουμε με την ησυχία μας. Πες μου. Ε: Δεν έγινε τίποτα το σημαντικό, εξάλλου δεν έχει να κάνει με την δουλειά οπότε δεν έχει νόημα να το συζητήσουμε.
Α: Εντάξει λοιπόν βγες εξω!
Ε: Τι;
Α: Τι με κοιτάς; Δεν ακουσες; Βγες εξω.
Ε: Ενταξει λοιπον φευγω.

    Τότε ο Άγγελος αρπάζει το χέρι της και της μιλά με θυμό.

Α: Εμένα δεν θα μου μιλάς με αυτόν τον τρόπο, το καταλάβες;
Ε: Και εγώ δεν επιτρέπω να μου μιλάτε με αυτον τον τροπο.
Α: Έγω ειμαι ανώτερος σου και θα μιλαω όπως θελω.
Ε: Και τι με αυτο;
Α: Προσπαθείς να με νευριασεις;

    Εκείνη την στιγμή είχαν έρθει πολύ κοντά. Ο Άγγελος όμως τραβήχτηκε πίσω και η Ευρυδίκη τον κοιτούσε σαστισμενη σαν να αναζητά το φως των χειλιών του.

Ε: Όχι.
Α: Δεν θέλω πολλά πολλά με τον Λυκούργο.
Ε: Συγνωμη αλλα κουμάντο για την ζωή μου κια τους φιλους μου κανω εγώ.
Α: Ευρυδίκη μην με εξοργίζεις γιατι..
Ε: Γιατί τι; Τι θα κανεις;
    
     Εκείνη την στιγμη ο Άγγελος απο τον εκνευρισμό του έδωσε ενα χαστούκι στην Ευρυδίκη. Το μάγουλο της έγινε κατακοκκινο. Τρόμαξε. Πρώτη φορα την χτυπούσαν ετσι. Βίαια. Πολυ βίαια.

Ε: Ααα! Τι έκανες;
Α: Εμενα δεν μου αντιμιλαει κανένας έτσι.

    Η Ευρυδίκη αποχώρησε απο το δωμάτιο βουρκωμένη. Προχωρούσε γρήγορα μπροστά τις καμπίνες και σκουπιζε τα δάκρυα της που έτρεχαν ένα ένα απο τα γαλάζια υγρά μάτια της. Κάθε φορα που κάποιος της αντιμιλούσε εκείνη το ανταπεδιδε και μάλιστα μπορεί και χειρότερα. Αλλά τωρα κομπλαρε. Δεν ήξερε τι να πει. Ένιωσε απαισια οταν του μιλησε άσχημα που ένιωσε οτι και εκείνος ένιωθε άσχημα και για αυτον τον λογο έφαγε το χαστούκι. Αλλά κατι την προβλημάτιζε. Γιατι η ίδια δεν αντέδρασε; Τι ηταν αυτο που την κρατούσε στο να μην του αντιμιλησει,  να μην εκφραστεί; Κατι δεν πήγαινε καλα μεσα της και ηταν σίγουρη πλέον.

Χελλο!  Πως είσαστε; εδω έχουμε ένα νεο κεφάλαιο βεβαίως βεβαίως! Πείτε μου την γνώμη σας και γραψτε ενα σχολιο πατώντας επίσης το αστερακι κατω αριστερά. Σμουτςς 😘😘😘
   

   

"Θάλασσα ξελογιάστρα" Where stories live. Discover now