12. Γιατί;

663 72 1
                                    

Οι ώρες περνούσαν και η Ευρυδίκη μελαγχολούσε. Σκεφτόταν πάλι. Όλο αυτό το ταξίδι την έκανε να σκέφτεται τις ωραίες αναμνήσεις της με τον Στέφανο. Γιατί; Γιατί το ταξίδι την έκανε να τον θυμάται; Την διέκοψε το κινητό της. Ήταν η Ανδριάνα. Της έλειψε η φωνή της.

Α: Ευρυδίκη μου! Πως είσαι; Τι κάνεις;
Ε: Ανδριάνα μου! Καλά είμαι εδώ on board εσύ; Ο μπαμπάς, η μαμά;
Α: Καλά είμαστε όλοι αλλά περιμέναμε κανένα τηλέφωνο μωρε!
Ε: Είχα δουλειά όλη μέρα! Πάνω κάτω κάθε τρείς και λίγο, μια ο καπετάνιος, μια οι μηχανικοί, μια οι επιβάτες, μπούρου μπούρου ο καθένας, κουράστηκα.
Α: Ποπο! Άσε και εμένα με τρέλαναν τα πιτσιρίκια στο φροντιστήριο σήμερα. Πότε θα σε δούμε;
Ε: Την Τέταρτη θα κατέβω Σούδα, αν έχεις χρόνο έλα.
Α: Στις δώδεκα είναι καλά;
Ε: Έχω κανονίσει με τον Στέφανο, δηλαδή δεν ξερω και τι ωρα θα ειμαι εκεί.
Α: Οπα τι; Τα βρήκατε;
Ε: Όχι ακριβώς. Για να μιλήσουμε πιο πολύ.
Α: Δηλαδή υπάρχουν ελπίδες;
Ε: Δεν ξέρω Αντριάνα. Και να σου πω την αλήθεια μάλλον θα διαλυθεί ο γάμος να τελειώνουμε. Συνηδητοποιησα οτι όλον αυτό το καιρό δεν μου ειχε λείψει καθόλου.
Α: Δεν σε ακουω και πολυ σίγουρη.
Ε: Εντάξει μπορεί να τον έχω στο μυαλό μου κάθε φορα που κοιτώ κατι, μπορεί να θελω πολυ να τον δω αλλά και πάλι δεν μπορω να δεχτώ οτι δεν αποδέχεται τα θελω μου και τις αναγκες μου!

Εκείνη την στιγμή η Ευρυδίκη βλέπει τον Άγγελο να κατεβαίνει απο τις σκάλες και γρήγορα γρήγορα κλείνει το τηλέφωνο για να μην δίνει δικαιώματα στο αφεντικό της.

Ε: Ωχ! Αντριάνα σε κλείνω, έπεσε δουλειά.
Α: Καλά καλά, πάρε κανένα τηλέφωνο τους δικούς μας! Καληνυχτα!
Ε: Καληνυχτα γεια.

Η Ευρυδίκη αναγνώριζε αυτό το ύφος του Άγγελου. Ήταν άγριο και τρομαχτικό, σχεδόν σκληρό και απόμακρο. Τον έβλεπε να κατεβαίνει τις σκάλες νευριασμένος και τρόμαζε. Καθώς πλησίαζε κοντά της, ένα ρίγος διαπέρασε το κορμί της.

Α: Η ώρα είναι έντεκα και τέταρτο, δώδεκα παρά εικοσιπέντε να είσαι πάνω.
Ε: Γιατί;
Α: Γιατί όταν ο καπετάνιος λέει κάτι οι υπόλοιποι υπακούνε. Κατάλαβες;
Ε: Μάλιστα

Αυτό είπε και κατέβασε το κεφάλι της στο πάτωμα. Ο Άγγελος με το δάχτυλο του, σήκωσε το πηγούνι της και της υπενθύμισε κάτι.

Α: Όταν ήσουν μικρή σου είχα πει να ακολουθήσεις το όνειρο σου. Για να το ακολουθησεις όμως, πρέπει να υπακούς κάποιους κανόνες και ανθρώπους. Σε περιμένω.

Γιατί το έκανε αυτό γαμώτο! Γιατί το έπαιζε την μια σκληρό αντράκι και την άλλη ψυχοπονεμένος έφηβος; Στην μια περίπτωση ήταν η ηλικία του και στην άλλη η δική μου.
Κανείς στο πλοίο δεν μιλούσε για αυτόν. Ο πατέρας μου είχε να μιλήσει μαζί του γύρω στα τρία χρόνια. Φοβόντουσαν κατι; Την αντίδραση του αν μάθαιναν οτι τον κουτσομπολευαν; Δεν εχω καταλάβει.
Παει και τελείωσε! Θα πάω απο τώρα να του μιλήσω. Ενα φιλί δώσαμε μόνο αλλά και αυτο εμενα μου έφτασε! Θα του μιλήσω και ό,τι γίνει δεν με νοιάζει!

Η Ευρυδίκη αποφασισμένη ανέβηκε πάνω στις έντεκα και μισή. Όταν έφτασε έξω απο την πόρτα, η οποία ήταν μισάνοιχτη, άκουσε φωνές, αντρικές γνωστές φωνές. Ο Άγγελος και ο Θοδωρής. Γιατί μάλωναν;

Α: Και τι με αυτό ρε Θοδωρή!?
Θ: Καταρχάς μην φωνάζεις, θα μας ακούσουν.
Α: Δηλαδή θες να μου πεις οτι θα κάτσεις εδω τωρα;
Θ: Γιατί νευριαζεις μωρέ;
Α: Δεν μπορώ ρε αγόρι μου να έχω εσένα πάνω απο το κεφάλι μου τωρα! Άκου εδώ υποπλοίαρχος ο Θοδωράκης.
Θ: Άγγελε σε παρακαλώ πολύ. Ενώ ξέρεις ότι ήμουν εδώ καπετάνιος πριν απο εσένα και ότι δεν αποφάσισα εγώ προσωπικά να έρθω εδώ κάνεις λες και δεν ξερω και εγώ τι έγινε.
Α: Πέρασε έξω σε παρακαλώ. Έλα!
Θ: Χαλάρωσε τα νεύρα σου. Ηρέμησε.
Α: Περιμένω κόσμο. Τελείωνε!

Η Ευρυδίκη πήγε λίγα βήματα πιο πίσω για να φανεί ότι ερχόταν τότε και αναρωτιόταν. Τι εννοούσε όταν έλεγε πως δεν θέλει τον Θοδωρή συγκεκριμένα πανω απο τι κεφάλι του; Είχαν προηγούμενα μεταξύ τους;

Θ: Ωπ! Συγνώμη σε χτύπησα Ευρυδίκη.
Ε: Όχι όχι εντάξει είμαι. Ευχαριστώ.
Θ: Για εκείνο το φαγητό που λέγαμε, θες μετά γύρω στις δώδεκα να κατέβουμε στο εστιατόριο να φάμε κάτι;
Ε: Ε υποθέτω πως ναι. Πάμε.

Τότε ο Άγγελος αφού άκουσε τη σύντομη συνομιλία τους εξοργισμένος για ανεξήγητο λόγο φώναξε.

Α: Η Ευρυδίκη θα εχει δουλειά μέχρι τη μιάμιση.
Θ: Εσύ τι ανακατεύεσαι;
Ε: Φοβάμαι πως δυστυχώς δεν θα μπορέσω. Κάποια άλλη φορά.
Α: Ευρυδίκη θα περιμένω πολύ ακόμα;
Ε: Πηγαίνω καληνύχτα.

Η Ευρυδίκη μπήκε στη γέφυρα του πλοίου όπου πλέον δεν βρισκόταν κανένας γιατί ηταν δώδεκα παρά το βράδυ και ο Άγγελος ήθελε ξανά να την επιπλήξει.

Α: Δεν θέλω πολλά παρε δώσε με τον Θοδωρή.
Ε: Μόνο για ένα φαγητό θα βγαίναμε. Εσένα... Εσάς τι σας πειράζει;
Α: Άκου μικρούλα μου. Εγώ... εγώ απλά θέλω να σε προφυλάξω.

Η Ευρυδίκη παραξενεύτηκε. Τι εννοούσε με αυτό;

Α: Οι σχέσεις που θα κάνεις εδώ δεν θα ειναι για πολύ. Μονο μία.
Ε: Ποια;

Ο Άγγελος χάιδεψε τα ίσια μαλλιά της. Πήρε μια τούφα και την έβαλε πίσω απο το αυτί της. Ηρθε κοντά της και της ψιθύρισε στο αυτί:

Helloooo! Χμμ κάτι πικάντικο παίζεται εδώ! Πείτε μου καμια γνώμη, κανένα σχολιο βρε παιδιά!
Η συνέχεια σύντομα. Σμουτςς 😘ρ😘


"Θάλασσα ξελογιάστρα" Where stories live. Discover now